16.4.14

ΣΤΟ ΑΕΔ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΠΙΔΙΚΑΣΘΕΝ ΠΟΣΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 παρ. 1 περ. ε΄του Συντάγματος η αμφισβήτηση που ανέκυψε από αντίθετες Αποφάσεις του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρταείας ως προς την έννοια της διατάξεως του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα σε συνδυασμό με την διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος (αρχή της αναλογικότητας).

Ειδικότερα, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 19/2011 Απόφαση της Ολομελείας του Αρείου Πάγου, "κατά το άρθρο 932 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι παρέχεται στο δικαστήριο η δυνητική ευχέρεια, ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που οι διάδικοι θέτουν υπόψη του, όπως του βαθμού του πταίσματος του υπόχρεου, του είδους της προσβολής, της περιουσιακής και κοινωνικής καταστάσεως των μερών και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να επιδικάσει ή όχι χρηματική ικανοποίηση, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίσει δε συγχρόνως και το ποσό αυτής, που θεωρεί εύλογο. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (ΚΠολΔ 561 παρ. 1), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης (Ολ.ΑΠ 13/2002)". 
Αντιθέτως, με την υπ' αριθμ. 3918/2009 Απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι "
Κατά τη διάταξη αυτή του Α.Κ., η οποία εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση της ευθύνης Ο.Τ.Α. κατά το άρθρο 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Η χρηματική αυτή ικανοποίηση αποσκοπεί στην ηθική παρηγορία και την ψυχική ανακούφιση του παθόντος, όσο αυτό είναι δυνατόν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι παρέχεται στο δικαστήριο η ευχέρεια, ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να επιδικάσει ή όχι χρηματική ικανοποίηση και συγχρόνως να καθορίσει το ποσό αυτής. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφήνεται στην ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, η οποία δεν ελέγχεται κατ’ αναίρεση, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, χωρίς την υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου (ΣτΕ 2727/2003, 2100, 2796, 3256/2006, 1042, 1915, 2559/2007). Ελέγχεται, όμως, κατ’ αναίρεση η κρίση των δικαστηρίων της ουσίας αν, κατά τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, λήφθηκαν υπόψη περιστατικά που δεν ήταν επιτρεπτό να συνεκτιμηθούν για το σχηματισμό της κρίσης αυτής ή αν δεν συνεκτιμήθηκαν γεγονότα τα οποία είχαν τεθεί υπόψη τους και τα οποία επιδρούν στον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης (ΣτΕ 2100, 2796/2006 7μ, 1915/2007). Επίσης, η σχετική κρίση των δικαστηρίων της ουσίας ελέγχεται και ως προς το εάν είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, με την έννοια ότι τα δικαστήρια της ουσίας δεν πρέπει ούτε να υποβαθμίζουν την απαξία της παράνομης πράξης, παράλειψης, υλικής ενέργειας ή παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας με την επιδίκαση εξαιρετικά χαμηλών ποσών, ούτε να καταλήγουν με ακραίες εκτιμήσεις στον υπέρμετρο πλουτισμό του ενός μέρους (ΣτΕ 3256/2006, 1915, 2559/2007)".
Η υπόθεση θα συζητηθεί στην δικάσιμο της 7.5.2014 και ώρα 18.00 στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρταείας.