(Α΄
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Εμπορική μίσθωση. Αρτοποιείο. Αναπροσαρμογή (μείωση)
μισθώματος. Προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 388 και 288 ΑΚ. Για την
νομιμότητα και το ορισμένο της αγωγής δεν είναι αναγκαία η παράθεση της
μισθωτικής αξίας ομόρων ακινήτων. Ποία προσδιοριστικά στοιχεία λαμβάνονται
υπόψη για τον καθορισμό του μισθώματος. Το απορρέον από την διάταξη του άρθρου
288 ΑΚ δικαίωμα είναι διαπλαστικό και συνεπώς ενεργοποιείται από την επίδοση
της αγωγής και ex nunc, υπό την προϋπόθεση ενεργούς μίσθωσης. Διάκριση άρνησης
αγωγής και ένστασης καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος. Ο δικαστικός καθορισμός
του μισθώματος δεν επηρεάζει την ισχύ της συμβατικής ρήτρας περί του ποσοστού
αναπροσαρμογής του μισθώματος. Δέχεται εν μέρει την αγωγή μειώνει το μίσθωμα
κατά ποσοστό 25% , σε ποσό ίσο με την μισθωτική αξία του μισθίου βάσει της
αντικειμενικής αξίας αυτού.
29.4.14
28.4.14
ΑΠ 403/2013: ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
Κατάχρηση δικαιώματος -. Έννοια άρθρου 281 ΑΚ. Περιστατικά. Λόγοι αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 1 και 19 Κ.Πολ.Δ. Περιστατικά
ΑΠ 677/2012: Δημόσιο, ΟΤΑ και ΝΠΔΔ - Απαγόρευση μετατροπής συμβάσεων εργασίας σε αορίστου χρόνου
Δημόσιο, ΟΤΑ και ΝΠΔΔ - Απαγόρευση μετατροπής συμβάσεων
εργασίας σε αορίστου χρόνου - Επιδοτούμενη πρόσληψη υπαλλήλων από τον
ΟΑΕΔ - Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας - Σύμβαση μαθητείας - Συμφωνία
παραιτήσεως του μισθωτού από τις νόμιμες μισθολογικές αξιώσεις του -
Άκυρη σύμβαση εργασίας -.
Κρίθηκε ότι μεταξύ των διαδίκων καταρτίσθηκαν εξαρχής μη απαγορευόμενες,
αλλά επιτρεπόμενες από το νόμο συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου
χρόνου, παραταθείσες με παρόμοιες συμβάσεις, όπως ορθά χαρακτηρίσθηκαν
και με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, και όχι συμβάσεις μαθητείας και
μάλιστα γνήσιες. Κρίθηκε επίσης ότι ο αναιρεσείων Δήμος, ως
αντισυμβαλλόμενος κάθε φύλακα σχολικών κτιρίων, τόσο κατά την σύσταση
όσο και καθ' εαυτή την λειτουργία των συμβάσεων εργασίας τους, αποτελεί
τον φορέα της εργασιακής σχέσης, με τον οποίο συνδέονταν οι ενάγοντες
στο πλαίσιο εφαρμογής του παραπάνω προγράμματος, και τον εργοδότη αυτών.
Η συμφωνία περί παραιτήσεως του μισθωτού από τις νόμιμες μισθολογικές
αξιώσεις του είναι άκυρη, είτε γίνει πριν από την παροχή εργασίας είτε
μετά από αυτή. Η εν λόγω απαγόρευση και η ακυρότητα δεν αφορούν στον
υπέρ τα νόμιμα όρια συμβατικό μισθό και στις αξιώσεις από τον
αδικαιολόγητο πλουτισμό. Σε περίπτωση άκυρης σύμβασης εργασίας, ο
εργαζόμενος δικαιούται ευθέως εκ του νόμου και όχι βάσει των διατάξεων
του αδικαιολόγητου πλουτισμού, τις αποδοχές, το επίδομα άδειας και τα
επιδόματα, εορτών.
ΕιρΣκύδρας 24/2014:Ανακοπή για την ακύρωση διαταγής πληρωμής - Παραγραφή αξίωσης από την διαταγή πληρωμής
Επιταγή - Ειδική εκκαθάριση τραπεζών - Πτώχευση - Αναστολή ατομικών διώξεων - Ανάκληση άδειας τράπεζας
Δεκτή η ανακοπή με
την οποία ζητείται η ακύρωση διαταγής πληρωμής, καθώς από την ημερομηνία της
πρώτης επιδόσεως μέχρι την ημερομηνία της δεύτερης επίδοσης της διαταγής
πληρωμής παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών. Αναγνώριση ότι η
αξίωση από τη διαταγή πληρωμής είναι παραγεγραμμένη. Αρμοδιότητα
καθ’ ύλη και κατά τόπο για την εκδίκαση της ανακοπής. Ανάκληση άδειας τράπεζας
και θέση της υπό ειδική εκκαθάριση. Απόρριψη ισχυρισμού τράπεζας περί αναστολής
των ατομικών διώξεων. Η αναστολή των ατομικών διώξεων αφορά αξιώσεις πιστωτών
κατά του πτωχεύσαντος και όχι αξιώσεις του πτωχεύσαντος κατά οφειλετών. Στην
ειδική εκκαθάριση των τραπεζών δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του Πτωχευτικού
Κώδικα περί αναστολής των ατομικών διώξεων για την ικανοποίηση των πιστωτών και
απαγόρευσης έναρξης ή συνέχισης αναγκαστικής εκτέλεσης. Απόρριψη ισχυρισμού της
καθ’ ής η ανακοπή τράπεζας περί διακοπής της
παραγραφής από την άσκηση ανακοπής άλλου οφειλέτη. Υποκειμενική διακοπή και η
αναστολή της παραγραφής. Είναι δυνατόν η παραγραφή να συμπληρώνεται εναντίον ενός
οφειλέτη και να μη συμπληρώνεται εναντίον άλλου οφειλέτη της.
ΑΠ 82/2013: ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΟΤΑ ΑΚΥΡΩΣ ΠΡΟΣΛΗΦΘΕΝΤΩΝ
Συμβατικός δανεισμός εργασίας - Σύμβαση εργασίας ορισμένου
χρόνου σε Δήμο - Παράνομη απόσπαση εργαζομένου - Αξιώσεις υπαλλήλων ΝΠΔΔ
ακύρως προσληφθέντων -. Αν ο υπάλληλος προσελήφθη σε μη νομοθετημένη
θέση (Σ 103 παρ. 2), δικαιούται να αξιώσει από το ΝΠΔΔ το οποίο τον
προσέλαβε την απόδοση της ωφελείας που προήλθε από την παρασχεθείσα σ`
αυτό εργασία εκ της οποίας κατέστη πλουσιότερο. Πρόκειται για απλή σχέση
εργασίας, για την οποία δεν οφείλεται μισθός, αλλά αποζημίωση
αδικαιολογήτου πλουτισμού, η οποία είναι ίση με την ωφέλεια του
εργοδότη, που αποκόμισε από την παρασχεθείσα εργασία, η οποία
υπολογίζεται με βάση τα όσα θα πλήρωνε με έγκυρη σύμβαση εργασίας, σε
άλλον εργαζόμενο με τα ίδια προσόντα και ικανότητα και υπό τις ίδιες
συνθήκες για την παροχή της ίδιας εργασίας. Αν ο εν λόγω υπάλληλος
αποσπασθεί σε άλλο φορέα, υπόχρεος προς αποζημίωση είναι και πάλι αυτός
που τον προσέλαβε. Παράνομη απόσπαση εργαζομένου με σύμβαση εργασίας
ορισμένου χρόνου σε Δήμο στο γραφείο του Νομάρχη. Κρίθηκε ότι πρόκειται
για δανεισμό εργαζομένου. Ακυρότητα σύμβασης εργασίας. Ο εργαζόμενος δεν
δικαιούται να λάβει τις αντιστοιχούσες στην εργασία του αποδοχές, αλλά
έχει αξίωση από τις διατάξεις των άρθρων 904 επ. ΑΚ για την απόδοση της
ωφέλειας που αποκόμισε ο εργοδότης του από την παροχή της εργασίας του
σε εκτέλεση της άκυρης αυτής σύμβασης.
ΑΠ 296/2012: ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ-ΑΔΙΚΟΠΡΑΞΙΕΣ-ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ
Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας - Εργατικό ατύχημα - Αιτιώδης
σύνδεσμος επί θανάτου που αποδίδεται σε εργατικό ατύχημα - Έννοια του
«αυτοκινήτου» - Χειρισμός μηχανήματος - Συντρέχον πταίσμα - Αναίρεση για
έλλειψη νόμιμης βάσης - Έννοια αυτοκινήτου - Εκσκαφέας - Παρεμπίπτουσα
αγωγή - Αναίρεση για εσφαλμένη διάγνωση δικονομικού ανίσχυρου -.
Εργατικό ατύχημα που επήλθε από τον χειρισμό μηχανήματος (εκσκαφέα) από
εργαζόμενο χωρίς την απαιτούμενη άδεια χειρισμού. Κρίθηκε ότι το επίδικο
ατύχημα ήταν εργατικό καθώς ο παθών συνδεόταν με σχέση εξαρτημένης
εργασίας με τους εργοδότες του. Συντρέχον πταίσμα του παθόντος στην
επέλευση του ατυχήματος. Ο εργαζόμενος υπέστη ατύχημα από βίαιο συμβάν
και απεβίωσε μετά από 18 ημέρες από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Το
δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε ότι αν το ατύχημα και ο εξ αυτού
τραυματισμός του απολείπονταν, δεν είναι βέβαιο ότι θα επέρχονταν ο
θάνατος και επί τη εκδοχή ακόμη ότι ο παθών είχε οργανική προδιάθεση. Η
απόφαση αναιρέθηκε λόγω έλλειψης νόμιμης βάσης. Βάσιμος αναιρετικός
λόγος από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Κρίθηκε ότι το εφετείο
περιέλαβε ελλιπείς, ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες αναφορικά με τον
αιτιώδη σύνδεσμο του τραυματισμού και του επελθόντα θανάτου του
συγγενούς των αναιρεσιβλήτων δεκαοκτώ ημέρες μετά το εργατικό ατύχημα.
Διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής που
έχουν προκληθεί από αυτοκίνητο. Αυτοκίνητο είναι κάθε όχημα που κινείται
δια μηχανικής δυνάμεως και όχι επί τροχιών, χωρίς να αποτελεί στοιχείο
απαραίτητο η με αυτό μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων. Ως αυτοκίνητο
νοείται και ο εκσκαφέας, ο οποίος κατά την εκτέλεση εργασιών προκαλεί με
τη λειτουργία του ατύχημα εξ αμελείας του χειριστή του. Βάσιμος
αναιρετικός λόγος από τον αριθ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Κατά το μέρος
που το εφετείο έκρινε ότι η παρεμπίπτουσα αγωγή ήταν παραδεκτή και ως
προς τον τέταρτο αναιρεσείοντα, ο οποίος δεν ήταν διάδικος στην κύρια
αγωγή εσφαλμένα δεν κήρυξε ακυρότητα, αφού η εν λόγω αγωγή είναι
απαράδεκτη ως προς τον εν λόγω αναιρεσείοντα.
ΠΠΘεσ 27264/2011: ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ-ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ
Προσυμβατική ευθύνη Αδικοπραξία Αποζημίωση - Τοκοφορία
αποζημίωσης Όχληση -. Όποιος κατά τις διαπραγματεύσεις από πταίσμα του
προξενήσει στον άλλο ζημία, υποχρεούται να την ανορθώσει και αν δεν
καταρτίστηκε η σύμβαση. Ως πταίσμα κατά τις διαπραγματεύσεις θεωρείται η
τήρηση συμπεριφοράς αντίθετης στην καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Η
έκταση της αποζημίωσης, καλύπτει μόνο το αρνητικό διαφέρον (διαφέρον
εμπιστοσύνης), τη ζημία δηλαδή από τη διάψευση της εμπιστοσύνης, στην
οποία περιλαμβάνεται τόσο η θετική ζημία όσο και η αποθετική (διαφυγόν
κέρδος), εφόσον βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια με το γεγονός που
προκάλεσε τη ματαίωση. Παράλληλα, αν η αντισυναλλακτική συμπεριφορά
κριθεί ως παράνομη πράξη, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά, οπότε
απαιτείται ειδικώς το υποκειμενικό στοιχείο του δόλου του δράστη,
στοιχειοθετείται και αδικοπρακτική ευθύνη. Δεν λαμβάνονται υπ΄ όψιν
αποδεικτικά έγγραφα τα οποία προσκομίζονται με την προσθήκη αντίκρουση
μετά τη συζήτηση της αγωγής, αφού αυτή περιορίζεται στην αξιολόγηση των
αποδείξεων κατά την αντίκρουση ισχυρισμών που προβλήθηκαν οψίμως.
ΕφΛαρίσης 87/2008: Αυτοκινητικό ατύχημα-Αποζημίωση
Διαδικασία
- Αδικοπραξία Αποζημίωση - Διαφυγόν κέρδος - Αυτοκινητικό ατύχημα -
Υπαιτιότητα - Οπισθοπορεία - Αποκλειστική νοσοκόμος - Συνοδός - Δαπάνες
μετακίνησης - Βελτιωμένη διατροφή - Αναπηρία -. Επί εκδίκασης υπόθεσης
με λαθεμένη διαδικασία, το Εφετείο εφαρμόζει την προσήκουσα. Για δαπάνες
βελτιωμένης τροφής δεν απαιτείται επίκληση ιατρικής βεβαίωσης, αλλά
μπορούν να προκύψουν από τις αποδείξεις, αρκεί να εκτίθεται στην αγωγή
το είδος του τραυματισμού, η ανάγκη βελτιωμένης τροφής, ο χρόνος λήψης
και το ποσό που δαπάνησε ημερησίως πέραν της συνήθους τροφής. Η διάταξη
του 298 ΑΚ είναι δικονομικού χαρακτήρα ως προς το διαφυγόν κέρδος, αφού
αρκείται σε πιθανολόγηση, ενώ κατά τα λοιπά είναι ουσιαστικού
περιεχομένου. Υπαιτιότητα του οδηγού ο οποίος, πριν επιχειρήσει
οπισθοπορεία για να εισέλθει στο χώρο του εργοστασίου, δεν ήλεγξε
προηγουμένως αυτόν.
Συνυπαιτιότητα και του παθόντος διότι από αμέλεια επιχείρησε να διέλθει
ανάμεσα από το όχημα και το μετασχηματιστή, με αποτέλεσμα την παράσυρσή
του.
Χρέη αποκλειστικής νοσοκόμου από τη σύζυγο του παθόντος με υπερένταση
των προσπαθειών της και σε βάρος άλλων απασχολήσεών της. Δαπάνη
μετακινήσεων της συζύγου, ως αναγαίας συνοδού. Ανικανότητα προς εργασία
και απώλεια εισοδημάτων-μισθών, υπερωριών και λοιπών εργατικών παροχών.
Αποζημίωση λόγω αναπηρίας, η οποία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από
τις άλλες αξιώσεις αποζημίωσης.
