Αναιρετικός έλεγχος της εκδίκασης της υπόθεσης κατά την
προσήκουσα διαδικασία -. Διάκριση μεταξύ δικονομικής ακυρότητας και
απαράδεκτου, ως περιοριστικώς απαριθμούμενοι στη διάταξη του άρθρου 559
αρ. 14 ΚΠολΔ λόγοι αναίρεσης. Η εσφαλμένη εκδίκαση της υπόθεσης, με
διαφορετική διαδικασία από εκείνη στην οποία υπάγεται, δεν δημιουργεί,
άνευ ετέρου, κάποιον από τους περιοριστικώς με την ΚΠολΔ 559
απαριθμούμενους λόγους αναιρέσεως (ΑΠ 1519/84, 1303/74), διότι το είδος
της εφαρμοστέας διαδικασίας δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της
δίκης (Μπέης Δ 1975.610• Πατεράκης Δ 1991.25• ΟλΑΠ 402/81 Δ 1981.567• ΑΠ
1397/91 ΕλΔ 1992.1480• 1085/83 Δ 1984.562• 1303/74 Δ 1975.608. Βλ. Μπέη
ό. ανωτ.• σχετ. Απαλαγάκη στον Τ. της ΕΕΔ του 2004 σ. 106• βλ. και
Καλαβρό Η αναίρεση κατά τον ΚΠολΔ 2009 σ. 291).
Αριθμός 1596/2011
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα,
Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Εμμανουήλ Καλούδη
και του αρχαιοτέρου της συνθέσεως Αρεοπαγίτη Γεωργίου Γιαννούλη),
Νικόλαο Λεοντή, Γεώργιο Γεωργέλλη, Δημήτριο Τίγγα και Δημήτριο Κράνη,
Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις
10 Οκτωβρίου 2011, με την παρουσία και της Γραμματέως Χριστίνας
Σταυροπούλου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Β. Μ. του Κ. , κατοίκου
..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φίλιππο
Κοτέα, με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚπολΔ.
Του αναιρεσιβλήτου: Λ. Λ. του Γ., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ηλία Λάϊο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 29 Ιουλίου
2004 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου που κατατέθηκε στο Πολυμελές
Πρωτοδικείο Πειραιώς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3791/2007 οριστική του
ιδίου δικαστηρίου και 680/2009 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της
τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 10 Δεκεμβρίου 2009
αίτησή του και των από 20 Ιουλίου 2011 προσθέτων λόγων.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που
εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται
πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Δημήτριος Τίγγας, ανέγνωσε την από 7
Σεπτεμβρίου 2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της
αιτήσεως αναιρέσεως με τους πρόσθετους λόγους της.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψή της αιτήσεως και
την καταδίκη του αντιδίκου μέρους του στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 559 αρ. 14 του Κ.Πολ.Δικ, αναίρεση
επιτρέπεται, αν το δικαστήριο παρά το νόμο κήρυξε ή δεν κήρυξε
ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο. Από τη διάταξη αυτή, σε
συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 159 και 160 του Κ.Πολ.Δικ., προκύπτει
ότι οι από τις τελευταίες προβλεπόμενες δικονομικές ακυρότητες, που
αποτελούν νόμιμες κυρώσεις απαγγελλόμενες για παράβαση ρυθμιστικών της
διαδικασίας, ιδίως ως προς τον τύπο των διαδικαστικών πράξεων, διατάξεων
του δικονομικού δικαίου (Ολ. ΑΠ 1/1999), διακρίνονται από τα
απαράδεκτα, που συνεπάγονται το νομικώς ανεπίτρεπτο διαδικαστικής πράξης
ή ενέργειας ανεξαρτήτως του κύρους ή της νομιμότητας ή βασιμότητας
αυτής και ανάγονται στην εσωτερική διάρθρωση και πορεία της διαδικασίας,
αποσκοπώντας στην εξασφάλιση της ομαλής εξέλιξής της, σε τρόπο ώστε να
καθίσταται εφικτή η από τους διαδίκους υπεράσπιση των σε δίκη
καταχθέντων δικαιωμάτων και η ορθή γενικώς απονομή, καθιερώνονται δε τα
απαράδεκτα αυτά άλλοτε με ρητό χαρακτηρισμό και άλλοτε με τη χρήση
συγγενών με την έννοια του απαραδέκτου εκφράσεων του Κ.Πολ.Δικ. για
αναστολή ή αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης (Ολ. ΑΠ 1331/1985). Η κατά
παράβαση του άρθρου 591 παρ.2 Κ.Πολ.Δικ. εσφαλμένη εκδίκαση της
υπόθεσης, με διαφορετική διαδικασία από εκείνη στην οποία υπάγεται, δεν
δημιουργεί, άνευ ετέρου, κάποιον από τους περιοριστικώς με τη διάταξη
του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δικ. απαριθμούμενους λόγους αναιρέσεως (ΑΠ
1519/1984, 1303/1974), διότι το είδος της εφαρμοστέας διαδικασίας δεν
αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση,
όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η
έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης απόφασης, που είχε κάνει
κατά ένα μέρος δεκτή (για ποσό 10.000 ευρώ) την αγωγή του αναιρεσιβλήτου
περί χρηματικής ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης του, λόγω προσβολής της
προσωπικότητάς του με δυσφημιστική ανακοίνωση απόψεων του
αναιρεσείοντος στο διαδίκτυο για τον τρόπο εκπλήρωσης των καθηκόντων
εκείνου σε επιτροπή στέγασης των φοιτητών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, το
Εφετείο έκρινε, ότι η διάταξη του άρθρου 681Δ του Κ.Πολ.Δικ., που έχει
προστεθεί με το άρθρο 9 παρ.10 του ν. 2145/1993 και τροποποιηθεί με το
άρθρο 4 παρ.12 του ν.2328/1995, για εκδίκαση με την ειδική διαδικασία
των άρθρων 666 παρ.1, 667, 670, 671 παρ.1 έως 3, 672 και 673-676
Κ.Πολ.Δικ. "από το καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο των πάσης φύσεως
διαφορών που αφορούν αποζημιώσεις οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής
ζημίας ή ηθικής βλάβης, που προκλήθηκε δια του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή
τηλεοπτικές εκπομπές, ως και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας
της προσωπικότητας των προσβληθέντων", σύμφωνα με το άρθρο μόνο του ν.
