Προστασία διακριτικού τίτλου εταιρίας. Χρήση της λέξης που κυριαρχεί με την προσθήκη άλλης από άλλη εταιρία που δραστηριοποιείται στον ίδιο οικονομικό κλάδο (εμπόριο μετρητών μέτρησης κατανάλωσης ενέργειας). Πιθανολογήθηκε ότι η καθ’ ής εταιρία προέβη στην πράξη της αυτή με σκοπό να δημιουργηθεί σύγχυση μεταξύ των προϊόντων της προς τα όμοια προϊόντα της αιτούσας και να αυξήσει τις πωλήσεις τους με αθέμιτη απόσπαση πελατείας από αυτήν. Έλλειψη έννομου συμφέροντος για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης, καθώς προέκυψε ότι υπάρχει σχέση εταιρίας-μετόχου. Λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την αποτροπή του απειλούμενου κινδύνου πρόκλησης σύγχυσης στο καταναλωτικό κοινό ως προς την ταυτότητα της αιτούσας.
ΑΠΟΦΑΣΗ 4024/2014
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ
ΜΕΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Σοφία Πλατάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε με κλήρωση
σύμφωνα με το νόμο.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 25 Νοεμβρίου 2013, χωρίς τη
σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την αίτηση με αριθμό κατάθεσης 110743/13755/12-8-2013
και αντικείμενο προστασία σήματος μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Της αλλοδαπής εταιρίας με την επωνυμία «Landis+GyrAG» που έχει συσταθεί σύμφωνα με τους νόμους της
Ελβετίας και εδρεύει στη Ζυς 6301 της Ελβετίας, και
εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους
Γεώργιο Μούκα και Θεόδωρου Κωνοταντακόπουλου.
ΤΗΣ ΚΑΘΉΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Της εταιρίας με την επωνυμία «ΖΕΛΓΤΡΟΝ ΑΝΩΝΥΜΗ
ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ» και τον διακριτικό
τίτλο «ΖΕΛΓΓΡΟΝ Α.Ε» που εδρεύει στον Δήμο Μεταμόρφωσης Αττικής και
εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους
Νικήτα Φορτσάκη και Εμμανουήλ Κασσωτάκη.
ΤΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΚΑΘΉΣ: Της ανώνυμης εταιρίας με
την επωνυμία «VODΑFΟΝΕ-ΠΑΝΑΦΟΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ» και το
διακριτικό τίτλο «VODΑFΟΝΕ-ΡΑΝΑFΟΝ», που εδρεύσει στο Χαλάνδρι Αττικής και
εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο
Βασιλική Γάλλου.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων
ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4 παρ.1 εδ.α
και β και γ, 18 παρ.1 και 26 του Ν.2239/1994, όπως αυτές οι διατάξεις
συμπληρώθηκαν από τον ν.4072/2012 (άρθρα 121-196) προκύπτουν τα εξής: α) σήμα
θεωρείται κάθε σημείο, επιδεικτικό γραφικής παραστάσεως, ικανό να διακρίνει τα
προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχειρήσεως από εκείνα άλλων επιχειρήσεων, β) με
την καταχώρηση του σήματος, η οποία γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζουν τα άρθρα 6 επ. του ίδιου νόμου, παρέχεται στον καταθέτη το δικαίωμα
αποκλειστικής χρήσεως του σήματος στα προϊόντα ή εμπορεύματα για τη διάκριση
των οποίων αυτό προορίζεται, όποιος δε χρησιμοποιεί ή παραποιεί ή απομιμείται
σήμα που ανήκει σε άλλον μπορεί να εναχθεί για παράλειψη ή αποζημίωση ή και για