27.4.14
ΑΠ 869/2013: ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ-ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ
Φοροδιαφυγή - Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία -
Παραγραφή -. Η έκδοση από το δράστη πλαστών ή εικονικών φορολογικών
στοιχείων ή αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή νόθευση γνήσιων
φορολογικών στοιχείων συνιστά ειδική περίπτωση φοροδιαφυγής.
Υποκειμενικά απαιτείται δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και
με την έννοια της αμφιβολίας, της πλαστότητας ή της εικονικότητας των
φορολογικών στοιχείων και, επί νόθευσης της γνησιότητας αυτών και
περαιτέρω τη θέληση ή αποδοχή του δράστη να προβεί στην έκδοση των
πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή στη νόθευση γνήσιων
στοιχείων. Στην μορφή αυτή της φοροδιαφυγής η ποινική δίωξη μπορεί να
ασκηθεί άμεσα με βάση τα πορίσματα του φορολογικού ελέγχου και τη
μηνυτήρια αναφορά του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής
υπηρεσίας ή του προϊσταμένου της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο,
σε περίπτωση που ο έλεγχος διενεργήθηκε από όργανα του Σώματος Δίωξης
Οικονομικού Εγκλήματος ή των Ελεγκτικών Κέντρων του άρθρου 3 του ν.
2343/1995. Η παραγραφή του αδικήματος αρχίζει από την ημερομηνία
θεώρησης του οικείου πορίσματος του φορολογικού ελέγχου από τον
προϊστάμενο της αρχής που διενήργησε τον έλεγχο.
25.4.14
ΜονΠρΛαρίσσης 45/2010: ΕΥΘΥΝΗ ΕΚ ΤΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ
Ευθύνη εκ των διαπραγματεύσεων - Προσυμβατική ευθύνη - Αρνητικό διαφέρον - Διαφέρον εμπιστοσύνης - Αδικοπραξία - Αδικαιολόγητος πλουτισμός - Συντρέχον πταίσμα Πώληση -. Ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις γεννιέται σε περίπτωση αντίθετης προς την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη επιβλαβούς συμπεριφοράς κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων σύναψης της σύμβασης. Ιδίως γεννιέται, όταν ματαιώνεται η κατάρτιση της σύμβασης, μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και πριν από μόνη την υπογραφή της σύμβασης, για τη σύναψη της οποίας δόθηκαν σαφείς διαβεβαιώσεις από το ένα μέρος. Ο υπαίτιος της ματαίωσης της σύμβασης υποχρεούται στην καταβολή αποζημίωσης (αρνητικό διάφεραν), λόγω διάψευσης της εύλογης εμπιστοσύνης του άλλου μέρους προς κατάρτιση της σύμβαση. Η αποζημίωση περιλαμβάνει τόσο τη θετική όσο και την αποθετική ζημία. Δεν δημιουργείται υποχρέωση χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, εκτός και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αδικοπραξίας. Σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης της κυριότητας ακινήτου με ιδιωτικό έγγραφο και εξόφληση του τιμήματος. Η διαπραγμάτευση από τον φερόμενο ως πωλητή ακινήτου χωρίς να έχει την κυριότητα ετϊ αυτού και η είσπραξη όλου του τιμήματος αποτελεί συμπεριφορά αντίθετη προς την καλή πίστη. Η ΑΚ 300 εφαρμόζεται και στην περίπτωση της ευθύνης από τις διαπραγματεύσεις. Η αγορά ακινήτου με ιδιωτικό συμφωνητικό εν γνώσει του φερόμενου αγοραστή ότι δεν αποκτά κανένα δικαίωμα θεμελιώνει συνυπαιτιότητα αυτού στη ζημία. Ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο πλουτισμός δεν σώζεται αποτελεί ένσταση καταλυτική της βάσης της αγωγής. Η ένσταση συνυπαιτιότητας δεν εγείρεται κατά της αξίωσης αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η απώλεια του πλουτισμού προς εκπλήρωση προσωπικών δαπανών του λήπτη αποκλείει την αξίωση.
Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου 52/2005: ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΔΗΜΟΥ ΑΠΟ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΟΔΩΝ
Αστική ευθύνη δημοσίου - Δημοτικές και κοινοτικές οδοί -Συντήρηση οδών - Πτώση αυτοκινήτου σε χάνδακα -. Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου, των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Απαιτείται η ενέργεια να βρίσκεται σε εσωτερική συνάφεια με την εξουσία που τους έχει ανατεθεί και να συντρέχει πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς και ζημίας. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα των δήμων και Κοινοτήτων ανήκει η κατασκευή ή συντήρηση και λειτουργία δημοτικών ή κοινοτικών οδών. Υφίσταται καθήκον των αρμοδίων οργάνων απέναντι στους ιδιώτες που χρησιμοποιούν τις οδούς να φροντίζουν να μην περικλείει η χρησιμοποίησή τους γι΄ αυτούς κινδύνους ζωής ή περιουσίας. Η οποιαδήποτε παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας του Δήμου σε σχέση με τις παραπάνω υποχρεώσεις των οργάνών του, ως αναγόμενη σε άσκηση εξουσίας συνιστά παρανομία της διοίκησης και δημιουργεί νόμιμο λόγο ευθύνης για αποζημίωση αυτών που ζημιώθηκαν. Επίσης δημιουργεί και υπέρ του ιδιώτη δικαίωμα έγερσης αγωγής αποζημίωσης κατά του Δήμου, ανεξάρτητα από το γεγονός αν υπάρχει υπαιτιότητα των οργάνων.
ΤρΔΠρ(Συμβ) Πατρ 66/2014:Άρνηση θεώρησης ασφαλιστικών βιβλιαρίων
ΟΑΕΕ - Ληξιπρόθεσμες οφειλές - Άρνηση θεώρησης ασφαλιστικών βιβλιαρίων - Ασφαλιστική ενημερότητα - Προστασία της υγείας -.
Υποχρέωση της Πολιτείας για προστασία της υγείας. Δεκτό το αίτημα των περισσότερων από τους αιτούντες για θεώρηση των βιβλιαρίων υγείας τους από τον ΟΑΕΕ. Η μη θεώρηση των βιβλιαρίων υγείας των αιτούντων ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών τους συνιστά επαχθέστατο μέτρο εις βάρος τους και καθιστά αυτούς σε δυσμενέστατη θέση έναντι του Οργανισμού, καθόσον αυτοί μεν στερούνται παντελώς ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης, ενώ ο Οργανισμός συνεχίζει να χρεώνει τις αναλογούσες σε καθέναν των αιτούντων εισφορές και δικαιούται να προβεί στην ικανοποίηση των απαιτήσεών του οποτεδήποτε με τη λήψη εις βάρος τους αναγκαστικών μέτρων είσπραξης. Απόρριψη αιτημάτων για κατάταξη καθενός των αιτούντων στη μικρότερη δυνατή κλίμακα εισφορών, για αποχή του οργανισμού από κάθε λήψη αναγκαστικών μέτρων εις βάρος των αιτούντων με σκοπό την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους και για λήψη ασφαλιστικής ενημερότητας από τους αιτούντες.
24.4.14
ΑΠ 998/2012: ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ-ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΑΠΟΛΥΣΗ-ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ
Εργατικό ατύχημα - Αυτοτραυματισμός εργαζομένης - Χρηματική
ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης - Καταχρηστική απόλυση - Αναίρεση για
έλλειψη νόμιμης βάσης -. Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή
ψυχικής οδύνης κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (ΑΚ 914, 922 και 932 ΑΚ,
βλ. και ΟλΑΠ 1117/86), δηλ. απαιτείται πταίσμα του εργοδότη ή των
προστηθέντων του που μπορεί να συνίσταται και σε οποιαδήποτε αμέλεια και
όχι μόνο στην μη τήρηση των κανονισμών ασφαλείας. Κρίθηκε ότι αποτελεί
εργατικό ατύχημα ο αυτοτραυματισμός εργαζόμενης, την οποία εξύβρισε ο
φορέας της επιχείρησης, διότι δήλωσε ότι δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε
πρόσθετη εργασία που της ανατέθηκε, ανεξάρτητα από το ότι οφειλόταν σε
πράξη εκούσια της εργαζομένης, διότι επήλθε από αιφνίδιο και βίαιο
συμβάν κατά την εκτέλεση της εργασίας της αναιρεσίβλητης και εξ αφορμής
αυτής, το οποίο δεν θα ελάμβανε χώρα χωρίς την εργασία της και την
εκτέλεσή της υπό τις δεδομένες συνθήκες και περιστάσεις. Επιδίκαση
χρηματικής ικανοποίησης για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που η
εργαζόμενη υπέστη από αυτό. Το εφετείο επιδίκασε χρηματική ικανοποίηση
ποσού 60.000 ευρώ. Καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου.
Αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζομένου. Είναι άκυρη ως
καταχρηστική όταν υπαγορεύεται από ταπεινά ελατήρια που δεν εξυπηρετούν
τον σκοπό του δικαιώματος. Ο εργοδότης κατήγγειλε καταχρηστικά τη
σύμβαση της εν λόγω, όταν μετά δίμηνη αναρρωτική άδεια επέστρεψε στην
επιχείρηση. Βάσιμος αναιρετικός λόγος από τον αριθ. 19 του άρθρου 559
ΚΠολΔ. Το εφετείο έκρινε ότι η καταγγελία της σύμβασης εργασίας της
εργαζομένης ήταν καταχρηστική και ότι με τη μη απασχόλησή της επέρχεται
μείωση των αποδοχών της αλλά και προσβολή εν γένει της προσωπικότητάς
της, ενώ η άρνηση της αναιρεσείουσας εργοδότριας εταιρίας να απασχολεί
πραγματικά την αναιρεσίβλητη είναι καταχρηστική. Κρίθηκε ότι η εν λόγω
κρίση διαλαμβάνει ανεπαρκείς αιτιολογίες καθώς δεν διευκρινίζεται για
ποιο λόγο η μη απασχόληση της αναιρεσίβλητης στα καθήκοντά της ως
καθαρίστριας επέφερε και ηθική μείωση της προσωπικότητάς της στο
επαγγελματικό και το κοινωνικό περιβάλλον. Αναίρεση της απόφασης κατά το
μέρος αυτό.
ΕφΘεσ 2025/2012: ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΑ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ
Προσωπικότητα - Περιβάλλον - Κοιμητήρια -. Το δικαίωμα χρήσης
των κοινών σε όλους και των κοινόχρηστων πραγμάτων, στα οποία
περιλαμβάνονται και τα περιβαλλοντικά αγαθά, αποτελεί εκδήλωση του
δικαιώματος της προσωπικότητας η προσβολή του δικαιώματος χρήσης
συνίσταται στη διατάραξη από τρίτους του περιβαλλοντικού αγαθού κατά
τέτοιο τρόπο ώστε, είτε να αλλοιώνεται ή να καταργείται η κοινή ωφέλεια
που πηγάζει από τη χρήση του, είτε να καθίσταται αδύνατη η ίδια η χρήση
του ή να προσβάλλεται η σωματική και ψυχική υγεία του προσώπου. Θεσμικό
πλαίσιο προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος στο ελληνικό και κοινοτικό
δίκαιο - αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης - διαδικασία
της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων δραστηριοτήτων και έργων.
Όροι ίδρυσης και λειτουργίας κοιμητηρίων από Ο.Τ.Α. - ελάχιστες
αποστάσεις κοιμητηρίων από σχέδια πόλης, μεμονωμένες κατοικίες, φρεάτια
και πηγές πόσιμου νερού - η μη τήρηση των όρων που έχουν τεθεί για την
επέκταση κοιμητηρίων δημιουργεί επιστημονική αβεβαιότητα για τη
δυνατότητα ασφαλούς χρήσης των περιβαλλοντικών αγαθών, καθιστά παράνομη
την επέκτασή τους και συνεπάγεται μειωτική διαταραχή της προσωπικότητας
όσων χρησιμοποιούν όμορα ακίνητα, οι οποίοι δικαιούνται να ζητήσουν την
άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον.
ΕφΛαρίσης 373/2011: ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΦΑΓΕΙΑ-ΡΥΠΑΝΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ-ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ
Προσωπικότητα - Προσβολή προσωπικότητας - Προστασία
περιβάλλοντος Ρύπανση περιβάλλοντος - Δημοτικά σφαγεία - Ζώα -
Κατάχρηση δικαιώματος - Κατάσταση ανάγκης -. Η παράνομη παραβίαση του
φυσικού περιβάλλοντος, ως αυτοτελώς προστατευόμενου κοινόχρηστου αγαθού,
συνιστά προσβολή της προσωπικότητας, εκτός του ότι η ρύπανση συνιστά
και ποινικά κολάσιμη πράξη. Λόγο άρσης του παράνομου χαρακτήρα της
προσβολής συνιστά και η ενάσκηση νομίμου δικαιώματος προστατευομένου ως
υπέρτερου της προσωπικότητας, καθώς και η κατάσταση ανάγκης, που υπάρχει
όταν οι περιστάσεις έχουν δημιουργήσει τέτοια κατάσταση, ώστε να
υπάρχει σύγκρουση δύο έννομων αγαθών που, υπό κανονικές συνθήκες, είναι
άσχετα μεταξύ τους. Επί παράνομης προσβολής προσωπικότητας, ικανοποίηση
ηθικής βλάβης, εφόσον υπάρχει πταίσμα του προσβολέα. Επί κατάχρησης
δικαιώματος μόνη η μακρόχρονη αδράνεια του δικαιούχου και η καλόπιστη
πεποίθηση του υπόχρεου ότι δεν θα ασκηθεί το δικαίωμα, δεν αρκεί, εκτός
αν συνοδεύεται από προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου, που,
μεταβάλλοντας στάση, επιχειρεί εκ των υστέρων ανατροπή παγιωθείσας
κατάστασης με πρόκληση δυσμενών επιπτώσεων. Παράνομη προσβολή
προσωπικότητας εκ της λειτουργίας δημοτικών σφαγείων, όπου, κατά
παράβαση της νομοθεσίας για τους όρους λειτουργίας, δεν αποτεφρώνονται
τα στερεά υποπροϊόντα σφαγής των ζώων αλλά απορρίπτονται ανεξέλεγκτα σε
κοίτη ποταμού σε διανοιγέντες λάκκους χωρίς επιχωμάτωση και το αίμα των
ζώων δεν συγκεντρώνεται σε ειδικές δεξαμενές, λύματα δε και απόβλητα
διοχετεύονται σε εγκαταστάσεις βιολογικού σταθμού του σφαγείου και από
εκεί σε χείμαρρο που διέρχεται παραπλεύρως της οικίας των εναγόντων, με
αποτέλεσμα ρύπανση του περιβάλλοντος και κίνδυνο υγείας των κατοίκων.
Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος και συντρέχοντος πταίσματος
των εναγόντων διότι, ενώ γνώριζαν ότι τα σφαγεία λειτουργούν παράνομα
και προκαλούν ρύπανση, ανήγειραν οικία στην περιοχή, χωρίς ποτέ να
διαμαρτυρηθούν. Απόρριψη ενστάσεων αφενός μεν ελλείψει αιτιώδους
συνδέσμου, έστω και αν οι ενάγοντες τελούσαν σε γνώση της κατάστασης,
αφετέρου δε διότι η προσβολή περιβαλλοντικών αγαθών συνιστά προσβολή της
ζωής και υγείας του ανθρώπου, που είναι υπέρτερα της οικονομικής
εξέλιξης της εναγόμενης.