1178/1981, όπως τροποποιήθηκε με τους ν. 1738/1987, 1941/1991, 2243/1994
και 2328/1995, όπως και κατά τα άρθρα 4 παρ.10 ν. 2328/1995, 919 και
920 του ΑΚ, είναι εφαρμοστέα "αναλόγως και επί προσβολών της
προσωπικότητας, οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο (INTERNET) μέσω
ηλεκτρονικών σελίδων που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης
πληροφοριών, δεδομένου ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο
θεσμικό πλαίσιο και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνον
με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις
προσβολές της προσωπικότητας δια μέσου του έντυπου ή ηλεκτρονικού
τύπου...". Επομένως, εφόσον η εκδίκαση της ένδικης αγωγής από το
ουσιαστικό δικαστήριο (και) κατά διαφορετική από την προσήκουσα
διαδικασία γενόμενη, δεν θεμελιώνει καθεαυτή λόγο αναιρέσεως από τους
περιοριστικώς απαριθμούμενους με το άρθρο 559 Κ.Πολ.Δικ., όπως η από τον
αριθμό 14 αυτού πλημμέλεια της παρά το νόμο μη κήρυξης απαραδέκτου, ο
αντίθετος πρώτος κατά το δεύτερο μέρος του, από το άρθρο 559 αρ. 14 του
Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναιρέσεως είναι προεχόντως απαράδεκτος, όπως επίσης
απαράδεκτος είναι και ο με τα αυτά ως άνω περιστατικά προβαλλόμενος
πρώτος κατά το πρώτο μέρος του από το άρθρο 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ.
λόγος αναιρέσεως, ο οποίος αναφέρεται σε ευθεία παράβαση κανόνα
ουσιαστικού δικαίου.
Από τις διατάξεις των άρθρων 118 αρ. 4, 502
παρ. 2 566 παρ. 1, 577 παρ. 3 και 178 Κ. Πολ. Δικ. προκύπτει, ότι στο
έγγραφο της αναιρέσεως πρέπει να αναφέρεται κατά τρόπο σαφή, ορισμένο
και ευσύνοπτο η νομική πλημμέλεια που αποδίδεται στο δικαστήριο της
ουσίας, το οποίο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε να είναι
δυνατόν να διαπιστωθεί, αν και ποιο λόγο αναιρέσεως, από τους
περιοριστικώς αναφερόμενους στο άρθρο 559 Κ. Πολ. Δικ., θεμελιώνει η
προβαλλόμενη αιτίαση (Ολ. ΑΠ 32/1996). Διαφορετικά ο λόγος αναιρέσεως
απορρίπτεται αυτεπαγγέλτως ως αόριστος, χωρίς να είναι επιτρεπτή η
συμπλήρωση των στοιχείων που λείπουν με παραπομπή σε άλλα έγγραφα.
Ειδικότερα ως προς τους προβλεπόμενους από το άρθρο 559 αρ. 1 και 19
Κ.Πολ.Δικ. λόγους αναιρέσεως, για να είναι ορισμένοι, πρέπει, μεταξύ
άλλων, να προσδιορίζεται: α) ο συγκεκριμένος κανόνας ουσιαστικού δικαίου
που φέρεται ότι ευθέως ή εκ πλαγίου παραβιάσθηκε, β) τα πραγματικά
περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας και υπό τα οποία
φέρεται ότι συντελέσθηκε η παραβίαση, όπως και ο πραγματικός ισχυρισμός
που αφορούσαν, γ) επί ευθείας παραβιάσεως το αποδιδόμενο στο δικαστήριο
σφάλμα περί την ερμηνεία ή εφαρμογή του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, επί
εκ πλαγίου δε παραβιάσεως εξειδίκευση του σφάλματος της έλλειψης νόμιμης
βάσης, ήτοι αν πρόκειται για παντελή έλλειψη αιτιολογίας μνεία μόνο της
ελλείψεως, αν πρόκειται για ανεπαρκή αιτιολογία ποια επί πλέον
περιστατικά έπρεπε να αναφέρονται ή σε τι συνίσταται η έλλειψη του
νομικού χαρακτηρισμού και αν πρόκειται για αντιφατικές αιτιολογίες, ποια
είναι τα αντικρουόμενα στοιχεία (Ολ. ΑΠ 20/2005, 32/1996). Στην
κρινόμενη υπόθεση ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις
αιτιάσεις: 1)Με τον δεύτερο κατά το πρώτο μέρος του από το άρθρο 559
αρ.1 του Κ.Πολ.Δικ. λόγο αναίρεσης (του κύριου δικογράφου) ότι
παραβίασε, δια της μη εφαρμογής, τις ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 3
επ. π.δ. 394/1996 που προβλέπει τον τρόπο διενέργειας διαγωνισμών για
την προμήθεια υλικών με δημόσιο μειοδοτικό διαγωνισμό, όπως είχε
αποφασίσει η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Πειραιά με την από 7-3-2003
απόφασή της, 2)Με τον τρίτο από το άρθρο 559 αρ. 19 του Κ.Πολ.Δικ. λόγο
αναίρεσης, ότι διέλαβε αντιφατικές και ανεπαρκείς αιτιολογίες με το να
δεχθεί ότι η Σύγκλητος με την από 7-3-2003 απόφασή της δεν απέκλεισε την
αντιμετώπιση της στεγάσεως με επιδότηση ενοικίου ανά φοιτητή και εν
συνεχεία ότι ο τρόπος αυτός έγινε αποδεκτός με την από 30-10-2003
απόφαση της Συγκλήτου. 3)Με τον πέμπτο από το άρθρο 559 αρ.1 του
Κ.Πολ.Δικ. λόγο αναίρεσης, ότι παραβίασε τις ουσιαστικές διατάξεις των
άρθρων 57, 59. 914, 932 ΑΚ και 361, 362, 263 ΠΚ διότι η επίμαχη
ανακοίνωση στο Internet περιέχει αληθή περιστατικά που δεν ηδύναντο να
βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του αναιρεσιβλήτου. 4)Με τον έκτο κατά
το πρώτο μέρος του από το άρθρο 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ. λόγο αναίρεσης,
ότι απέρριψε τη στηριζόμενη επί του άρθρου 367 παρ.1 ΠΚ ένσταση εκείνου
(αναιρεσείοντος) και δέχθηκε ότι στην ανακοίνωσή του περιείχοντο εν
γνώσει του αναληθή και συκοφαντικά περιστατικά, ικανά να βλάψουν την
τιμή και την υπόληψη και την προσωπικότητα γενικά του αναιρεσιβλήτου, με
την εμφάνισή του ως μέλους παρανόμου κυκλώματος που παρέσυρε τη
Σύγκλητο να λάβει παράνομη απόφαση, παραβιάζοντας έτσι τις ουσιαστικές
διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 932 ΑΚ, 361, 362, 363, 367 παρ.2 ΠΚ.