ΑΠ 207/2010: ΑΠΟΨΙΛΩΣΗ ΔΑΣΟΥΣ & ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ
Προσβολή της προσωπικότητας με την καταστροφή ή αποψίλωση
δημόσιου δάσους -. Στην έννοια του κοινόχρηστου πράγματος υπάγεται και
το δημόσιο δάσος, το οποίο αναγνωρίζεται από το δίκαιο ως περιβαλλοντικό
αγαθό, που εντάσσεται στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα (Σ 24 παρ.
1) και διατηρεί τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του ως δάσος ακόμα και μετά
την καταστροφή ή αποψίλωσή του (Σ 117 παρ. 3), θεμελιώνεται δε και
δικαίωμα αποζημίωσης σε βάρος εκείνου που προκαλεί ρύπανση ή άλλη
υποβάθμιση του περιβάλλοντος (άρθρ. 29 του ν. 1650/1986). Η παράνομη
προσβολή του δικαιώματος επί της προσωπικότητας μπορεί να συνίσταται
είτε σε αυθαίρετο αποκλεισμό της προσβάσεως σε δημόσιο δάσος, είτε σε
αλλοίωση της φυσιογνωμίας ή καταστροφή του, με συνέπεια να υποβαθμίζεται
(για λόγους αισθητικής, αναψυχής και υγιεινής) η ποιότητα ζωής των
ευρισκομένων διαρκώς ή προσκαίρως σε τοπική σχέση με το δημόσιο δάσος
(σχετ. ΑΠ 407/07).
ΕφΑθ 2932/2012: Σύμβαση εμπορικής συνεργασίας - Άκυρη δικαιοπραξία - Αισχροκέρδεια
Σύμβαση εμπορικής συνεργασίας - Προμήθεια καυσίμων - Άκυρη
δικαιοπραξία - Αισχροκερδής δικαιοπραξία - Δυσαναλογία
παροχής-αντιπαροχής - Αντισυμβατική συμπεριφορά - Εκμετάλλευση - Ποινική
ρήτρα -. Φανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής είναι αυτή
που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών
συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο, κατά το οποίο είναι
ανθρωπίνως θεμιτό να αποκομίζει ο ένας, όφελος από σύμβαση οικονομικού
περιεχομένου με ζημία του άλλου. Η δυσαναλογία των παροχών κρίνεται με
βάση το χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας και αποτελεί νομική έννοια, η
εξειδίκευση της οποίας από το δικαστήριο της ουσίας ελέγχεται από τον
Άρειο Πάγο. Εκμετάλλευση υπάρχει όταν αυτός που γνωρίζει την κατάσταση
του αντισυμβαλλομένου του (ανάγκη, κουφότητα, απειρία) επωφελείται και
με κατάλληλο χειρισμό επιτυγχάνει προφανώς μειωμένη αντιπαροχή. Στην
προκειμένη, αποδείχτηκε ότι η εν λόγω σύμβαση καταρτίστηκε κατόπιν
διαπραγμάτευσης μεταξύ των μερών και υπογράφηκε από τους εναγομένους,
αφού διάβασαν το περιεχόμενο της. Το γεγονός δε ότι αυτοί δεν κράτησαν
αντίγραφα της συμβάσεως οφείλεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, σε
αμέλεια τους, ενώ οι ίδιοι δεν τήρησαν όλες τις συμβατικές τους
υποχρεώσεις και δη δεν τήρησαν αυτές που αφορούν τη ρήτρα
αποκλειστικότητας, τις ελάχιστες συμφωνηθείσες ποσότητες καυσίμων, τις
δαπάνες εξωραϊσμού κλπ. Συνακόλουθα, δεν συντρέχει η έννοια της
εκμετάλλευσης. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου η συμφωνηθείσα ποινική
ρήτρα των 2 δρχ (0,059ε), ανά λίτρο υπολειπόμενου καυσίμου, δεν είναι
δυσανάλογα μεγάλη, αφού ληφθούν υπόψη το μέγεθος της ποινής σε σύγκριση
με την αξία της αντιπαροχής, το πταίσμα του πρώτου εναγομένου, η ωφέλεια
αυτού από τη μη προσήκουσα εκπλήρωση της επίδικης υποχρέωσης του, το
δικαιολογημένο συμφέρον της ενάγουσας, καθώς και η οικονομική κατάσταση
των διαδίκων. Αβάσιμη έφεση στο σύνολό της.
ΕφΛαρίσης 59/2013: Σύμβαση εμπορικής συνεργασίας-Έκτακτη καταγγελία
Σύμβαση
εμπορικής συνεργασίας - Σύμβαση δικαιόχρησης - Πρατήριο καυσίμων -
Χρησιδάνειο - Έκτακτη καταγγελία - Απόδοση χρησιδανεισθέντος - Σήμα -
Σύμβαση δικαιόχρησης (franchising) -. Σύμβαση εμπορικής συνεργασίας
δεκαετούς διάρκειας μεταξύ της ενάγουσας, εμπόρου πετρελαιοειδών που τα
πωλεί στο καταναλωτικό κοινό μέσω πρατηρίων της ιδίας ή τρίτων, και του
εναγομένου που ανέλαβε την υποχρέωση να προμηθεύεται αποκλειστικά από
αυτή καύσιμα και να τα μεταπωλεί μέσω του ένδικου πρατηρίου που του
χρησιδάνεισε η μισθώτρια ενάγουσα. Παραχώρηση από την ενάγουσα και του
δικαιώματος εκμετάλλευσης των σημάτων και της τεχνογνωσίας της, ο δε
εναγόμενος έπρεπε να συμμορφώνεται με το υποδεικνυόμενο από αυτήν
σύστημα οργάνωσης και λειτουργίας του πρατηρίου. Ενόψει της
αποκλειστικής προμήθειας των προϊόντων από την ενάγουσα και την υπαγωγή
του εναγομένου στις διαχειριστικές και οργανωτικές αποφάσεις της, η εν
λόγω σύμβαση - πλαίσιο συνιστά σύμβαση δικαιόχρησης (franchising
διανομής). Καταγγελία του χρησιδανείου, ως παρεπόμενης σύμβασης, κατόπιν
λύσης της κύριας σύμβασης εμπορικής συνεργασίας. Η λύση αυτή συνιστά
σπουδαίο λόγο για την έκτακτη καταγγελία του οικονομικά εξαρτημένου
χρησιδανείου, διό η καταγγελία επέφερε άμεση λύση του, με υποχρέωση
απόδοσης του πρατηρίου σε εύλογο διάστημα, μη υπερβαίνον κατά την καλή
πίστη τις 30 ημέρες. Μη απόδειξη ανάκλησης της καταγγελίας εκ μόνης της
προμήθειας του εναγομένου με καύσιμα από την ενάγουσα.
23.4.14
ΑΠ 212/2014: ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΟΛΑΒΙΑΣ-ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΟΥ-ΕΝΟΧΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ
Τραυματισμός οικοδόμου σε οικοδομή - Ενοχή εις ολόκληρον -
Ευθύνη - Σύμβαση εργολαβίας - Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης -
Αδικοπραξία - Πρόστηση - Μέτρα ασφαλείας εργαζομένων - Στοιχεία
ορισμένου αγωγής - Συνυπαιτιότητα -.
Σοβαρός τραυματισμός οικοδόμου κατά την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών
λόγω παράλειψης λήψης των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας εργαζομένων. Για
να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω
ηθικής βλάβης, αρκεί να συντέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα
του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν, με την έννοια του άρθρου 914
ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η
ειδική αμέλεια περί την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ. 1
του Ν. 551/1915. Πότε ο εργολάβος θεωρείται προστηθείς του εργοδότη.
Ενοχή εις ολόκληρον. Ευθύνη επιβλέποντος μηχανικού,
εργολάβου-κατασκευαστή, υπεργολάβου. Σύμβαση εργολαβίας. Κρίθηκε ότι ο
ιδιοκτήτης της οικοδομής δεν ευθυνόταν έναντι του ενάγοντος για την
καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης διότι δεν
αποδείχθηκε ότι με την σχετική σύμβαση εργολαβίας είχε επιφυλάξει στον
εαυτό του το δικαίωμα στην διεύθυνση και επίβλεψη της εκτελέσεως του
έργου. Στοιχεία ορισμένου της σχετικής αγωγής. Κρίθηκε ότι η επίδικη
αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, αφού περιέχει όλα τα κατά νόμο απαραίτητα
στοιχεία, τα οποία την θεμελιώνουν και δικαιολογούν την άσκησή της εκ
μέρους του ενάγοντος κατά του εναγομένου ήτοι ότι από παράνομη
συμπεριφορά του και ειδικότερα από αμέλεια (αυτού και άλλων), οι οποίοι
δεν έλαβαν τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα, επήλθε ο τραυματισμός
αυτού, με τις εντεύθεν συνέπειες, κατά τα ειδικότερα στην αγωγή
αναφερόμενα, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξειδικεύονται τα μέτρα αυτά.
ΑΠ 141/2014: ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ-ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ ΥΓΕΙΑΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ
Εργατικές διαφορές - Βιβλιάριο υγείας - Επιχείρηση
υγειονομικού ενδιαφέροντος - Ακυρότητα σύμβασης - Πλήρης απασχόληση -.
Απόρριψη αναιρετικού λόγου από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Το
Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του επαρκείς αιτιολογίες ως
προς την φύση της σχέσης εργασίας της αναιρεσίβλητης ως «μη μερικής»,
δηλ. ως πλήρους απασχόλησης και διατύπωσε συναφώς σαφές αποδεικτικό
πόρισμα και δεν παραβίασε εκ πλαγίου τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις
του άρθ. 38 § 1 ν.1892/1990, που αφορούν τις προϋποθέσεις έγκυρης
σύναψης σύμβασης μερικής απασχόλησης, οι οποίες δεν ήταν εφαρμοστέες και
δεν εφαρμόσθηκαν.
ΑΠ 188/2014: Αναγκαστική εκτέλεση-επιχείρηση πράξης που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο
Αριθμός 188/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο
Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Μουστάκα, Χριστόφορο
Κοσμίδη, Νικόλαο Τρούσα και Ασπασία Καρέλλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του,
στις 12 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου
Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:
ΣυμβΠλημΚιλκίς 12/2014: Αίτηση άρσης κατάσχεσης αυτοκινήτου-Αιτών ιδιοκτήτης μη συνεργός
Κατάσχεση μεταφορικού μέσου με το οποίο
μεταφέρθηκαν ναρκωτικές ουσίες. Δεκτή η αίτηση άρσης της κατάσχεσής του και
απόδοσής του σε αυτόν, του ιδιοκτήτη του εν λόγω αυτοκινήτου, ο οποίος το είχε
εκμισθώσει στον δράστη της συγκεκριμένης αξιόποινης πράξης, και ο οποίος
αποδείχθηκε επίσης ότι δεν είχε καμία συμμετοχή ή γνώση της τελεσθείσας
αξιόποινης πράξης. Το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών διατάσσει την άρση της
κατάσχεσης του εν λόγω αυτοκινήτου και την απόδοσή του στον αιτούντα ιδιοκτήτη
του, καθώς εκτιμάται βάσιμα ότι από την άρση της κατάσχεσης δεν θα προκύψει
δυσχέρεια στη διενέργεια της κύριας ανάκρισης και στην αποκάλυψη της αλήθειας,
ενώ αντίθετα η διατήρησή της θα επιφέρει δυσανάλογη οικονομική επιβάρυνση του
αιτούντος ιδιοκτήτη ελεύθερου επαγγελματία.
ΑΠ 147/2013 (Ποιν): ΥΠΕΞΑΙΡΕΣΗ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ-ΧΡΗΣΗ ΠΛΑΣΤΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ-ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ
Υπεξαίρεση στην υπηρεσία - Παράβαση καθήκοντος - Χρήση πλαστού
εγγράφου - Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία -. Κατά την τέλεση της
αξιόποινης πράξης της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία ο υπάλληλος λαμβάνει
χρήματα ή άλλα κινητά πράγματα με την υπαλληλική του ιδιότητα, όταν
μεταξύ της λήψης και της υπαλληλικής ιδιότητάς του υπάρχει άμεση σχέση
αιτιότητας. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις
που υπάλληλος λαμβάνει το πράγμα ή τα χρήματα στο πλαίσιο της
υπαλληλικής του αρμοδιότητας, αλλά υπάρχει και εκεί, που μπορεί να μην
έχει "in concreto" αρμοδιότητα, το πράγμα όμως δίνεται σ' αυτόν ως
υπάλληλο. Επιπλέον για τη θεμελίωση του εγκλήματος της χρήσης πλαστού
εγγράφου, απαιτείται η χρησιμοποίηση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου,
με την έννοια ότι ο δράστης θα καταστήσει προσιτό το έγγραφο αυτό στον
μέλλοντα να παραπλανηθεί από το περιεχόμενο αυτού τρίτο και θα δώσει σ'
αυτόν τη δυνατότητα να λάβει γνώση του περιεχομένου του, χωρίς να
απαιτείται και να λάβει πράγματι γνώση ή να παραπλανηθεί ο τρίτος. Είναι
ορθή και αιτιολογημένη η καταδίκη των κατηγορούμενων, υπαλλήλων για
χρήση πλαστού εγγράφου (κατά μεταβολή της κατηγορίας, από πλαστογραφία
μετά χρήσης), για παράβαση καθήκοντος και για υπεξαίρεση στην υπηρεσία.
ΑΠ 74/2013 (Ποιν): ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ-ΔΗΜΟΤΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ
Παράβαση καθήκοντος - Υπάλληλος - Έλλειψη
αιτιολογίας -. Ως υπάλληλος, για την τέλεση της αξιόποινης πράξης της
παράβασης καθήκοντος, θεωρείται και ο δημοτικός σύμβουλος, ο οποίος
εκλέχθηκε νόμιμα ως μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου και μετέχει στις
συνεδριάσεις αυτού. Ως καθήκον, η παράβαση του οποίου καθιστά αξιόποινη
τη συμπεριφορά του υπαλλήλου, δεν νοείται οποιοδήποτε υπαλληλικό καθήκον
αλλά μόνο το καθήκον εκείνο που συνδέεται με την άσκηση συγκεκριμένης
υπηρεσιακής δραστηριότητας στο πλαίσιο της καθ' ύλην και κατά τόπον
αρμοδιότητας του υπαλλήλου, εκείνο δηλαδή που ανάγεται στην εκτέλεση του
ανατεθειμένου σ' αυτόν υπηρεσιακού έργου. Σκοπός παράνομης ωφέλειας ή
βλάβης συντρέχει, όταν ο δράστης επιδιώκει με την παράβαση των
υπηρεσιακών του καθηκόντων να επιφέρει την παράνομη ωφέλεια ή τη βλάβη
και συγχρόνως, όταν η υπηρεσιακή παράβαση είναι αντικειμενικά πρόσφορη,
να οδηγήσει στην ωφέλεια ή τη βλάβη με τον συγκεκριμένο τρόπο που
σχεδιάστηκε και τελέστηκε από το δράστη, ο οποίος πρέπει να γνωρίζει την
εν λόγω προσφορότητα. Αναιρείται η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση
για παράβαση καθήκοντος των μελλών του Δημοτικού Συμβουλίου, τα οποία
αποφάσισαν την αποσφράγιση επιχείρησης που λειτουργούσε παράνομα.
Συγκεκριμένα, δεν γίνεται σαφές γιατί η πράξη αυτή είναι πρόσφορη να
προκαλέσει παράνομο όφελος.
ΑΠ 846/2013 (Ποιν): ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ & ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΑ ΤΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ
Μη καταβολή χρεών το Δημόσιο - Ειδική και
εμπεριστατωμένη αιτιολογία - Φοροδιαφυγή -. Η προηγούμενη επί της
προσφυγής του φορολογούμενου τελεσίδικη κρίση του αρμοδίου διοικητικού
δικαστηρίου, και στην περίπτωση που δεν ασκήθηκε τέτοια προσφυγή, η
οριστικοποίηση της φορολογικής παράβασης, δεν απαιτείται, για τα
εγκλήματα της παραβίασης της προθεσμίας καταβολής των χρεών προς το
Δημόσιο και τρίτους που είναι βεβαιωμένα στις αρμόδιες υπηρεσίες. Στις
περιπτώσεις αυτές, η ποινική δίωξη ασκείται άμεσα με βάση τα πορίσματα
του φορολογικού ελέγχου και τη μηνυτήρια αναφορά του Προϊσταμένου της
αρμόδιας Δ.Ο.Υ., εφόσον δεν ασκήθηκε προσφυγή κατά του οικείου φύλλου
ελέγχου. Η μηνυτήρια αναφορά πρέπει να συνοδεύεται από επικυρωμένα
αντίγραφα της οικείας έκθεσης ελέγχου, της καταλογιστικής πράξης του
φόρου και των στοιχείων, από τα οποία να αποδεικνύεται η οριστικοποίηση
της φορολογικής εγγραφής για την άσκηση της κατά Νόμο ποινικής δίωξης.
ΑΠ 368/2013 (Ποιν): ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ-ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ
Φοροδιαφυγή
- Παραγραφή - Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία -. Είναι ορθή και
αιτιολογημένη η καταδικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή, και ειδικότερα για την
πράξη της αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων, κατ' εξακολούθηση. Ως
πλαστό θεωρείται και το φορολογικό στοιχείο που έχει διατρηθεί ή σφραγιστεί με
οποιοδήποτε τρόπο, χωρίς να έχει καταχωρηθεί και όταν το περιεχόμενο και τα
λοιπά στοιχεία του πρωτοτύπου ή αντιτύπου αυτού, είναι διαφορετικά από αυτά που
αναγράφονται στο στέλεχος του ίδιου στοιχείου. Τέλος, εικονικό είναι το
στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολό της ή για μέρος αυτής
ή για συναλλαγή που πραγματοποιήθηκε από πρόσωπα διαφορετικά από αυτά που
αναγράφονται στο στοιχείο ή το ένα από αυτά είναι άγνωστο φορολογικώς πρόσωπο,
με την έννοια ότι δεν έχει δηλώσει την έναρξη του επιτηδεύματός του, ούτε έχει
δηλώσει στοιχεία στην κατά τόπο αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία. Η
παραγραφή του αδικήματος αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης επί της
προσφυγής που ασκήθηκε ή σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής, από την
οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής.
ΑΠ 61/2013 (Ποιν): ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ-ΕΚΔΟΣΗ/ΑΠΟΔΟΧΗ/ΝΟΘΕΥΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
Φοροδιαφυγή - Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία - Δόλος -.
Η έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων, η αποδοχή εικονικών
φορολογικών στοιχείων και η νόθευση τέτοιων στοιχείων συνιστούν
περιπτώσεις φοροδιαφυγής. Εικονικό είναι, ανάμεσα στα άλλα, το
φορολογικό στοιχείο, όταν αυτό εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο
σύνολό της ή και για μέρος αυτής. Για τη στοιχειοθέτηση της παραπάνω
μορφής του εγκλήματος της φοροδιαφυγής, απαιτούνται αντικειμενικά, η
έκδοση από το δράστη πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή η
αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων. Υποκειμενικά απαιτείται δόλος, ο
οποίος περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και με την έννοια της αμφιβολίας,
της πλαστότητας ή της εικονικότητας των φορολογικών στοιχείων και την
αποδοχή αυτών, και περαιτέρω τη θέληση ή την αποδοχή του δράστη να
προβεί στην έκδοση των πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή να
αποδεχθεί εικονικά ολικά ή εν μέρει φορολογικά στοιχεία. Δεν απαιτείται
ως πρόσθετο στοιχείο για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εν
λόγω εγκλήματος, σκοπός του δράστη για την απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
Είναι ορθή και αιτιολογημένη η καταδίκη του κατηγορούμενου για
φοροδιαφυγή.
ΑΠ 1038/2013: ΑΔΙΚΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΠΑΤΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΙΣΘΩΤΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ
Αδικοπρακτική απάτη στα πλαίσια σύμβασης μισθώσεως -.
Περίπτωση αδικοπρακτικής συμπεριφοράς από τον εκμισθωτή και υπεκμισθωτή
που απέκρυψαν από τον ενάγοντα την αλήθεια, δηλαδή την ύπαρξη
πολεοδομικών παραβάσεων στο μίσθιο, αλλά και τον διαβεβαίωνε θετικά για
τη δυνατότητα νόμιμης λειτουργίας του μισθίου, προκειμένου να πεισθεί
εκείνος να μισθώσει τη χρήση του και αυτοί να προσπορίσουν στον εαυτό
τους παράνομο περιουσιακό όφελος με βλάβη του υπομισθωτή (Η υπαίτια (από
δόλο ή αμέλεια) ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται
μία σύμβαση, γεννά ενδοσυμβατική ευθύνη του οφειλέτη. Μπορεί όμως, πέρα
από την αξίωση που πηγάζει από τη σύμβαση, να θεμελιώσει ευθύνη και από
αδικοπραξία, αν, και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη, θα ήταν
καθεαυτή παράνομη, ως αντικείμενη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει η ΑΚ
να μη ζημιώνει κάποιος υπαιτίως άλλον (ΟλΑΠ 967/73 ΝοΒ 1974.505∙
Σταθόπουλος, ΓενΕνοχΔικ 2005 παρ. 15 αρ. 10). Με βάση την αρχή αυτή
αναιρέθηκε η απόφαση που δέχθηκε ευθύνη από αδικοπραξία του εγγυητή,
αφού χωρίς τη σύμβαση εγγύησης δεν θα ήταν νοητή η τέλεση της
συγκεκριμένης αδικοπραξίας (ΑΠ 219/09 ΤΝΠ ΔΣΑ). Επίσης, η ΑΠ 1024/10 ΤΝΠ
ΔΣΑ, δέχτηκε ότι αν ανατεθεί από τον ιδιοκτήτη σκάφους η επισκευή του
σε χώρο του επισκευαστή, πρόκειται για σύμβαση έργου με παρεπόμενη
σύμβαση παρακαταθήκης∙ σε περίπτ. κλοπής του σκάφους από αμέλεια των
προστηθέντων του εργολάβου, ο τελευταίος ευθύνεται σε αποζημίωση, αλλά
δεν συγκροτείται και ευθύνη του από αδικοπραξία, αφού η ζημία του
εργοδότη δεν θα επερχόταν χωρίς τη σύμβαση. Η απόφαση που δημοσιεύεται,
εν περιλήψει δεν φαίνεται να προβληματίζεται εν προκειμένω).
ΟλΑΠ 18/1999: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ-ΑΓΩΓΗ ΚΑΚΟΔΙΚΙΑΣ
Προστασία καταναλωτή - Δικηγόροι - Παροχή δικηγορικών
υπηρεσιών - Ευθύνη δικηγόρου - Ζημία εντολέως -. Η παροχή δικηγορικών
υπηρεσιών δεν υπάγεται στη ρύθμιση του Ν. 2251/1994 "περί προστασίας των
καταναλωτών". Η ευθύνη των δικηγόρων για ζημία που προκλήθηκε κατά την
παροχή των υπηρεσιών τους αποτελεί αντικείμενο της αγωγής κακοδικίας,
που θεσπίζει το άρθρο 73 ΕισΚΠολΔ. Μη κατάργηση αυτού από το άρθρο 14
παρ. 1 του Ν. 2251/1994. (Αντίθετη μειοψηφία εννέα μελών).
Συνταγματικότητα των διατάξεων του άρθρου 73 παρ. 1 -4 του ΕισΚΠολΔ. Μη
αντίθεση αυτών στα άρθρρα 4 και 20 του Συντάγματος. (Αντίθετη μειοψηφία
επτά μελών). Αντισυνταγματικότητα όμως της διατάξεως του άρθρου 73 παρ. 5
του ΕισΚΠολΔ, εξ αιτίας του χρονικού σημείου που ορίζει την έναρξη της
προθεσμίας ασκήσεως της αγωγής κακοδικίας. Αντίκειται στο άρθρο 20 του
Συντάγματος.
ΕφΑθ 2130/2013: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αθέμιτη εμπορική πρακτική - Πράξη ανταγωνισμού αντίθετη στα
χρηστά ήθη - Παραπλανητική διαφήμιση - Ανακριβής δήλωση του ν. 146/1914 -
Προστασία καταναλωτή -. Σκοπός του άρθρου 3 του ν. 146/1914 είναι η
προστασία των ανταγωνιστών και εμμέσως αλλά σαφώς των καταναλωτών και
της ολότητας από την παραπλανητική διαφήμιση. Αντίθετα, τα άρθρα 9 επόμ.
του ν. 2251/1994, που περιέχουν σύγχρονη και πιο διεξοδική ρύθμιση,
στοχεύουν άμεσα στην προστασία του καταναλωτή. Οι περισσότερες
περιπτώσεις της παραπλανητικής διαφήμισης υπάγονται στο άρθρο 3 του ν.
146/1914, όμως το άρθρο 1 του επεμβαίνει, όσες φορές συντρέχει
παραπλάνηση, η οποία δεν στηρίζεται σε δηλώσεις ή ανακοινώσεις του
διαφημίζοντος ως προς το προϊόν του κ.λ.π., αλλά στη συμπεριφορά του, με
προφανή σκοπό να οδηγήσουν τον καταναλωτή στη σύναψη σύμβασης. Έχει
ευρύτερο πεδίο εφαρμογής, επειδή μπορεί να θεωρηθεί ως αθέμιτη και η
παραπλάνηση, η οποία δεν υπάγεται στο πραγματικό του άρθρου 3.
Προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του παραπάνω άρθρου 3 είναι: 1) η
ύπαρξη δήλωσης του διαφημιζόμενου επαγγελματία που αφορά τις σχέσεις του
στις συναλλαγές του άρθρου 1 (εμπορικές, βιομηχανικές ή γεωργικές) και
γίνεται με τη μορφή δημόσιας γνωστοποίησης ή ανακοίνωσης με οποιοδήποτε
μέσο δημοσιότητας, 2) η δήλωση να προορίζεται για απροσδιόριστο και
κυρίως απεριόριστο αριθμό προσώπων και να είναι ανακριβής, δηλαδή να
έχει περιεχόμενο που δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Πότε μία δήλωση
είναι ανακριβής κατά το άρθρο 3 καθορίζεται από την αντίληψη των
συναλλαγών και ειδικότερα από την αντίληψη εκείνου του συναλλακτικού
κύκλου, προς τον οποίο απευθύνεται η δήλωση και 3) η ανακριβής δήλωση να
είναι ικανή-πρόσφορη να προκαλέσει στο καταναλωτικό κοινό την εντύπωση
ιδιαίτερα ευνοϊκής προσφοράς, χωρίς, πάντως, ν' απαιτείται να
δημιουργηθεί πράγματι τέτοια εντύπωση. Μόνο το ανακριβές της δήλωσης δεν
αρκεί, διότι ενδέχεται ανακριβή στοιχεία μιας διαφήμισης να μην
επηρεάζουν πάντοτε την αγοραστική πρόθεση των αποδεκτών της ή να
γίνονται αντιληπτά από το κοινό με τον ορθό τρόπο, είτε διότι αποτελούν
γενικές και εύχρηστες έννοιες των συναλλαγών, οπότε δεν εκλαμβάνονται
υπό το ακριβές αυτών περιεχόμενο, είτε διότι είναι πομπώδεις υπερβολές,
οπότε δεν εκλαμβάνονται ως σοβαρές. Πρέπει η ανακριβής δήλωση να είναι
ικανή να επηρεάσει με οποιονδήποτε τρόπο την αγοραστική συμπεριφορά των
αποδεκτών της διαφήμισης. Η εντύπωση αυτή πρέπει να προκαλείται σε ένα
αρκετά σημαντικό μέρος του συναλλακτικού κοινού, προς το οποίο
απευθύνεται και, επομένως, δεν ανήκει στην αποστολή του άρθρου 3 η
προστασία του κοινού από κάθε παραπλάνηση αλλά μόνο από αισθητή
παραπλάνηση. Τέλος, δεν είναι ανάγκη η ανακριβής δήλωση να έγινε με
σκοπό τον ανταγωνισμό αλλά αρκεί η ύπαρξη κινδύνου παραπλάνησης. Επίσης,
δεν απαιτείται υπαιτιότητα, η οποία είναι προϋπόθεση μόνο για την
αξίωση αποζημίωσης. Στην προκειμένη περίπτωση, η πρώτη εφεσίβλητη,
επεδίωκε με το επίδικο διαφημιστικό μήνυμα κατά το οποίο προέβαλε τη
μοναδικότητά της στο χώρο των ιατρικών μηχανημάτων, απλώς να προκληθεί
μία υπερβάλλουσα εντύπωση, η οποία όμως ήταν ευχερώς αντιληπτή από το
καταναλωτικό κοινό στο οποίο απευθυνόταν, και σε καμία περίπτωση με την
ενέργειά της αυτή δεν νοθεύθηκε ο επί του οικονομικού πεδίου ελεύθερος
ανταγωνισμός, στην προστασία του οποίου, επ' ωφελεία του κοινωνικού
συνόλου και της οικονομίας γενικώς, αποσκοπεί η γενική ρήτρα του άρθρου 1
του ν. 146/1914, ούτε όμως και παράβαση της διάταξης του άρθρου 3 του
ίδιου νόμου συντελέσθηκε, σκοπός της οποίας είναι η εξασφάλιση της
αλήθειας, της ακρίβειας και της σαφήνειας στις συναλλαγές, προκειμένου
να προστατευθούν τόσο οι ανταγωνιστές του διαφημιζόμενου επαγγελματία,
οι οποίοι λόγω παραπλανητικών δηλώσεων χάνουν την πελατεία τους, όσο και
το καταναλωτικό κοινό, και ως προς τους τελευταίους συμπληρωματικά
πρέπει να σημειωθεί ότι από τη συγκεκριμένη εμπορική πρακτική της πρώτης
εφεσίβλητης δεν προσβλήθηκε ούτε όμως και θα μπορούσε να θιγεί η
ελευθερία επιλογής τους κατά τη διαμόρφωση της τυχόν συναλλακτικής τους
απόφασης.