Επομένως, εφόσον δεν αναφέρεται στο αναιρετήριο ποια ήταν τα πραγματικά
περιστατικά, που δέχθηκε το Εφετείο και υπό τα οποία φέρονται ότι
συντελέσθηκαν οι ως άνω αναιρετικές πλημμέλειες της ευθείας και εκ
πλαγίου παραβιάσεως ουσιαστικών κανόνων δικαίου και σε τι συνίστανται οι
συγκεκριμένες παραβάσεις, ώστε να μπορεί να διαγνωσθεί το αντικείμενο
καθεμιάς από τις παραβάσεις αυτές, οι προβαλλόμενοι ως άνω λόγοι
αναιρέσεως είναι προεχόντως αόριστοι, κατά το μέρος δε που υπό την
επίκληση των λόγων αυτών αναιρέσεως πλήσσεται η εκτίμηση από το Εφετείο
πραγματικών γεγονότων είναι απαράδεκτοι (άρθρο 561 παρ.1 του
Κ.Πολ.Δικ.).
Κατά το άρθρο 562 παρ.2 του Κ.Πολ.Δικ. "είναι
απαράδεκτος λόγος αναίρεσης που στηρίζεται σε ισχυρισμό ο οποίος δεν
προτάθηκε νόμιμα στο δικαστήριο της ουσίας, εκτός αν πρόκειται : α)για
παράβαση που δεν μπορεί να προβληθεί στο δικαστήριο της ουσίας, β)για
σφάλμα που προκύπτει από την ίδια την απόφαση, γ)για ισχυρισμό που αφορά
τη δημόσια τάξη". Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι, αν δεν
συντρέχει μία από τις σ' αυτή αναφερόμενες εξαιρετικές περιπτώσεις, ο
λόγος αναιρέσεως είναι παραδεκτός μόνον εφόσον στηρίζεται σε ισχυρισμό
που προτάθηκε παραδεκτά και νόμιμα στο δικαστήριο από το οποίο
προέρχεται η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (Ολ. ΑΠ 43/1990), ακόμη και αν
έπρεπε να ληφθεί υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο της ουσίας (Ολ.
ΑΠ 1/1987). Στο αναιρετήριο πρέπει να παρατίθεται ο ισχυρισμός, όπως
προτάθηκε στο δικαστήριο της ουσίας και να αναφέρεται ο χρόνος και
τρόπος προτάσεώς του ή επαναφοράς του στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ώστε
να μπορεί να κριθεί, αν ήταν παραδεκτός και νόμιμος, νόμιμος δε τρόπος
επαναφοράς στο Εφετείο ισχυρισμού του ηττηθέντος πρωτοδίκως διαδίκου
είναι λόγος έφεσης ή αντέφεσης και όχι οι υποβαλλόμενες έγγραφες
προτάσεις (ΑΠ 306/1999, 1231/1995). Με τον τέταρτο από το άρθρο 559 αρ. 8
του Κ.Πολ.Δικ. λόγο αναίρεσης ψέγεται το Εφετείο ότι δεν εξήτασε τον
προβληθέντα, από τον ηττηθέντα πρωτοδίκως αναιρεσείοντα, με τις
έγγραφες, προτάσεις του στον πρώτο και το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας,
ισχυρισμό ότι καθυστέρησε αδικαιολόγητα η υπό την προεδρία του
αναιρεσιβλήτου επιτροπή να κινήσει τη διαδικασία που είχε αποφασίσει η
Σύγκλητος, με αποτέλεσμα η τελευταία να αποδεχθεί την εισήγηση της
Επιτροπής, για μεταβολή του τρόπου στέγασης των φοιτητών. Επομένως,
εφόσον ο ηττηθείς πρωτοδίκως αναιρεσείων δεν επικαλείται ότι επανέφερε
τον ως άνω ισχυρισμό του με λόγο έφεσης ενώπιον του Εφετείου, ο από το
άρθρο 559 αρ. 8 του Κ.Πολ.Δικ. τέταρτος λόγος αναίρεσης είναι αόριστος.