ΑΠ 430/2005: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ
Προστασία καταναλωτή - Στεγαστικά δάνεια - Γενικοί όροι
συναλλαγών - Καταχρηστικότητα ΓΟΣ -. Πότε οι Γ.Ο.Σ. είναι καταχρηστικοί.
Για την κρίση της ακυρότητας ή μη ως καταχρηστικών των όρων αυτών
λαμβάνεται υπόψη κατά κύριο λόγο το συμφέρον του καταναλωτή με
συνεκτίμηση όμως της φύσης των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σχετική
σύμβαση καθώς και του σκοπού της, πάντοτε δε στα πλαίσια επίτευξης
σχετικής ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων
μερών. Ως μέτρο ελέγχου της διατάραξης της ισορροπίας αυτής χρησιμεύει
κάθε φορά το ενδοτικό δίκαιο που ισχύει για τη συγκεκριμένη σύμβαση.
Στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για την επιβολή χρηματικής ποινής υπέρ
καταναλωτικών ενώσεων. Σύμβαση τραπεζικού δανείου. Ο ΓΟΣ ο οποίος
προβλέπει, ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημερών είναι
καταχρηστικός. Ο Γ.Ο.Σ. σύμφωνα με τον οποίο η τράπεζα δικαιούται να
καταγγείλει τη σύμβαση και να αναζητήσει το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού
του δανείου σε περίπτωση παράβασης οποιουδήποτε όρου της σύμβασης, οι
οποίοι λογίζονται όλοι ως ουσιώδεις, δεν είναι καταχρηστικός. Από το ν.
128/1975 ούτε προβλέπεται ρητά ως συμβατικά δυνατή αλλ ούτε και
απαγορεύεται η συμβατική μετακύλιση της εισφοράς που θεσπίζεται με το
νόμο αυτό στον πελάτη της τράπεζας. Η προβλεπόμενη από το άρθ. 10 § 9
εδ. α΄ ν. 2251/1994 δυνατότητα των ενώσεων καταναλωτών να εγείρουν
συλλογική αγωγή δεν περιορίζεται μόνο στην περίπτωση καταχρηστικών
γενικών όρων ή αντίθεσης σε συγκεκριμένους κανόνες δικαίου, που έχουν
τεθεί προς προστασία των καταναλωτών, αλλά επεκτείνεται σε κάθε παράνομη
συμπεριφορά του προμηθευτή ακόμη και πριν αυτή εκδηλωθεί. Η συμφωνία
μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη, με την οποία συμφωνείται, ότι το ύψος
της οφειλής του τελευταίου προς την πρώτη θα αποδεικνύεται από το
απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της Τράπεζας είναι έγκυρη και δεν στερεί
τον πιστούχο-οφειλέτη του δικαιώματος ανταπόδειξης. Ο όρος που
επιτρέπει στην Τράπεζα να εισπράττει αποζημίωση στην περίπτωση
προεξόφλησης του δανείου, χωρίς, ωστόσο, να γίνει επίκληση της ύπαρξης
ζημίας από την εν λόγω προεξόφληση είναι καταχρηστικός.
ΑΠ 801/2013: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΓΟΣ-ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ
Αναιρετικοί λόγοι κατά αποφάσεων πολυμελών πρωτοδικείων -
Προστασία καταναλωτή - Γενικοί όροι συναλλαγών - Καταχρηστικότητα -
Ασφαλιστική σύμβαση - Εξαίρεση από την ασφαλιστική κάλυψη -. Ο όρος της
ασφαλιστικής σύμβασης βάσει του οποίου εξαιρείται από την ασφαλιστική
κάλυψη οποιοδήποτε τροχαίο ατύχημα όταν ο οδηγός δεν φέρει ζώνη
ασφαλείας, αποτελεί γενικό όρο που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί
καταχρηστικός. Περίπτωση όπου κρίθηκε ότι ορθώς δεν επιδικάστηκε
ασφαλιστική αποζημίωση στους κληρονόμους θανατωθέντος σε αυτοκινητικό
ατύχημα, διότι ο εν λόγω δεν φορούσε κατά το ατύχημα τη ζώνη ασφαλείας.
Απόρριψη αναιρετικού λόγου από τον αριθ. 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ.
Απαράδεκτος ο αναιρετικός λόγος από το άρθρο 559 αριθ. 13 ΚΠολΔ για
εσφαλμένη εφαρμογή των ορισμών του νόμου ως προς το βάρος απόδειξης,
καθώς αυτός δεν περιλαμβάνεται στους λόγους για τους οποίους
περιοριστικά επιτρέπεται η αναίρεση κατά των αποφάσεων των πολυμελών
πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των
ειρηνοδικείων.
ΑΠ 1375/2010: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Προστασία καταναλωτή - Προστασία καταναλωτών από ελαττωματικά
προϊόντα - Ευθύνη παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος (αυτοκινήτου) -
Αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης - Υπαιτιότητα του
παραγωγού - Ευθύνη αποκλειστικού διανομέα - Συνυπαιτιότητα παθούσας
οδηγού -. Παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής του τελικού προϊόντος,
κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος επιθέτοντας επ'
αυτού την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό γνώρισμα, καθώς και κάθε
πρόσωπο που εισάγει ένα προϊόν για την εμπορική του δραστηριότητα.
Ελαττωματικό προϊόν είναι το προϊόν που δεν παρέχει την εύλογη
αναμενόμενη ασφάλεια ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών. Στο προστατευτικό
πεδίο του νόμου δεν περιλαμβάνεται και η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης
του καταναλωτή, λόγω ηθικής του βλάβης, κατά του παραγωγού
ελαττωματικού προϊόντος, η οποία μπορεί να θεμελιωθεί μόνον επί των
κοινών διατάξεων για τις αδικοπραξίες (ΑΚ 914, 932), εφόσον συντρέχουν
οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους. Ο καταναλωτής, κατ' ανάλογη εφαρμογή της
ΑΚ 925, βαρύνεται με την επίκληση και απόδειξη της αντικειμενικής
βλαπτικής ελαττωματικότητας του προϊόντος, της ζημίας και της αιτιώδους
συνάφειας μεταξύ της χρήσης αυτής και της ζημίας. Στον παραγωγό
εναπόκειται να επικαλείται και να αποδείξει προς απαλλαγή του, ότι δεν
τον βαρύνει πταίσμα ως προς την παραβίαση της συναλλακτικής του
υποχρέωσης, από την οποία προήλθε η ζημιά και η ηθική βλάβη. Επομένως η
υπαιτιότητα (πταίσμα) του παραγωγού δεν αποτελεί στοιχείο της νομικής
βάσης της εν λόγω αγωγής (ΑΠ 1051/04). Για τα ελαττώματα του προϊόντος
ευθύνεται επίσης και ο αποκλειστικός διανομέας. Το εφετείο έκρινε, υπό
τις συγκεκριμένες περιστάσεις του ατυχήματος, ότι ήταν ελαττωματικό το
σύστημα αερόσακων του αυτοκινήτου (βλ. σχετ. ΑΠ 851/09). Αυτοκινητικό
ατύχημα. Τραυματισμός οδηγού λόγω πραγματικού ελαττώματος του
αυτοκινήτου (ελαττωματική λειτουργία αερόσακων). Ευθύνη της εναγομένης
αποκλειστικής διανομέως λόγω παράβασης της συναλλακτικής της υποχρέωσης
σε σχέση με την ασφάλεια των καταναλωτών. Αδικοπρακτική ευθύνη για την
βλαπτική ελαττωματικότητα του προϊόντος που προμήθευσε την ενάγουσα και
υποχρέωσή της για αποζημίωση για τις υλικές ζημίες και σε χρηματική
ικανοποίηση για την ηθική βλάβη της παθούσας οδηγού. Συνυπαιτιότητα κατά
ποσοστό 50% της παθούσας οδηγού επειδή δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας.
ΑΠ 726/2012: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Προστασία καταναλωτή - Αδικοπρακτική ευθύνη ιατρού - Ιατρική
ευθύνη από αμέλεια - Αντιστροφή του βάρους αποδείξεως -. Η αδικοπρακτική
ευθύνη ιατρού θεμελιώνεται και εάν ο ιατρός ενεργήσει από αμέλεια, η
οποία υπάρχει και όταν το αποτέλεσμα οφείλεται σε παράβαση των
θεμελιωδών αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης και η ενέργεια
του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον
επιμέλειας. Δηλαδή θα πρέπει να μην καταβλήθηκε από τον ιατρό η
επιβαλλόμενη κατά αντικειμενική κρίση προσοχή και επιμέλεια, την οποία
κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος θα μπορούσε και όφειλε να
καταβάλλει κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, με βάση τους
νομικούς κανόνες, τις συνθήκες που επικρατούν στις συναλλαγές και την
κοινή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πείρα και λογική και συγχρόνως
να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ιατρικής πράξης ή παράλειψης
και του αξιόποινου μη επιδιωκόμενου αποτελέσματος, ενώ ουδεμία ευθύνη
φέρει ο ιατρός αν ενήργησε κατά τους πιο πάνω κανόνες (lege artis) και
ειδικότερα όπως θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις
και με τα στην διάθεση του μέσα, συνετός και επιμελής ιατρός (βλ. και
ΑΠ 181, 1762/11). Η εν λόγω ευθύνη ρυθμίζεται τόσο από τον α.ν.
1536/1939 «περί κωδικός ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος» και τις
σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα όσο και από το ν. 2251/1994 για
την «προστασία των καταναλωτών», στο πεδίο εφαρμογής του οποίου
εμπίπτουν και οι ιατρικές υπηρεσίες. Η τελευταία διάταξη καθιερώνει νόθο
αντικειμενική ευθύνη, με την έννοια της αντιστροφής του βάρους
αποδείξεως, τόσο ως προς την υπαιτιότητα, όσο και ως προς την παρανομία.
Εδώ εμπίπτουν και οι ιατρικές υπηρεσίες. Ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να
αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη
σύνδεσμο της ζημίας με την εν γένει παροχή των υπηρεσιών, όχι όμως και
τη συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη που επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα,
ενώ ο παρέχων τις υπηρεσίες ιατρός, προκειμένου να απαλλαγεί από την
ευθύνη, πρέπει να αποδείξει είτε την ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας
πράξης του είτε την έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την
παράνομη και υπαίτια πράξη του είτε τη συνδρομή κάποιου λόγου επαγόμενου
την άρση ή τη μείωση της ευθύνης του (βλ. και ΑΠ 589/11, 1227/07).
Περίπτ. όπου ανέκυψε ευθύνη μαιευτήρα ιατρού που βράδυνε να αποφασίσει
τοκετό με «καισαρική τομή» και το νεογνό υπέστη ανεπανόρθωτες
εγκεφαλικές βλάβες.
ΑΠ 535/2012: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΕΥΘΥΝΗ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
Προστασία καταναλωτή - Ευθύνη παρέχοντος τραπεζικές υπηρεσίες -
Ευθύνη Τράπεζας έναντι των πελατών-καταναλωτών -. Για τη θεμελίωση της
(αδικοπρακτικής) ευθύνης απαιτείται παράνομη και υπαίτια πρόκληση
ζημίας. Αμφότερες οι προϋποθέσεις αυτές (παρανομία και υπαιτιότητα)
συντρέχουν ταυτοχρόνως με βάση τη θεώρηση ιης αμέλειας ως μορφής
πταίσματος και ως μορφής παρανομίας («διπλή λειτουργία της αμέλειας»).
Αν στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών από την τράπεζα εκδηλωθεί συμπεριφορά,
μη ανταποκρινόμενη στην ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια, δηλαδή στις
συναλλακτικές υποχρεώσεις πρόνοιας και ασφάλειας, τότε η συμπεριφορά
αυτή είναι παράνομη και συγχρόνως υπαίτια. Συμπεριφορά από Τράπεζα μη
ανταποκρινόμενη στην ευλόγως προσδοκώμενη από τους πελάτες της
συναλλακτική της υποχρέωση πρόνοιας και ασφάλειας των συμφερόντων τους
είναι παράνομη και συγχρόνως υπαίτια («διπλή λειτουργία της αμέλειας»).
Ευθύνη προστήσαντος για πράξεις προστηθέντος. Οι προστηθέντες υπάλληλοι
της Τράπεζας παράνομα και υπαίτια προκάλεσαν ζημία σε πελάτη αυτής διά
της μη διενέργειας του απαραίτητου ελέγχου στο σώμα των επιταγών, με τον
οποίο ευχερώς θα αντιλαμβάνονταν τη συντελεσθείσα πλαστογραφία. Ενόψει
δε της νόθου αντικειμενικής ευθύνης, με την έννοια της αντιστροφής του
βάρους αποδείξεως τόσο ως προς την υπαιτιότητα όσο και ως προς την
παρανομία, ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να αποδείξει την παροχή των
υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο της ζημίας με την εν
γένει παροχή των υπηρεσιών, όχι όμως και τη συγκεκριμένη πράξη ή
παράλειψη που επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, ενώ ο παρέχων τις
υπηρεσίες προκειμένου να απαλλαγεί, πρέπει να αποδείξει είτε την
ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξης του, είτε την έλλειψη αιτιώδους
συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη του, είτε τη
συνδρομή κάποιου λόγου επαγόμενου την άρση ή τη μείωση της ευθύνης του.
ΑΠ 612/2012: ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ-ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
Διεκδικητική αγωγή ακινήτου από Δήμο - Καταχρηστική άσκηση
δικαιώματος - Η αδράνεια του δικαιούχου, ως θεμελιωτικός λόγος
κατάχρησης δικαιώματος -. Δεν αρκεί καταρχήν μόνη η επί μακρό χρόνο
αδράνεια του δικαιούχου να ασκήσει το δικαίωμά του, ούτε η καλόπιστη
πεποίθηση του υποχρέου ότι δεν υπάρχει δικαίωμα κατ' αυτού ή ότι δεν
πρόκειται τούτο να ασκηθεί, ούτε κατ' ανάγκη από την άσκησή του να
δημιουργούνται απλώς δυσμενείς ή και αφόρητες επιπτώσεις για τον
υπόχρεο, αλλ' απαιτείται κατά περίπτωση συνδυασμός των ανωτέρω ή
συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων, αναγομένων στη συμπεριφορά του
δικαιούχου όσο και του υπόχρεου, εφόσον όμως αυτή τελεί σε αιτιώδη σχέση
με εκείνη του δικαιούχου και δεν είναι άσχετη με αυτήν, ώστε η άσκηση
του δικαιώματος να αποβαίνει αντίθετη στις περί δικαίου και ηθικής
αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 8/01, 1/97, 62/90,
2101/84, 88/80∙ ΑΠ 1140/11). Κρίθηκε ότι η ενάγουσα Κοινότητα, στη θέση
της οποίας υπεισήλθε ο αναιρεσίβλητος Δήμος με την εν γένει συμπεριφορά
της δεν δημιούργησε στο αναιρεσείον την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα
ασκήσει το δικαίωμα της διεκδίκησης του επίδικου ακινήτου.