Από τις διατάξεις των άρθρων 566 παρ.1, 118
αρ. 4, 577, 578 και 559 αρ. 20 του Κ.Πολ.Δικ., προκύπτει ότι, ο λόγος
αναιρέσεως για παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου, για να είναι
ορισμένος πρέπει να εκτίθενται στο αναιρετήριο, εκτός άλλων, το ακριβές
περιεχόμενο του εγγράφου και εκείνο που εξέλαβε ως περιεχόμενό του το
δικαστήριο της ουσίας, ώστε από τη σύγκρισή τους να κριθεί, αν εσφαλμένα
ανέγνωσε το έγγραφο και συνεπεία της εσφαλμένης αναγνώσεώς του δέχθηκε
περιεχόμενο του εγγράφου καταδήλως διαφορετικό από εκείνο που πραγματικά
έχει (ΑΠ 475/2002, 883/1995). Στην προκειμένη περίπτωση, με τους
δεύτερο και έκτο κατά το δεύτερο μέρος τους από το άρθρο 559 αρ. 20
Κ.Πολ.Δικ. λόγους αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Εφετείο
παραμόρφωσε το περιεχόμενο του 13ου θέματος των πρακτικών συνεδριάσεως
της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Πειραιώς και της ανακοίνωσης του
αναιρεσείοντος στο Διαδίκτυο ως προς τα συκοφαντικά για τον
αναιρεσίβλητο περιστατικά που έκανε δεκτά. Ο λόγος αυτός είναι αόριστος,
εφόσον δεν εκτίθεται στο αναιρετήριο το ακριβές περιεχόμενο των ως άνω
εγγράφων και εκείνο που εξέλαβε ως περιεχόμενό του το Εφετείο, ώστε από
τη σύγκρισή τους να κριθεί αν το δικαστήριο της ουσίας εσφαλμένα
ανέγνωσε τα έγγραφα αυτά και συνεπεία της εσφαλμένης αναγνώσεώς του
δέχθηκε (οντολογικό) περιεχόμενο αυτών καταδήλως διαφορετικό από εκείνο
που πραγματικά έχουν. Ο από το άρθρο 559 αρ. 20 του Κ.Πολ.Δικ. λόγος
αναιρέσεως της παραμορφώσεως εγγράφου ιδρύεται, όταν το δικαστήριο από
εσφαλμένη ανάγνωση αποδεικτικού εγγράφου καταλήγει σε επιζήμιο για τον
αναιρεσείοντα πόρισμα, όχι δε και όταν από την εκτίμηση του αληθούς
περιεχομένου του εγγράφου καταλήγει σε διαφορετικό συμπέρασμα από εκείνο
που θεωρεί ως ορθό ο αναιρεσείων (ΑΠ 185/1993). Στην προκείμενη
περίπτωση με τον δεύτερο από το άρθρο 559 αρ. 20 του Κ.Πολ.Δικ. πρόσθετο
λόγο αναιρέσεως αποδίδεται στο Εφετείο η αιτίαση ότι παραμόρφωσε το
περιεχόμενο των από 7-3-2003 πρακτικών της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου
Πειραιώς και του ... υπηρεσιακού σημειώματος με το να δεχθεί, κατόπιν
ορθής αναγνώσεως του περιεχομένου τους, ότι η αρμόδια Επιτροπή για τη
στέγαση των φοιτητών είχε αρμοδιότητα και για άλλους διαγωνισμούς και
όχι μόνον για μίσθωση ξενοδοχείων, όπως μέχρι τότε γινόταν, με συνέπεια
να κρίνει έτσι την πρόταση του αναιρεσιβλήτου (για επιδότηση των
φοιτητών αντί στεγάσεως ξενοδοχείων) ως συμφέρουσα και ρεαλιστική.
Επομένως, εφόσον το αποδιδόμενο στην προσβαλλόμενη απόφαση σφάλμα δεν
ανάγεται στο οντολογικό περιεχόμενο των ως άνω αποδεικτικών εγγράφων,
αλλά σε εσφαλμένη εκτίμηση του περιεχομένου τους, ο ως άνω από το άρθρο
559 αρ. 20 του Κ.Πολ.Δικ. δεύτερος πρόσθετος λόγος αναιρέσεως είναι
απαράδεκτος.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ.γ' του Κ.Πολ.Δικ. αναίρεση
επιτρέπεται, αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά
μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από τις διατάξεις δε
των άρθρων 335 και 338 έως 340 του ίδιου Κώδικα συνάγεται ότι το
δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για τους
πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην
έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα
που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να επιβάλλεται όμως
ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση καθενός από αυτά, αρκεί να
καθίσταται βέβαιο ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα επιτρεπτά κατά νόμο
αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 18/2011, 24/2011). Στην προκείμενη περίπτωση, όπως
από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει, το Εφετείο, προκειμένου να
καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, με το οποίο έκρινε ως ουσιαστικά
βάσιμη την αγωγή του αναιρεσιβλήτου, βεβαιώνει ότι έλαβε υπόψη τις
ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων και όλα τα προσαγόμενα με επίκληση από
τους διαδίκους έγγραφα. Από τη βεβαίωση αυτή, σε συνδυασμό με το όλο
περιεχόμενο της αποφάσεως, προκύπτει ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη και την
από 14-5-2004 επεξηγηματική επιστολή του αναιρεσείοντος για το επίμαχο
από 22-3-2004 δημοσίευμά του, σε ιστοσελίδα του διαδικτύου, με τους
προσβλητικούς υπαινιγμούς για τον αναιρεσίβλητο, αλλά δεν αποσυνδέει τις
επεξηγήσεις του αναιρεσείοντος, ενόψει προδήλως και του μακρού χρόνου
που μεσολάβησε από το επίμαχο δημοσίευμα, με τους συνδεόμενους εμμέσως
με το πρόσωπο του αναιρεσιβλήτου ισχυρισμούς εμπλοκής του σε "απίστευτες
αντιδικίες και βορβορώδεις δικαστικές διαμάχες", όπως και της μη ρητής
αναφοράς της επιστολής αυτής στο πρόσωπο του αναιρεσιβλήτου. Επομένως ο
αντίθετος από το άρθρο 559 αρ. 11γ του Κ.Πολ.Δικ., τρίτος πρόσθετος
λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος. Κατά το άρθρο 559 αρ.1 του Κ.Πολ.Δικ.
αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου,
στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των
δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, με ψευδή ερμηνεία ή
εσφαλμένη εφαρμογή. Ελέγχεται δηλαδή με το λόγο αυτό αναιρέσεως, αν η
αγωγή ή η ένσταση ορθώς απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή, τούτο δε μπορεί να
συμβεί και με την εφαρμογή μη προσήκοντος κανόνα δικαίου (ΑΠ 80/1995).
Κατά τη διάταξη δεν του άρθρου 559 αρ. 19 του Κ.Πολ.Δικ. αναίρεση
επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει
καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικής ή ανεπαρκείς σε
ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την
έννοια της διατάξεως αυτής ο λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νόμιμης βάσης
της αποφάσεως ιδρύεται, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού
συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά ή τα
εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του
πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης
συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή του ή όταν οι αιτιολογίες
αντιφάσκουν μεταξύ τους (Ολ. ΑΠ 1/1999). Εξάλλου κατά τις διατάξεις των
άρθρων 57-59, 299, 330, 914 και 932 του ΑΚ εκείνος που προσβάλλεται
παράνομα και υπαίτια στην προσωπικότητά του, της οποίας εκφάνσεις
αποτελούν, η τιμή, δηλαδή η ηθική αξία και η υπόληψη, δηλαδή η κοινωνική
αξία, δικαιούται να απαιτήσει, μεταξύ άλλων και την επιδίκαση σ' αυτόν
εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης (Ολ. ΑΠ
2/2008).Περαιτέρω κατά το άρθρο 367 παρ.1 περ. α-δ' του ΠΚ, το άδικο των
προβλεπομένων στα άρθρα 361 επ. του ίδιου Κώδικα πράξεων - με εξαίρεση
τις περιπτώσεις της συκοφαντικής δυσφημήσεως ή την ύπαρξη σκοπού
εξυβρίσεως - αίρεται, μεταξύ άλλων περιπτώσεων και όταν πρόκειται για
εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση
νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (ή προστασία) δικαιώματος ή από άλλο
δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις. Η εν λόγω διάταξη,
για την ενότητα της έννομης τάξης, εφαρμόζεται αναλογικά και στο χώρο
του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τα άρθρο 57-59 του
ΑΚ. Ειδικός σκοπός εξυβρίσεως ειδικότερα εμφαίνεται στον τρόπο εκδήλωσης
της προσβλητικής συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικά
αναγκαίος για την απόδοση της σκέψης εκείνου που φέρεται ότι ενήργησε
από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτόν για να
προσβάλλει την τιμή άλλου (ΑΠ 167/2000). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως
προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η
έφεση του αναιρεσείοντος-εναγομένου κατά της πρωτόδικης αποφάσεως, που
είχε κάνει κατά ένα μέρος δεκτή την αγωγή του αναιρεσιβλήτου για
επιδίκαση προς αυτόν χρηματικής ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης του,
λόγω προσβολής της προσωπικότητάς του από δυσφημιστικό δημοσίευμα του
αναιρεσείοντος στον ηλεκτρονικό τύπο, το Εφετείο, ύστερα από ανέλεγκτη
εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε τα ακόλουθα: "Ο εναγόμενος και ήδη
εκκαλών είναι πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Κατά τον χρόνο
που είχε αυτή την ιδιότητα (Μάρτιος 2004) δημοσίευσε (ανάρτησε), όπως
ομολογεί, στην πρώτη σελίδα του ιστοτόπου (website) του Πανεπιστημίου
(www.unipi.gr) ανακοίνωση, αναφερόμενη μεταξύ άλλων και στον ενάγοντα
και ήδη εφεσίβλητο, Καθηγητή του ίδιου Πανεπιστημίου, της οποίας το
περιεχόμενο έχει κατά λέξη ως ακολούθως:
"Πειραιάς, 22 Μαρτίου 2004 Αριθμ. πρωτ. : ... Ανακοίνωση Η Σύγκλητος
του Πανεπιστημίου Πειραιώς, υπό τις γνωστές πλέον συνθήκες που
λειτουργούσε το προηγούμενο ακαδημαϊκό έτος, αποφάσισε τη συγκρότηση
Επιτροπής για τον καθορισμό τεχνικών προδιαγραφών των υπηρεσιών στέγασης
προς τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Η Επιτροπή είχε σαφή
εντολή να καθορίσει τους όρους και τις προδιαγραφές μίσθωσης των
υπηρεσιών στέγασης. Αντ' αυτού, η επιτροπή εντελώς αναπάντεχα και
κινούμενη προφανώς εκτός των ορίων της εντολής που έλαβε από τη Σύγκλητο
πρότεινε το σύστημα επιδότησης ενοικίου.
Για την ιστορία υπενθυμίζω την πλήρη σύνθεση της Επιτροπής: α)Καθηγητής
Λ. Λ. , ως Πρόεδρος, β) Καθηγητής Ε. Κ., γ)Επίκουρος Καθηγητής Μ. Π. ,
δ)Λέκτορας Σ. Μ. και ε) Π.Μ., ως μέλη.
Μάλιστα ο Πρόεδρος της Επιτροπής αυτής
Καθηγητής Λ. Λ. με σχετική επιστολή του στις 20.06.2003 παρενέβη
προσωπικώς υπέρ της επιδότησης ενοικίου.
Μη έχοντας πλέον τεχνικές προδιαγραφές και ως εκ τούτου πρόταση για τη
σχετική διακήρυξη, αλλά και υπό το καθεστώς της εξαιρετικά πιεστικής
ανάγκης για άμεση στέγαση των φοιτητών, η Σύγκλητος στις 30.10.2003
αποφάσισε κατεπειγόντως και ουσιαστικώς υπό εκβιαστικές συνθήκες την
υιοθέτηση του συστήματος επιδότησης ενοικίου. Με την από 24.06.2003
επιστολή μου προς τη Σύγκλητο είχα ήδη διατυπώσει τις σοβαρότατες
ενστάσεις μου για το πόρισμα της Επιτροπής και είχα επισημάνει τις
ευθύνες της.