ΑΠ 313/2013: ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΙΚΗΣ/ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ
Στοιχεία ορισμένου αναγνωριστικής ή διεκδικητικής αγωγής
κυριότητας ακινήτου -. Απαιτείται για το ορισμένο αυτής, από απόψεως
περιγραφής του αντικειμένου της διαφοράς, ο καθορισμός κατά τρόπο σαφή
της θέσης, όπου κείται το ακίνητο, και οπωσδήποτε των ορίων του, ώστε να
μη γεννάται αμφιβολία περί της ταυτότητάς του. Όμως δεν προσαπαιτείται
για το ορισμένο αυτής να αναφέρονται στο αγωγικό δικόγραφο οι πλευρικές
διαστάσεις του επίδικου ακινήτου, ούτε ο προσανατολισμός αυτού.
ΕφΠειραιώς 80/2014: ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΑΠΟΛΥΣΗ
Εργατικές διαφορές - Καταχρηστική απόλυση - Συνδικαλιστική
δραστηριότητα - Πλημμελής εκτέλεση καθηκόντων εργαζομένου -. Απόλυση
εργαζομένης σε Οίκο ευγηρίας η οποία εγκατέλειπε τη θέση της
τραπεζοκόμου από την τραπεζαρία, όπου η παρουσία της κατά την ώρα του
φαγητού των τροφίμων ήταν υποχρεωτική, και κάπνιζε εντός του δωματίου
του καφέ και η οποία απουσίασε αυθαίρετα από την εργασία της με τη
συμμετοχή της σε εθελοντική αιμοδοσία, δημιουργώντας ιδιαίτερο πρόβλημα
στη λειτουργία του γηροκομείου λόγω των θερινών διακοπών και της
συνεπαγόμενης έλλειψης προσωπικού ενόψει των αδειών και στην οποία είχαν
γίνει συστάσεις και είχε επιβληθεί και η πειθαρχική ποινή της κράτησης
μισθού 10 ημερών. Απόρριψη ισχυρισμών της εργαζομένης για απόλυσή της
λόγω συνδικαλιστικής δραστηριότητας, εφόσον ουδέποτε είχε επίσημη
συνδικαλιστική ιδιότητα σε κάποιο σωματείο ή οργάνωση των εργαζομένων
του Οίκου ευγηρίας ούτε αποδείχθηκε η σύσταση «Επιτροπής Αγώνα», της
οποίας να ηγείται η ενάγουσα, κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων και
κινητοποιήσεων των εργαζομένων και η οποία απλά συμμετείχε σε συνάντηση
μεταξύ των εργαζομένων που είχαν προσφύγει στην Επιθεώρηση Εργασίας και
του εργοδότη, χωρίς όμως να έχει κάποιο ηγετικό ή πρωταγωνιστικό ρόλο,
που να δικαιολογεί την επικαλούμενη από την ίδια «συνδικαλιστική δράση».
ΑΠ 1180/2012: ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑ ΝΟΜΕΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΤΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥ
Χρησικτησία νομέα της κληρονομίας κατά κληρονόμου -
Αναιρετικός έλεγχος της αιτιολογίας ως προς τα δικαστικά έξοδα -. Ο
νομέας της κληρονομίας που νέμεται με τα προσόντα της έκτακτης
χρησικτησίας πράγμα ως ανήκον στην κληρονομία, εφόσον ενάγεται από τον
κληρονόμο του θανόντος με την περί κλήρου αγωγή, δηλ. ενάγεται προς
αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος και απόδοσης της κληρονομίας και
άρα του ως άνω πράγματος, μπορεί ως ένσταση καταλυτική της αγωγής να
επικαλεστεί και αποδείξει την ως ανωτέρω έκτακτη χρησικτησία, μόνο όμως
αν επικαλεστεί και αποδείξει και την παραγραφή της περί κλήρου αγωγής. Η
περί κλήρου αξίωση υπόκειται στην συνήθη εικοσαετή παραγραφή, με
αφετηρία την κατάληψη έστω και μερικών από τα κληρονομιαία, επέρχεται δε
διακοπή της με την άσκηση της περί κλήρου αγωγής και επέκεινα με κάθε
διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου, αφορώσα την αγωγή
αυτήν. Ως τέτοια αγωγή νοείται και η αναγνωριστική, με την οποία
διώκεται η αναγνώριση εννόμου σχέσεως που αποτελεί την βάση της. Ως προς
την τελική κατανομή των δικαστικών εξόδων των διαδίκων καθιερώνεται η
αρχή της ήττας και επομένως, η καταψήφιση στη δικαστική δαπάνη του
διαδίκου που νικήθηκε, δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας και είναι
συνέπεια της αρχής της ήττας.
ΑΠ 484/2013: ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΙΔΙΟΓΡΑΦΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
Καταστροφή ιδιόγραφης διαθήκης - Δημοσίευση - Απώλεια
ιδιόγραφης διαθήκης - Αναγνωριστική αγωγή - Ανάκληση ιδιόγραφης διαθήκης
-. Σε περίπτωση απώλειας της ιδιόγραφης διαθήκης επιτρέπεται και η με
μάρτυρες απόδειξη της ύπαρξής της, νόμιμα συνταγμένης καθώς και του
περιεχομένου της (ΟλΑΠ 1234/82, ΑΠ 2310/09). Η τυχαία ή από παράνομη
πράξη τρίτου προερχόμενη καταστροφή ή απώλεια του εγγράφου της διαθήκης
με κανέναν τρόπο δεν επιδρά στο κύρος της. Όποιος όμως επιθυμεί να
στηρίξει κληρονομικά δικαιώματα επί της διαθήκης αυτής, οφείλει να
αποδείξει ότι: α) η διαθήκη που καταστράφηκε ή απωλέσθηκε συνετάχθη
νομοτύπως, β) η καταστροφή ή απώλεια του εγγράφου αυτού δεν μπορούσε να
έχει την έννοια της ανάκλησης και γ) η διαθήκη αυτή είχε ορισμένο
περιεχόμενο, βάσει του οποίου διεκδικούνται τα κληρονομικά δικαιώματα.
Αν το έγγραφο της διαθήκης έχει χαθεί και είναι ακατόρθωτη η εμφάνιση
της διαθήκης δεν μπορεί να γίνει λόγος για δημοσίευσή της. Ο
ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει αναγνωριστική αγωγή και να ζητήσει
δικαστική βεβαίωση ότι υπάρχει διαθήκη που καταρτίστηκε νομότυπα, χάθηκε
και έχει ορισμένο περιεχόμενο. Κατά τη διάταξη του άρθρου 339 ΚΠολΔ,
εφόσον επετράπη η δια μαρτύρων απόδειξη, δικαστικά τεκμήρια μπορεί να
συναχθούν οθενδήποτε και μάλιστα από ανεπικύρωτο φωτοαντίγραφο
ιδιόγραφης διαθήκης, ληφθέν προ της δημοσιεύσεώς της, η πιστότητα του
οποίου δεν αμφισβητείται εν σχέσει προς το πρωτότυπο.
ΕφΑθ 1596/2011: ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΥΖΥΓΟΥ
Εξ αδιαθέτου κληρονομιά - Αποκλεισμός κληρονομικού δικαιώματος
συζύγου - Βάσιμος λόγος διαζυγίου -. Το κληρονομικό δικαίωμα και το
δικαίωμα στο εξαίρετο του επιζώντος συζύγου αποκλείονται, αν ο
κληρονομούμενος έχοντας βάσιμο λόγο διαζυγίου, είχε ασκήσει την αγωγή
διαζυγίου κατά του συζύγου του. Επικύρωση εκκαλούμενης απόφασης που
δέχθηκε την αγωγή των τέκνων του κληρονομούμενου κατά της συζύγου του
αποθανόντος πατρός τους και μητριάς τους για αναγνώριση του αποκλεισμού
της από το κληρονομικό δικαίωμα, διότι ο λόγος της αγωγής διαζυγίου, που
είχε ασκήσει ο αποθανών κατά της συζύγου του και που ήταν ο ισχυρός
κλονισμός στην έγγαμη σχέση από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο της
τελευταίας, είναι βάσιμος.
ΑΠ 1596/2011: ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΟΣ ΜΕΣΩ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ
Αναιρετικός έλεγχος της εκδίκασης της υπόθεσης κατά την
προσήκουσα διαδικασία -. Διάκριση μεταξύ δικονομικής ακυρότητας και
απαράδεκτου, ως περιοριστικώς απαριθμούμενοι στη διάταξη του άρθρου 559
αρ. 14 ΚΠολΔ λόγοι αναίρεσης. Η εσφαλμένη εκδίκαση της υπόθεσης, με
διαφορετική διαδικασία από εκείνη στην οποία υπάγεται, δεν δημιουργεί,
άνευ ετέρου, κάποιον από τους περιοριστικώς με την ΚΠολΔ 559
απαριθμούμενους λόγους αναιρέσεως (ΑΠ 1519/84, 1303/74), διότι το είδος
της εφαρμοστέας διαδικασίας δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της
δίκης (Μπέης Δ 1975.610• Πατεράκης Δ 1991.25• ΟλΑΠ 402/81 Δ 1981.567• ΑΠ
1397/91 ΕλΔ 1992.1480• 1085/83 Δ 1984.562• 1303/74 Δ 1975.608. Βλ. Μπέη
ό. ανωτ.• σχετ. Απαλαγάκη στον Τ. της ΕΕΔ του 2004 σ. 106• βλ. και
Καλαβρό Η αναίρεση κατά τον ΚΠολΔ 2009 σ. 291).
ΑΠ 471/2013: ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ
Προσβολή της προσωπικότητας με συκοφαντική δυσφήμηση - Άρση
του αδίκου χαρακτήρα της προσβολής της προσωπικότητας με δυσφήμηση δια
του τύπου - Δικαιολογημένο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον -. Δικαιολογημένο
δημοσιογραφικό ενδιαφέρον για δημοσίευση ειδήσεων σχετικών με υπόθεση
διακινήσεως ναρκωτικών και με την εμπλοκή σε αυτήν προσώπου που
ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο, άνευ σκοπού δυσφημήσεως, εξυβρίσεως ή
προσβολής της προσωπικότητάς του. Τήρηση των συναλλακτικών υποχρεώσεων
του τύπου, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η υποχρέωση σεβασμού της
προσωπικότητας και το καθήκον αληθείας. Η μη τήρηση αυτών αποκλείει,
στην περίπτωση μεταδόσεως αναληθούς ειδήσεως, την ύπαρξη δικαιολογημένου
ενδιαφέροντος του δημοσιογράφου προς ενημέρωση του κοινού και γι' αυτό
δεν τίθεται θέμα άρσεως του παρανόμου της προσβολής κατ' άρθρον 367 ΠΚ.
Περίπτ. που κρίθηκε ότι δεν τελέστηκε η πράξη από δελτίο της ΕΤ όπου
απλώς αναγνώστηκε ανακοινωθέν της αστυνομίας, σε εποχή μάλιστα που δεν
είχε λάβει σαφή θέση η αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων σχετικά με
την μη δημοσιοποίηση των ονομάτων των προσώπων που συλλαμβάνονται για
αδικήματα. Κρίθηκε ότι το περιεχόμενο των προβληθεισών εκπομπών ήταν
αληθές, τουλάχιστον με βάση τα στοιχεία που ο τηλεοπτικός σταθμός είχε
κατά τον κρίσιμο χρόνο στην κατοχή του, ήτοι αποκλειστικά και μόνον το
δελτίο τύπου της ΕΛ.ΑΣ., το οποίο δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί, αφού
είχε εκδοθεί από τον επίσημο φορέα της Αστυνομίας και η αλήθεια του
περιεχομένου του δεν μπορούσε να διασταυρωθεί με περαιτέρω επαλήθευση.
Στο δελτίο τύπου αναφέρονταν και τα ονόματα των εμπλεκομένων, κατά την
επικρατούσα κατά τον κρίσιμο χρόνο πρακτική να δημοσιεύονται τα ονόματα
συλληφθέντων ή εμπλεκομένων σε παράνομες δραστηριότητες, και μάλιστα όχι
μόνον από τους δημοσιογράφους, αλλά και από τις επίσημες αρχές,
δοθέντος ότι έως τότε δεν είχε υπάρξει σαφής τοποθέτηση της Αρχής
Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για τη μη δημοσιοποίηση των ως άνω
ονομάτων (βλ. την υπ' αριθ. 67/2002 απόφασή της), με αποτέλεσμα να έχει
δημιουργηθεί ευλόγως στους εναγομένους η πεποίθηση περί μη αντιθέσεως
της συγκεκριμένης ενέργειάς τους προς τις συναλλακτικές υποχρεώσεις
τους.
ΕφΠατρών 78/2011: ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΕ
Εταιρεία (Ε.Π.Ε.) - Προσωρινή διοίκηση
-. Διορίζεται από το δικαστήριο μόνο σε δύο περιπτώσεις σύμφωνα με το
άρθρο 69 Α.Κ. Ε.Π.Ε. Λύεται με δικαστική απόφαση (διαπλαστική) για
σπουδαίο λόγο. Ύστερα από αίτηση ενός ή και περισσότερων εταίρων που να εκπροσωπούν όμως το 1/10 του εταιρικού κεφαλαίου. Διάδικος σε δίκες που αφορούν τις υποχρεώσεις και απαιτήσεις από τη δράση της εταιρίας είναι η ίδια η εταιρία και όχι ο διαχειριστής της, στο όνομα δε της εταιρίας εγείρεται ή κατ' αυτής απευθύνεται η σχετική αγωγή. Αν ο εταίρος που βρίσκεται σε αντιδικία με την εταιρία είναι συγχρόνως και διαχειριστής, τότε διορίζεται προσωρινός διαχειριστής (69 ΑΚ). Εταίρος εγείρει αγωγή κατά της ΕΠΕ και ζητεί την λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο που οφείλεται σε υπαιτιότητα του διαχειριστή. Στην περίπτωση αυτή δεν βρίσκονται εξ ορισμού αντίθετα η εταιρία και ο διαχειριστής. Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ διαχειριστή και εταιρίας. Περιπτώσεις. Δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν μεταξύ εταίρων
και διαχειριστή υπάρχει διαφορά ως προς τα μέσα για την επιδίωξη ενός
επιχειρηματικού στόχου ή την σκοπιμότητα μιας επιχειρηματικής ενέργειας.
Ακόμα και αν υπάρχουν σφάλματα του διαχειριστή περί τη διαχείριση δεν
συντρέχει από το λόγο αυτό σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ διαχείρισης και εταιρίας του άρθρου 69ΑΚ. Συνεχείς διενέξεις με αδύνατη συνεργασία μεταξύ των εταίρων. Συνιστούν σπουδαίο λόγο για έξοδο εταίρου αλλά και δικαστική λύση της εταιρίας. Περιστατικά.
ΑΠ 1755/2011: ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ Α.Ε. ΓΙΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ Δ.Σ.