Η εν λόγω απόφαση, ως αποτέλεσμα των σκόπιμων
παραλείψεων της ανωτέρω Επιτροπής, είχε ουσιαστικά προβλήματα
εφαρμογής. Για το λόγο αυτό εξέδωσα την υπ' αριθμόν ... Εγκύκλιό μου, με
σκοπό - όσο αυτό ήταν δυνατόν - την άρση του αδιεξόδου. Πλην όμως, με
την υπ' αριθμόν ... απόφασή του, ο πρώην Ειδικός Γραμματέας του
Υπουργείου Παιδείας κ. Α. Κ. αποφάσισε ότι η χορήγηση από τις Δ.Ο.Υ.
επιδόματος 1.000, "απαλλάσσει" τα Πανεπιστήμιο, από τη σχετική δαπάνη.
Ως εκ τούτου, το σύστημα της επιδότησης ενοικίου, όπως - παράνομα και
καταχρηστικά - το πρότεινε η υπό τον κ. Λ. Επιτροπή, έχει πλέον
καταρρεύσει. Όμως οι ευθύνες για την εξέλιξη αυτή έχουν επώνυμους
αποδέκτες.
Οφείλονται λοιπόν απαντήσεις στα ακόλουθο, ερωτήματα:
1)
Γιατί η Επιτροπή παραβίασε την εντολή της
Συγκλήτου: Γιατί οι ηγεσίες των δύο μεγαλυτέρων φοιτητικών παρατάξεων
πρωτοστάτησαν στη δημιουργία, της κατάστασης αυτής, ενώ στο εγγύς
παρελθόν εξέφραζαν πανηγυρικούς για τις συνθήκες στέγασης; 2)
Γιατί την ίδια εκείνη περίοδο (2003) η "φερόμενη ως πλειοψηφία" της
Συγκλήτου, στην οποία ανήκε και ο κ. Λ. ς, παρωθούσε στην κατάργηση του
συστήματος των ξενοδοχείων, με εκπροσώπους των οποίων ορισμένα μέλη ΑΕΠ,
επίσης μέλη αυτής της "ψευτοπλειοψηφίας" ενεπλάκησαν σε απίστευτες
αντιδικίες και βορβορώδεις δικαστικές διαμάχες; 3)
Όσο για το τι τελικώς κρύβει το "παιχνίδι" με τη στέγαση των φοιτητών
σύντομα, θα γνωστοποιήσω άμεσα στην Πανεπιστημιακή κοινότητα ένα
απίστευτο σκάνδαλο διαφθοράς και διαπλοκής, για το οποίο επιλήφθηκε ήδη η
δικαιοσύνη.
Με την ευκαιρία δηλώνω ακόμη μια φορά ότι στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς η
σταθερή πορεία προς τη διαφάνεια και την έντιμη διαχείριση του δημοσίου
χρήματος δεν είναι αναστρέψιμη.
Ο Πρύτανης Καθηγητής Β. Κ. Μ. " Την ανακοίνωση μάλιστα αυτή (σε έντυπη
μορφή) κοινοποίησε: α) στην Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ.
Μ. Γ. , β) στον Υφυπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Σ. Τ. ,
γ) στον Γενικό Γραμματέα Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Α. Κ. και
δ) στον Ειδικό Γραμματέα Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Κατά το περιεχόμενο λοιπόν της εν λόγω ανακοινώσεως ο ενάγων είχε
σχέσεις με ένα "απίστευτο σκάνδαλο διαφθοράς και διαπλοκής", ότι
προωθούσε αυθαίρετα την κατάργηση του συστήματος της μισθώσεως
ξενοδοχείων, ότι φρόντισε έντεχνα να παρασύρει τη Σύγκλητο του
Πανεπιστημίου και ότι το σύστημα επιδότησης ενοικίου που πρότεινε σ'
αυτή ήταν παράνομο. Οι διάδικοι στο παρελθόν -είναι αλήθεια- είχαν
αντίθετες απόψεις σχετικά με τη στέγαση των φοιτητών του Πανεπιστημίου
Πειραιώς, θέμα που αποτέλεσε επί σειρά ετών αντικείμενο σοβαρών
προσωπικών διενέξεων, ακόμη και δικαστικής διαμάχης. Μετά την ανάρτηση
στην πιο πάνω ιστοσελίδα του ανωτέρω κειμένου ο ενάγων υπέβαλε αίτηση
για ρύθμιση καταστάσεως ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,
που έγινε δεκτή με την υπ' αριθμ. 5433/2004 απόφαση και διατάχθηκε ως
ασφαλιστικό μέτρο η εξάλειψη από τον δικτυακό τόπο (ιστοσελίδας) του
Πανεπιστημίου Πειραιώς των προσβλητικών της προσωπικότητάς του τότε
αιτούντος γεγονότων και κρίσεων. Κατά την άποψη όμως του εναγομένου, ο
οποίος επικαλείται τις διατάξεις του Ν. 2286/1995, η αναφερόμενη στην
άνω ανακοίνωση Επιτροπή όφειλε να καθορίσει τις τεχνικές προδιαγραφές,
οι οποίες αναφερόταν στη προκήρυξη δημόσιου ανοικτού διαγωνισμού με
αντικείμενο τη μίσθωση κλινών σε ξενοδοχεία για τη δωρεάν στέγαση των
φοιτητών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Κατ' αυτόν δηλ. η συγκεκριμένη
ενέργεια υπαγόταν στην έννοια της "προμήθειας" και θα έπρεπε να τηρηθεί η
σχετική νομοθεσία περί προμηθειών του Δημοσίου (Π.Δ. 394/1996), την
οποία ο ενάγων, αν και γνώριζε καλώς, δεν τήρησε, με αποτέλεσμα, όταν η
υπό την προεδρία του Επιτροπή πρότεινε στη Σύγκλητο στις 30-10-2003 την
επιδότηση ενοικίου, ύψους 300 μηνιαίως ανά φοιτητή (και όχι τη μίσθωση
κλινών ξενοδοχείων), η τελευταία υπό την πίεση του χρόνου επειδή είχε
ήδη αρχίσει το ακαδημαϊκό έτος) να αποδεχθεί την πρόταση αυτή. Με τον
τρόπο αυτόν, υποστηρίζει, ο ενάγων παραβίασε την δοθείσα από τη Σύγκλητο
εντολή και υπό εκβιαστικές συνθήκες την παρώθησε να υιοθετήσει τη δική
του πρόταση. Αποδεικνύεται όμως ότι στην επίμαχη από 7-3-2003 συνεδρίαση
της Συγκλήτου, όπου συζητήθηκε το περιεχόμενο υπ' αρ. ... υπηρεσιακού
σημειώματος της Προϊσταμένης του Τμήματος Οικονομικού κ. Α. Σ. , το
οποίο αναφερόταν στην ανάγκη ορισμού Επιτροπών για περισσότερα του ενός
θέματα, ένα εκ των οποίων ήταν και η Επιτροπή "για τη στέγαση των
φοιτητών", η Σύγκλητος όρισε να συνεργαστούν οι Καθηγητές κ.κ. Α. Α.
(Αντιπρύτανης), Α. Κ. και ο ενάγων, καθώς και η κ. Α. Σ. , για να
ορίσουν τη σύνθεση των επιμέρους επιτροπών: α) συντάξεως τεχνικών
προδιαγραφών (διακηρύξεως). β) διενέργειας και αξιολόγησης
(κατακυρώσεως) και γ) παραλαβής (υπογραφής συμβάσεως) για τους διάφορους
διαγωνισμούς που θα προκηρυσσόταν. Ο ενάγων υποστηρίζει ότι η έννοια
της "στεγάσεως" δεν περιοριζόταν αποκλειστικά στη μίσθωση δωματίων
ξενοδοχείου (όπως μέχρι την εποχή εκείνη συνέβαινε), αλλά οποιονδήποτε
δυνατό τρόπο στεγάσεως των φοιτητών (και μάλιστα κακώς αναφέρεται στο
υπ' αρ.πρ. 20031876/8-4-2003 έγγραφο του εναγομένου η φράση "οριστήκατε
μέλος της επιτροπής... για την ανάθεση σε ξενοδοχεία των υπηρεσιών
στέγασης...", φράση [λέξη] που προστέθηκε από αυτόν αυθαιρέτως) και
συνεπώς η πρόταση της Επιτροπής για επιδότηση ενοικίου δεν ήταν
παραπλανητική για τη Σύγκλητο. Την άποψη αυτή συμμερίζεται και ο
μάρτυρας Σ. Κ. , μετέπειτα Πρύτανης του ίδιου Πανεπιστημίου,
προσθέτοντας ότι με την προκριθείσα λύση το Πανεπιστήμιο εξοικονομούσε
ετησίως ένα πολύ μεγάλο ποσό, αντί να πληρώνει δηλ. 1200 μηνιαίως για
ένα δίκλινο δωμάτιο ξενοδοχείου μιας συγκεκριμένης εταιρείας θα πλήρωνε
300 ανά φοιτητή. Βεβαίως το αναφερόμενο προς σύγκριση ποσό (1200 ) δε
είναι απολύτως ακριβές, καθόσον το αληθές ποσό ήταν 940 (470 Χ 2),
όπως αναγράφεται στο πόρισμα της Επιτροπής. Τα όσα δε καταθέτει ο
μάρτυρας Ι. Σ. , Καθηγητής του ίδιου Πανεπιστημίου, ότι παραβιάστηκε η
εντολή της Συγκλήτου με το να μη γίνει τελικά ο διαγωνισμός, αποτελούν
μάλλον προσωπική του γνώμη και δεν συνεπικουρούνται από τις άλλες
αποδείξεις, εν όψει όσων εξετέθησαν. Εξ άλλου η απόφαση της Συγκλήτου
της 30-10-2003 ήταν ομόφωνη, παρόλο που στη σύνθεσή της συμμετείχε ο
ίδιος ο εναγόμενος, ο οποίος θα μπορούσε τότε να διαφωνήσει αν θεωρούσε
ότι είχε παραβιαστεί η προηγούμενη απόφαση. Από αυτά προκύπτει ότι ο
ενάγων ως Πρόεδρος της Επιτροπής πρότεινε στο επίμαχο θέμα μια
ρεαλιστική πρόταση που δεν ήταν παράνομη, ο ίδιος δε δεν λειτουργούσε σε
"ένα παράνομο κύκλωμα επιδότησης ενοικίου" ούτε φρόντισε έντεχνα να
παρασύρει τη Σύγκλητο. Επίσης ο εναγόμενος, προς αντίκρουση της αγωγής,
ισχυρίζεται ότι η φράση "μέλη ΔΕΠ της φερόμενης ως "πλειοψηφίας" της
Συγκλήτου, στην οποία ανήκε και ο ενάγων, ενεπλάκησαν σε βορβορώδεις
δικαστικές διαμάχες με εκπροσώπους των ξενοδοχείων" δεν είχε την έννοια
ότι ο ίδιος ο ενάγων ενεπλάκη σε τέτοιες διαμάχες αλλ' ότι κάποιοι άλλοι
ενεπλάκησαν, όμως, με το να μην κάνει σαφή διαχωρισμό του ενάγοντος από
τα άλλα μέλη, αφήνει την υπόνοια στον αναγνώστη ότι και ο ενάγων
συμπαρίστατο ψυχικά στις ενέργειες εκείνων, τις οποίες κατακρίνει έντονα
ο εναγόμενος στην εν λόγω ανακοίνωση. Επομένως οι ισχυρισμοί του
εναγομένου: 1) ότι δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική αλλ' ούτε και η
υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως γιατί
τα αναφερόμενα γεγονότα ήταν αληθή και 2) ότι προέβη στην πράξη αυτή
λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντός του, αποσκοπώντας αποκλειστικά και
μόνο στην ενημέρωση της κοινής γνώμης (και κυρίως των φοιτητών), με
συνέπεια να αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξεως αυτής, είναι ουσία
αβάσιμοι. Αντίθετα, αποδεικνύεται ότι αυτός με την ιδιότητα του
Πρυτάνεως εν γνώσει του συνέταξε και ανήρτησε στην ανωτέρω ιστοσελίδα
την επίδικη ανακοίνωση που περιείχε αναληθή περιστατικά, ικανά να
βλάψουν την τιμή και υπόληψη του ενάγοντος, με σκοπό να πλήξει το κύρος
και την ηθική ακεραιότητα του ενάγοντος ως εξέχοντος μέλους της
κοινωνίας, αλλά κυρίως ως Πανεπιστημιακού Δασκάλου, τον οποίο παρουσίασε
ως μέλος ενός παρανόμου κυκλώματος και ως Πρόεδρο Επιτροπής που