Η αποζημίωση της ανώνυμης εταιρίας για ανταγωνιστικές πράξεις μελών της διοίκησης
- Αναίρεση για παραβίαση των ορισμών του νόμου σχετικά με τη δύναμη των
αποδεικτικών μέσων -. Η θέσπιση δικαιώματος αποζημίωσης της ΑΕ για
ανταγωνιστικές πράξεις μελών της διοίκησης (ή διευθυντών της) δεν συνεπάγεται μεταβίβαση εξουσίας σε όργανα της εταιρίας,
όπως η γενική συνέλευση, να αποφασίζουν για το υποστατό και την έκταση
του δικαιώματος αυτού αποζημίωσης, κατά παράκαμψη της δικαστικής οδού,
αλλά θα πρέπει να ισχύσει αναλογικά η διάταξη του άρθρου 22β του νόμου
αυτού, που ρυθμίζει την ευθύνη αποζημίωσης κατά μελών του ΔΣ της ΑΕ
γενικώς από επιζήμια για την εταιρία διαχείρισή τους. Η ακυρότητα όμως των αποφάσεων των γενικών συνελεύσεων της ανώνυμης εταιρίας
δεν μπορεί να αντιταχθεί μετά την πάροδο διετούς αποκλειστικής
προθεσμίας από την υποβολή στο Υπουργείο Εμπορίου αντίγραφου των
πρακτικών ΓΣ, κατά την οποία έχει ληφθεί ή απόφαση (ΑΠ 94/99, 832/76). Ο
λόγος της ΚΠολΔ 559 αρ. 12 ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας
προσέδωσε σε αποδεικτικό μέσο αυξημένη αποδεικτική δύναμη που δεν την
είχε κατά νόμο ή δεν του προσέδωσε τέτοια δύναμη, μολονότι την είχε κατά
νόμο, όχι δε αν έκρινε περισσότερο ή λιγότερο αξιόπιστο ένα από τα
πολλά ισοδύναμα, κατά νόμο, αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 31/99, 1376/96). Τα
έγγραφα έχουν αυξημένη αποδεικτική δύναμη μόνον αν παράγουν πλήρη
απόδειξη και όχι όταν εκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια (ΑΠ 1243/96), ενώ
δεν ελέγχεται η κρίση για το περιεχόμενο εγγράφου, εφόσον αυτά
εκτιμώνται ελεύθερα (ΑΠ 562, 763/85), εκτός αν υφίσταται παραμόρφωση του
περιεχομένου του εγγράφου. Για να είναι ορισμένος ο λόγος αυτός πρέπει
να αναφέρεται στο αναιρετήριο: α) η αποδιδόμενη στην προσβαλλόμενη
απόφαση παραβίαση σε σχέση με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων που έχουν
εκτιμηθεί, β)προς απόδειξη ποίου ουσιώδους πραγματικού ισχυρισμού έγινε
επίκληση και προσκόμιση του αποδεικτικού μέσου, γ) ποια η αποδεικτική
δύναμη που αποδόθηκε στο αποδεικτικό μέσο, διαφορετική από την οριζόμενη
με το νόμο και δ) το σφάλμα της προσβαλλόμενης απόφασης (ΑΠ 354/99,
441/93, 575/80).
ΕφΠατρών 5/2010: ΕΛΛΕΙΨΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ή ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ
Νομικό πρόσωπο (ανώνυμες εταιρίες) - Έλλειψη διοίκησης ή αντίθεση συμφερόντων -. Ο πρόεδρος Πρωτοδικών διορίζει προσωρινή διοίκηση
(69ΑΚ). Σχετική αίτηση. Δικάζεται με την εκουσία δικαιοδοσία. Τέτοια
αίτηση μπορεί να υποβάλλει και ο μέτοχος της Α.Ε. Σύγκρουση καθηκόντων
υπάρχει στις περιπτώσεις του άρθρου 66 και 235ΑΚ αλλά και σε κάθε
περίπτωση. Αν τα μέλη της εταιρίας συμμετέχουν και σε διοίκηση άλλης ανώνυμης εταιρίας ανταγωνιστικής, τότε αντικαθίστανται μόνο τα μέλη εκείνα στο πρόσωπο των οποίων συντρέχει η σύγκρουση συμφερόντων. Περιστατικά.
ΕφΠατρών 266/2011: ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Ανώνυμη εταιρία - Εταιρική αγωγή (κατ' άρθρο 22 β κ.ν. 2190/1920) -. Αφορά σε αξιώσεις της εταιρίας αποκλειστικά κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου (στο εξής: δ.σ.) (και όχι κατά τρίτων) από τη διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων και αποβλέπει στην αποκατάσταση της ζημίας της εταιρίας
για τον λόγο αυτό, εξάλλου, δεν αναφέρεται σε δήλωση παράστασης
πολιτικής αγωγής ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Το δ.σ. υποχρεούται να
ασκήσει την εταιρική αγωγή, όταν μεν η ζημία της εταιρίας
οφείλεται σε δόλο χωρίς τη συνδρομή άλλων προϋποθέσεων, σε κάθε δε
περίπτωση πταίσματος όταν αποφασίσει την άσκηση της αγωγής η γενική
συνέλευση των μετόχων ή ζητήσουν τούτο μέτοχοι εκπροσωπούντες το 1/10
του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου. Το δ.σ. δεν έχει το δικαίωμα να εξετάσει τη βασιμότητα της αγωγής ή αν υφίσταται πράγματι αξίωση της εταιρίας ή αν μια τέτοια ενέργεια ενδείκνυται από το συμφέρον της εταιρίας.
Η απόφαση της γενικής συνέλευσης ή η αίτηση της μειοψηφίας πρέπει να
καθορίζει συγκεκριμένα την αξίωση, δηλ. πρέπει να είναι επαρκώς ορισμένη
ως προς τα πρόσωπα των εναγομένων και την ιστορική βάση της αγωγής,
καθώς και το αίτημα της αγωγής, δηλ. το διεκδικούμενο ποσό. Το Μονομελές
Πρωτοδικείο της περιφέρειας στην οποία εδρεύει η εταιρία
μπορεί να προβεί στον διορισμό ειδικών εκπροσώπων για τη διεξαγωγή της
δίκης (άρθρο 22β παρ. 3 κ.ν. 2190/1920), κατά τη διαδικασία της εκούσιας
δικαιοδοσίας. Η δυνατότητα αυτή προβλέπεται μόνο για τις περιπτώσεις
που το δ.σ. δεν συμμορφώνεται προς το αίτημα της μειοψηφίας ή την
απόφαση της γενικής συνέλευσης για άσκηση της αγωγής, ανεξαρτήτως αν
πρόκειται για πράξεις από δόλο ή αμέλεια, και προϋποθέτει αίτηση της
μειοψηφίας του 1/10 του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου. Το δικαστήριο δεν μπορεί να κρίνει με οποιονδήποτε τρόπο τη βασιμότητα της αγωγής.
ΑΠ 936/2013: ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
Μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο - Ποινική
ευθύνη νομικού προσώπου - Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία -. Για
την αξιόποινη πράξη της μη καταβολής χρεών στο Δημόσιο, όταν αυτή
τελείται στο πλαίσιο λειτουργίας ανώνυμης εταιρείας, η
ποινική δίωξη ασκείται στους προέδρους των Δ.Σ., στους διευθύνοντες ή
εντεταλμένους ή συμπράττοντες συμβούλους ή διοικητές ή γενικούς
διευθυντές ή διευθυντές αυτών ή σε κάθε πρόσωπο εντεταλμένο, είτε άμεσα
από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση, είτε από δικαστική απόφαση στη διοίκηση
ή διαχείριση αυτών, σωρευτικά ή μη. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω
πρόσωπα, οι ποινές επιβάλλονται κατά των μελών των διοικητικών
συμβουλίων των εταιρειών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι
προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα παραπάνω καθήκοντα. Είναι ορθή και
αιτιολογημένη η καταδίκη του κατηγορούμενου για μη καταβολή χρεών στο
Δημόσιο, εφόσον το δικαστήριο δικαιολογημένη διαπίστωσε, ανάμεσα στα
άλλα, ότι τα χρέη της οφειλέτριας ανώνυμης εταιρείας δημιουργήθηκαν κατά το χρόνο που αυτός ήταν διευθύνοντας σύμβουλος του νομικού προσώπου.
ΑΠ 927/2013: ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ & ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΤΗΤΑ
Διευθυντικό δικαίωμα εργοδότη ως προς την
επιλογή προϊσταμένων τμήματος - πότε καταχρηστική -. Δεν είναι
καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος του εργοδότη να τοποθετεί
συγκεκριμένο εργαζόμενο ως προϊστάμενο ενός τμήματος η ενός καταστήματος
της επιχειρήσεώς του κατά παράλειψη άλλου μισθωτού, ο οποίος υπερέχει,
έστω και καταφανώς, σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι του
τοποθετηθέντος Και τούτο διότι δεν πρόκειται για απλή βαθμολογική ή
μισθολογική προαγωγή, αλλά για επιλογή του έχοντος την εκμετάλλευση
εργοδότη που αφορά αποφασιστικώς την οργάνωση και διεύθυνση της
επιχειρήσεως. Για να είναι καταχρηστική, στη περίπτωση αυτή, η άσκηση
του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, απαιτείται η συνδρομή και
άλλων πραγματικών περιστατικών, τα οποία, σε συνδυασμό με την καταφανή
υπεροχή του παραλειφθέντος, να θεμελιώνουν προφανή υπέρβαση από μέρους
του εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο
κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (ΟλΑΠ 25/03). Για να
είναι ορισμένη μια τέτοια αγωγή του μισθωτού (της ΔΕΗ), δεν αρκεί να
αναφέρεται η υπεροχή του ενάγοντος έναντι του επιλεγέντος, αλλά πρέπει
να αναφέρονται και στοιχεία καταχρηστικότητας, λόγω συνδρομής και άλλων
συγκεκριμένων περιστάσεων (ειδικευμένη γνώση του αντικειμένου της
συγκεκριμένης θέσης, εξαιρετική υπηρεσιακή απόδοσή του ως αναπληρωτής
Υποτομεάρχης στη θέση αυτή, ή ακόμη και κακοπιστία της εργοδότριας εταιρείας,
εμπάθεια ή εχθρότητα κ.λπ.), οι οποίες (περιστάσεις), συνδυαζόμενες με
την υπεροχή του σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, καθιστούν
καταχρηστική την απόφαση της Διοίκησης της εργοδότριας.
ΕφΑθ 174/2014: ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ
(Α΄
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Προσβολή προσωπικότητας. Προϋποθέσεις. Προστατευόμενα αγαθά.
Δυσφήμιση. Ψευδής καταμήνυση. Αρση του αδίκου. Εφαρμόζονται αναλογικά οι
διατάξεις των άρθρων 361-367 ΠΚ και στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου.
Εξαιρέσεις. Πώληση προϊόντων με παρακράτηση κυριότητας. Η αγοράστρια εταιρεία
δεν κατέβαλλε το τίμημα. Δικαιώματα πωλήτριας. Η πωλήτρια ζήτησε την πληρωμή
του τιμήματος με έκδοση διαταγής πληρωμής. Μήνυση κατά των εκπροσώπων της
αγοράστριας για υπεξαίρεση αντικειμένου μεγάλης αξίας. Κρίθηκε ότι η μη πληρωμή
του τιμήματος δεν συνιστά υπεξαίρεση και ότι με το να ζητήσει η πωλήτρια την πληρωμή
του τιμήματος με έκδοση διαταγής πληρωμής απώλεσε ανέκκλητα το δικαίωμα
υπαναχώρησης. Σε κάθε περίπτωση η μηνύτρια-πωλήτρια δεν επικαλείτο στην μήνυση
δήλωση υπαναχώρησης ώστε να μπορεί να προσδιοριστεί ο χρόνος ιδιοποίησης. Η
μήνυση τέθηκε στο αρχείο με διάταξη. Δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της
συκοφαντικής δυσφήμισης και της ψευδούς καταμηνύσεως γιατί οι εναγόμενοι στην
μήνυση τους δεν κατέθεσαν ψευδή γεγονότα αλλά αληθή τα οποία όμως δεν
στοιχειοθετούσαν το αδίκημα της υπεξαίρεσης. Σε κάθε περίπτωση δεν
στοιχειοθετήθηκε ότι υπήρχε δόλος ήτοι γνώση ότι η καταμήνυση ήταν ψευδής Οι
εναγόμενοι πίστευαν ότι δεν είχαν απωλέσει το δικαίωμα υπαναχώρησης αφού και
μέρος της θεωρίας υποστηρίζει ότι η επιλογή της πληρωμής του τιμήματος δεν
αποκλείει τον πωλητή από το να ασκήσει αργότερα το δικαίωμα υπαναχώρησης.
Κρίσιμος ο χρόνος της ιδιοποιήσεως. Στοιχειοθετείται το αδίκημα της απλής
δυσφημίσεως. Αρση του αδίκου. Κρίθηκε ότι η μήνυση ασκήθηκε από δικαιολογημένο
ενδιαφέρον για την διαφύλαξη οικονομικών και επαγγελματικών συμφερόντων και δεν
κατευθυνόταν ειδικά στην προσβολή της τιμής και της αξιοπρέπειας των εναγόντων.
Μεταβίβαση στο Εφετείο της ένστασης του άρθρ. 367 παρ. 1 ΠΚ. Νόμιμα δεν
συμψηφίστηκαν τα έξοδα πρωτόδικα αφού η ερμηνεία των κανόνων δεν ήταν ιδιαίτερα
δυσχερής. Νόμιμα απορρίφθηκε η αγωγή αδικοπραξίας. Απορρίπτει έφεση κατά της με
αριθ. 3368/2010 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΕφΑθ 157/2014: ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΩΝ ΟΤΑ
(Α΄
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Εργα ΟΤΑ. Σύμβαση έχουσα αντικείμενο άνω των 440,20 ευρώ
υποβάλλεται στον τύπο του ιδιωτικού εγγράφου, άλλως είναι άκυρη. Πότε η
ακυρότητα αίρεται σε περίπτωση που εκπληρώθηκε η σύμβαση, κατά τα οριζόμενα στο
άρθρο 41 του ν.δ. 496/1974. Σε περίπτωση που εκτελείται και παραδίδεται έργο με
άκυρη σύμβαση, ιδρύεται αξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού σε βάρος του
αντισυμβαλλομένου του παρέχοντος. Το άρθρο 904 ΑΚ έχει εφαρμογή και για τα
νπδδ. Εκτέλεση από τον ενάγοντα εργολάβο δημοτικών έργων, δυνάμει συμβάσεων που
συνήφθησαν προφορικά. Η μη σύνταξη πρωτοκόλλου παραλαβής των έργων οφείλεται στην
άκυρη κατάρτιση της σύμβασης. Ορθά επιδικάστηκαν τα οφειλόμενα στον ενάγοντα
ποσά αμοιβών και δαπανών με τα άρθρα 904 και 908 ΑΚ. Πότε το δικαστήριο της
ουσίας μπορεί να συναγάγει ομολογία ή άρνηση του διαδίκου σε σχέση με
συγκεκριμένο πραγματικό ισχυρισμό. Ισχυρισμοί του ενάγοντα που δεν
αμφισβητήθηκαν από τον εναγόμενο Δήμο. Ορθά το δικάσαν δικαστήριο συνήγαγε
έμμεση ομολογία. Απαράδεκτος ο λόγος της έφεσης που αφορά την κήρυξη της
εκκαλουμένης αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής, διότι η τελεσίδικη απόφαση είναι
εκτελεστή. Απορρίπτεται η έφεση.