κατόρθωσε έντεχνα να παρασύρει τη Σύγκλητο στο να λάβει παράνομη
απόφαση. Τα. κίνητρα δε που τον ώθησαν να προβεί στην ενέργεια αυτή
είναι νομικώς αδιάφορα."Έτσι όπως έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε ευθέως
ή εκ πλαγίου τις με βάση τις ανωτέρω παραδοχές του εφαρμοστέες
ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 330 εδ.β', 914 και 932 του
ΑΚ, καθόσον διέλαβε στον υπαγωγικό συλλογισμό του σαφείς, επαρκείς και
μη αντιφατικές αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο
της ορθής εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων και μη εφαρμογής της διατάξεως
του άρθρου 367 ΠΚ. Ειδικότερα αναφέρεται: 1)Ότι ο αναιρεσίβλητος -
ενάγων, στα πλαίσια άσκησης νόμιμων καθηκόντων του, ως Προέδρου της
Επιτροπής στέγασης, φοιτητών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, υπέβαλε πρόταση
για επιδότηση ενοικίου 300 ευρώ ανά φοιτητή μηνιαίως, αντί των 470 ευρώ
μηνιαίως που θα στοίχιζε η στέγαση σε μισθούμενα ξενοδοχεία, πρόταση η
οποία προφανώς ήταν περισσότερο συμφέρουσα για το Ελληνικό Δημόσιο,
χωρίς να υπολείπεται σε αξία και χρησιμότητα από την άλλη δυνατότητα.
2)Ότι ο αναιρεσείων-εναγόμενος ανήρτησε στην πρώτη σελίδα του ιστοτόπου
του Πανεπιστημίου Πειραιώς (www.unipi.gr) , όπου μπορούσε να έχει
πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα το κοινό, ανακοίνωση, που περιλάμβανε
αναληθή για τον αναιρεσίβλητο γεγονότα, που έβλαπταν την τιμή και την
υπόληψή του, ήτοι α) ανέφερε αναληθώς: α)ότι μέλη της πλειοψηφίας της
Συγκλήτου του ως άνω Πανεπιστημίου, στην οποία όντως ανήκε ο
αναιρεσίβλητος - ενάγων, "ενεπλάκησαν σε απίστευτες αντιδικίες και
βορβορώδεις δικαστικές διαμάχες", χωρίς να διαφοροποιεί τον
αναιρεσίβλητο και αφήνοντας έτσι την ίδια μομφή και έναντι αυτού, ενώ
δεν είχε καμμία σχέση με τις αποδιδόμενες διαμάχες και β)ότι παραβίασε ο
αναιρεσίβλητος την απόφαση της Συγκλήτου, για ανάθεση σε ξενοδοχεία των
υπηρεσιών στέγασης, ενώ δεν υπήρχε τέτοια δεσμευτική απόφαση της
Συγκλήτου, η οποία άλλωστε ήταν ομόφωνη και μετείχε σ' αυτή και ο
αναιρεσείων (χωρίς να μειοψηφήσει). 3)Ότι με την ως άνω ανακοίνωσή του ο
αναιρεσείων έβλαψε την τιμή και την υπόληψη του αναιρεσιβλήτου, ο
οποίος, για την γενόμενη υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς του
εδικαιούτο ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του το ποσό
των 10.000 ευρώ και 4)Ότι δεν συνέτρεχε λόγος άρσης του αδίκου
χαρακτήρα των πράξεων του αναιρεσείοντος, ενόψει του ότι αυτές εν μέρει
συνιστούσαν συκοφαντική δυσφήμηση και εν μέρει συντελέσθηκαν με σκοπό
εξυβρίσεως, διότι δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίες για την απόδοση της
σκέψης του αναιρεσείοντος χάριν ενημερώσεως και μόνον του κοινού ως προς
τον αποτελεσματικότερο και λιγότερο δαπανηρό για το Δημόσιο τρόπο
στέγασης των φοιτητών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Επομένως οι αντίθετοι
από το άρθρο 559 αρ. 1 και 19 του ΚΠολΔικ. πρώτος και τέταρτος πρόσθετοι
λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να
απορριφθεί η ένδικη αίτηση αναιρέσεως με τους πρόσθετους λόγους της και
να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου
(άρθρα 176 και 183 του ΚΠολΔικ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 1-12-2009 αίτηση με τους από
20-7-2011 πρόσθετους λόγους του Β. Μ. για αναίρεση της 680/2009
αποφάσεως του Εφετείου Πειραιώς.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά
έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια
(2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 24 Οκτωβρίου 2011. Και,
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 7 Νοεμβρίου 2011.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