ΑΠ 1/2014 Ολομ-Ποιν: Φοροδιαφυγή σε βαθμό κακουργήματος-υποβολή ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος
(Α΄
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Φοροδιαφυγή σε βαθμό κακουργήματος, και δη υποβολή ανακριβούς
δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Τροποποίηση του αντίστοιχου νόμου (ν. 2523/1997
με το ν. 3943/2011). Δυσμενέστερες δικονομικές ποινικές διατάξεις.
Αναδρομικότητα εφαρμογής του. Πραγματικά περιστατικά. Αίτηση-προσφυγή του
κατηγορουμένου για κήρυξη απαράδεκτης της ποινικής δίωξης για φοροδιαφυγή, λόγω
αναδρομικής εφαρμογής της δυσμενέστερης νεότερης δικονομικής διατάξεως. Ποινική
Δικονομία. Νόμος 2523/1997 και τροποποίησή του με το ν. 3943/2011. Άσκηση
ποινικής δίωξης προ της ισχύος του ν. 3943/2011 και μετά την ισχύ του. Διαδικαστική
προϋπόθεση για την υποβολή της μηνυτήριας αναφοράς και την άσκηση της ποινικής
δίωξης, σύμφωνα με τον προγενέστερο ν. 2523/1997, η περάτωση της διοικητικής
φορολογικής διαδικασίας. Αποσύνδεση, με το νεότερο νόμο 3943/2011, της άσκησης
της ποινικής δίωξης από την περάτωση της διοικητικής φορολογικής διαδικασίας.
Αμεση η άσκηση της ποινικής δίωξης και κατά προτεραιότητα εκδίκαση της
υποθέσεως. Δικονομική διάταξη επί της οποίας δεν εφαρμόζεται η απαγόρευση
αναδρομικής εφαρμογής και επί των αξιόποινων πράξεων που είχαν τελεστεί προ της
ισχύος του νόμου αυτού. Αναίρεση Εισαγγελέως κατά παρεμπίπτοντος βουλεύματος.
Λόγοι. Εσφαλμένη ερμηνεία. Υπέρβαση εξουσίας. Εισήχθη στην Ολομέλεια, λόγω
εξαιρετικής σημασίας του ζητήματος. Απορρίπτει αναίρεση, σύμφωνα με όσα
αναπτύχθηκαν ως άνω. Βλ. και άποψη ενός μέλους του Δικαστηρίου, βάσει της
οποίας δεν τίθεται θέμα αναδρομικής εφαρμογής δικονομικής διατάξεως, για το
λόγο ότι η ποινική δίωξη ασκήθηκε υπό την ισχύ της παρούσης δικονομικής
διατάξεως του ά. 21§2 του ν. 3943/2011. Βλ. και αντίθετη εισαγγελική πρόταση,
βάσει της οποίας η αναίρεση έπρεπε να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί εν μέρει το
βούλευμα, καθ΄όσον η ως άνω διάταξη είναι μεν δικονομική, ωστόσο, ως εισάγουσα
δυσμενέστερη για τον κατηγορούμενο ρύθμιση δεν έχει αναδρομική ισχύ.
19.4.14
ΣυμβΠλημΑθ 4126/2013: Παραβίαση μυστικών της Πολιτείας - Παραβίαση στοιχείων Η/Υ που συνιστούν κρατικά απόρρητα ιδιαιτέρως μεγάλης οικονομικής ζημίας
Ως ξένη κυβέρνηση, έναντι της οποίας
πρέπει να διαφυλάσσονται τα μυστικά της Ελλάδας, κατά το άρθρο 146 ΠΚ, νοούνται
και οι Κυβερνήσεις των κρατών μελών που απαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά
και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή άλλος Διεθνής Οργανισμός, όπως λ.χ. το ΔΝΤ.
Εξωτερική ασφάλεια του Κράτους. Κατασκοπεία και Παραβίαση των μυστικών της
Πολιτείας. Μεταξύ των δύο αυτών εγκλημάτων υφίσταται αληθής συρροή. Για τη
στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της κακουργηματικής
κατασκοπείας απαιτείται θετική ενέργεια. Ανάρτηση εγγράφου σε δημοσιογραφική
ιστοσελίδα, στο οποίο εκτίθεντο υψίστης σημασίας θέματα τα οποία άπτοντο της γενικής και ειδικής οικονομικής πολιτικής της
Ελλάδας έναντι των δανειστών της. Αποστολή του εν λόγω ηλεκτρονικού αρχείου με
ηλεκτρονικό διαδικτυακό τρόπο από τον κατηγορούμενο και από ηλεκτρονικό
υπολογιστή καταστήματος internet cafe
ιδιοκτησίας ΕΠΕ εκπρόσωπος της οποίας τυγχάνει άλλος κατηγορούμενος. Εκτύπωση
του εν λόγω εγγράφου από ηλεκτρονικό υπολογιστή άλλου κατηγορουμένου και
παράδοση χέρι με χέρι σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο στη συνέχεια το παρέδωσε στον
κατηγορούμενο, ο οποίος το απέστειλε με ηλεκτρονικό μήνυμα από το ως άνω internet cafe στην ως άνω
δημοσιογραφική ιστοσελίδα προκειμένου να αναρτηθεί δημοσίως στο διαδίκτυο.
Κρίθηκε ότι η διαρροή και η ανάρτηση σε δημοσιογραφική ιστοσελίδα εγγράφου από
τις υπηρεσίες του ΓΛΚ στο οποίο εκτίθεντο υψίστης σημασίας θέματα τα οποία άπτοντο της γενικής και ειδικής οικονομικής πολιτικής της
Ελλάδας έναντι των δανειστών της, δεν πληροί την αντικειμενική υπόσταση του
εγκλήματος του άρθρου 146 παρ. 1 ΠΚ, καθόσον δεν προέκυψε η μυστική (απόρρητη)
λειτουργία του επίμαχου κειμένου στη συγκεκριμένη περίπτωση, ούτε και η προσφορότητα της ανάρτησής του στο διαδίκτυο ως στοιχείου
που θέτει σε κίνδυνο τη διεθνή θέση της χώρας. Απαλλαγή όλων των κατηγορουμένων
από τις αποδιδόμενες σ’
αυτούς κατηγορίες.
ΜΠρΑθ (ΑσφΜ) 12909/2013: ΜΙΣΘΩΣΗ-ΕΓΓΥΗΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Ξένη η πρωτοφειλέτις εταιρία ως προς τη σχέση
Δήμου στον οποίο έχει ανατεθεί η εγγυητική επιστολή και Τραπέζης.
ΠΠρΑθ 5898/2013: ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ & ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ
Για να
προστατευτεί ένα σχέδιο ή υπόδειγμα απαραίτητη προϋπόθεση είναι να είναι νέο
και να έχει ατομικό χαρακτήρα (άρθρο 3 παρ. 2 Ν. 2417/1996 και άρθρο 12 παρ.
1,3 και 4 του π.δ. 259/1997), διαφορετικά το σχέδιο
αυτό, μπορεί να κηρυχθεί άκυρο με δικαστική απόφαση η οποία έχει αναδρομική
ισχύ (άρθρο 16 παρ. 1 περ. β΄
και 4 του π.δ. 259/1997). Μόνο το γεγονός ότι ένα
σχέδιο - που στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για καπάκι για κύπελλο ζεστού
ροφήματος - αποτελεί βελτιωμένη εκδοχή παλαιότερων, τα οποία κυκλοφορούν ευρέως
στην αγορά εδώ και χρόνια και χρησιμοποιούνται για να καλύψουν τον ίδιο σκοπό,
ακόμη και αν το σχέδιο αυτό εμφανίζεται να έχει νέα χαρακτηριστικά και ειδικές
διαστάσεις, δεν μπορεί να προσδώσει στο σχέδιο ατομικό χαρακτήρα. Δεν
λαμβάνεται υπόψη κατάθεση μάρτυρα που έχει ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση σε ετέρα
δίκη περί προσβολής του υποδείγματος, ως έχοντος οικονομικό συμφέρον από την
έκβαση της δίκης.
18.4.14
ΜΠρΠειρ 5817/2013: Εκμίσθωση κυλικείου Δημοτικού Κοιμητηρίου
Σύμβαση ιδιωτικού δικαίου. Αγωγή
αναπροσαρμογής - μείωσης μισθώματος άνω του 50 % με βάση το άρθρο 388 ή το
άρθρο 288 ΑΚ. Μη νόμιμο αίτημα για κατάργηση συμβατικού όρου ετήσιας
αναπροσαρμογής μισθώματος. Η τυχόν μείωση του ισχύει μόνο για το χρονικό
διάστημα για το οποίο κρίνεται δικαστικά ότι υπάρχει δυσαρμονία του μισθώματος
χωρίς να επηρεάζεται κατ' αρχήν η ισχύς της υπάρχουσας συμφωνίας. Προϋποθέσεις
εφαρμογής κάθε περίπτωσης κατ' άρθρο 388 ή 288 ΑΚ. Εν προκειμένω δεν συντρέχει καμμία περίπτωση μείωσης μισθώματος διότι διανύθηκαν μόνο 7
μήνες από την υπογραφή της σύμβασης μέχρι την άσκηση της αγωγής (Ιαν. έως Αύγ. 2013)
που δεν δικαιολογεί ραγδαία η απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών. Απορρίπτει την
αγωγή.
16.4.14
ΣΤΟ ΑΕΔ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΠΙΔΙΚΑΣΘΕΝ ΠΟΣΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ
Παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 παρ. 1 περ. ε΄του Συντάγματος η αμφισβήτηση που ανέκυψε από αντίθετες Αποφάσεις του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρταείας ως προς την έννοια της διατάξεως του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα σε συνδυασμό με την διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος (αρχή της αναλογικότητας).
ΑΠ 1408/2013:Οι διατάξεις με τις οποίες προβλέπεται η αποκλειστική αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου για την εκδίκαση της ανακοπής για την ακύρωση εκτέλεσης που επισπεύδεται από την Α.Τ.Ε. παραβιάζουν την συνταγματική αρχή της ισότητας
Οι διατάξεις με τις οποίες προβλέπεται η
αποκλειστική αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου για την εκδίκαση της ανακοπής
για την ακύρωση εκτέλεσης που επισπεύδεται από την Α.Τ.Ε. παραβιάζουν
την συνταγματική αρχή της ισότητας, και ως εκ τούτου είναι ανίσχυρες.
Και η εν λόγω ανακοπή υπάγεται στην αρμοδιότητα του μονομελούς
πρωτοδικείου. Ο διάδικος που υποστηρίζει ότι η υπόθεσή του έπρεπε κατά
νόμο να εισαχθεί για εκδίκαση σε δικαστήριο ανώτερο από εκείνο στο οποίο
πράγματι εισήχθη, δεν χρειάζεται για το παραδεκτό του σχετικού
αναιρετικού λόγου να επικαλείται και περαιτέρω έννομο προς τούτο
συμφέρον.
ΕφΑθ 267/2012: ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ & ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ ΚΑΤΑΤΑΞΗΣ
(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Πολιτική Δικονομία. Αναγκαστική
εκτέλεση. Πίνακας κατάταξης και ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης. Προθεσμία
ανακοπής (12 ημέρες). 30 ημέρες προθεσμία για ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης
για το Δημόσιο. Εφέσεις. Αναγκαστική κατάσχεση οφειλέτριας ΑΕ από Τράπεζα.
Γενικά προνόμια. Τρίτη τάξη προνομίων. Εργατικές απαιτήσεις και παρεπόμενες
απαιτήσεις τόκων. Χρονικά όρια του προνομίου αυτού. Εφ΄όσον προέκυψαν μέσα στην
τελευταία διετία πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού.
Έννοια ορισμού πρώτου πλειστηριασμού. Εν προκειμένω ορισθείσα ημερομηνία
πλειστηριασμού 13/12/2006. Μη διενέργεια αυτού και επιβολή νέας κατάσχεσης για
την ίδια απαίτηση, στο ίδιο ακίνητο, με βάση νέα έκθεση κατάσχεσης. 24/1/2007
αρχική ημερομηνία και 31/1/2007 μετά από διόρθωση. Επαναληπτική περίληψη και
νέα ημερομηνία πλειστηριασμού 21/3/2007. Ματαίωση και νέα ημερομηνία 20/6/2007,
οπότε και έγινε η κατακύρωση. Ημερομηνία πρώτου πλειστηριασμού βάσει των
ανωτέρω θεωρείται η 31/1/2007. Έννοια εργατικής απαίτησης. Πάγια αντιμισθία
δικηγόρου. Διαίρεση του εκπλειστηριάσματος μετά την ικανοποίηση της τάξης
αυτής. Γενικό προνόμιο Δημοσίου. Ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις αυτού. Χρονικά όρια
αυτού. Απαίτηση και τόκοι. Πέμπτη τάξη προνομίων. Ειδικά προνόμια-εμπραγμάτως
ασφαλισμένοι δανειστές. Ικανοποίηση του Δημοσίου έως το 1/3 και των εμπραγμάτως
ασφαλισμένων έως τα 2/3 της απαίτησης. Μεταξύ των εμπραγμάτως ασφαλισμένων
ακολουθείται η κατά το ουσιαστικό δίκαιο σειρά, βάσει της αρχής της χρονικής
προτεραιότητας. Αναγγελία δανειστή. Ορισμένο αναγγελίας-απαραίτητα στοιχεία
αυτής. Ύπαρξη τυχόν προνομίου και πραγματικά περιστατικά. Δεν είναι αναγκαία η
περιγραφή στο βαθμό που απαιτείται επί αγωγής. Παραδεκτή η συμπλήρωση με τα
προσκομισθέντα αποδεικτικά έγγραφα μέχρι τη συζήτηση. Τυχαία και όχι οριστική
κατάταξη, εφ΄όσον η απαίτηση δεν έχει επιδικαστεί τελεσίδικα. Η απαίτηση υπέρ
της οποίας έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης κατατάσσεται προνομιακά μεν, αλλά
τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασής της. Βάρος αποδείξεως.
Αμφισβήτηση απαίτησης ή προνομίου καταταχθέντος δανειστή. Το βάρος φέρει ο
καθ΄ου η ανακοπή. Αρκεί η άρνηση του ανακόπτοντος. Αν ωστόσο προβάλλονται
ενστάσεις το βάρος της αποδείξεως φέρει ο ανακόπτων (ενιστάμενος). Εσφαλμένη,
ωστόσο, κατανομή του βάρους αποδείξεως δεν αποτελεί αυτοτελή λόγο εφέσεως, αν
ορθά, κατά τα λοιπά, γίνεται δεκτή ως αποδεδειγμένη η βάση ενός ισχυρισμού.
ΜΠΡ ΛΑΡ 806/2013 : ΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΘΕΙ ΑΚΥΡΗ ΑΠΟΛΥΣΗ
Κρίθηκε ότι με το άρθρο 5 της 6/2012 ΠΥΣ
καταργήθηκε το άρθρ. 26 του ΠΔ 246/2006 το οποίο συνιστά «ρήτρα μονιμότητας». Η
άνω ΠΥΣ εκδόθηκε με εξουσιοδότηση του Υπουργικού Συμβουλίου απευθείας από το
νόμο και όχι κατά τις διατάξεις των αρθ. 26 και 43 του Σ. Εγκυρη η καταγγελία.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)