τα δύο, γ) παραποίηση του σήματος συνιστά η ακριβής ή κατά τα κύρια αυτού μέρη
αντιγραφή ή αναπαράσταση του, ενώ απομίμηση αποτελεί η ιδιαίτερη προσέγγιση,
προς το ξένο σήμα, η οποία όμως λόγω οπτικής ή και ηχητικής εντυπώσεως, που
προκαλεί η όλη παράσταση και ανεξάρτητα από τις επί μέρους ομοιότητες και
διαφορές των δύο σημάτων, είναι δυνατόν να προκαλέσει για το κοινό, με λήψη
υπόψη, ως μέτρου, του άπειρου μέσου ατόμου και όχι του εξειδικευμένου χρήστη,
σύγχυση υπό την έννοια θεωρήσεως, εκ πλάνης, του προϊόντος στο οποίο
χρησιμοποιείται, ως προερχομένου από την επιχείρηση του δικαιούχου του σήματος
ή από επιχείρηση διάφορη μεν, σχετιζόμενη όμως οργανικώς προς την επιχείρηση
του δικαιούχου, κατά την παραγωγή ή τη διάθεση του προϊόντος. Στην περίπτωση δε
σύνθετου σήματος, αποτελούμενου από λέξεις, σχηματικές απεικονίσεις και
χρωματισμούς, κρίσιμη για τη συναγωγή συμπεράσματος περί υπάρξεως ή μη
απομιμήσεώς του, είναι η συνολική εντύπωση που προκαλεί το καθένα από τα
προβαλλόμενα στο μέσο, μη έμπειρο, άτομο του καταναλωτικού κοινού. Σε ένα
τέτοιο σύνθετο σήμα ιδιαίτερη σημασία για το σχηματισμό συνολικής εντυπώσεως
έχει το λεκτικό μέρος του σήματος, χωρίς όμως να αποκλείεται στη συγκεκριμένη
περίπτωση κρίσιμο να είναι το εικαστικό μέρος, ιδιαίτερα όταν το καταναλωτικό
κοινό συνδέει τη σχηματική απεικόνιση με την επιχείρηση και η απεικόνιση έχει
καθιερωθεί στις συναλλαγές ως διακριτικό γνώρισμα. Οσο
δε μεγαλύτερος είναι ο βαθμός καθιερώσεως μιας ενδείξεως στις συναλλαγές, τόσο
μεγαλύτερη διακριτική δύναμη διαθέτει και επομένως οι προϋποθέσεις για τον
αποκλεισμό της παραποιήσεως ή απομιμήσεως πρέπει να είναι αυστηρότερες (ΑΠ
1751/2011 Νόμος, ΑΠ 1227/2009). Περαιτέρω από τις άνω διατάξεις και αυτές των
άρθρων 6, 8, 14 και 15 του άνω Ν. 2239/1994 προκύπτει, όπως συμπληρώθηκαν και
δεν καταργήθηκαν από τον ν.4072/2012, ότι εκείνος που κατέθεσε νόμιμα σήμα και
το σήμα αυτό έγινε δεκτό με αμετάκλητη απόφαση του αρμόδιου οργάνου, αποκτά,
μέχρις ότου τούτο διαγραφεί κατά τη νόμιμη διαδικασία, το αποκλειστικό δικαίωμα
να το χρησιμοποιεί, από την ημέρα που υπέβαλε τη σχετική δήλωση (ΑΠ 1604/2003,
ΑΠ 1131/1995). Κατά το άρθρο 21 του ίδιου νόμου, που αποτελεί ενσωμάτωση στην
ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας 89/104/ΕΟΚ, η προστασία του σήματος διαρκεί
για μία δεκαετία, που αρχίζει από την επομένη της καταθέσεως του. Προβλέπεται
όμως από το εν λόγω άρθρο, η παράταση διαρκείας της προστασίας του για μία
ακόμη δεκαετία και ούτω καθεξής. Η παράσταση γίνεται με αίτηση του δικαιούχου
και την εμπρόθεσμη υποβολή προς το Υπουργείο Εμπορίου (ήδη Ανάπτυξης) του
αποδεικτικού καταβολής των τελών υπέρ του Δημοσίου. Περαιτέρω, ιδιαίτερη
κατηγορία σημάτων αποτελούν τα «σήματα φήμης», σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου
4 παρ. 1γ του ανωτέρω νόμου. Στα σήματα αυτά ο νομοθέτης παρέχει διευρυμένη
νομική προστασία πέραν της για τα κοινά διακριτικά γνωρίσματα προβλεπομένης,
προς τον σκοπό αφ'ενός μεν της αποτροπής του παρασιτικού
ανταγωνισμού από τρίτους, πλην του δικαιούχου, συνισταμένου στην εμπορική
αξιοποίηση της φήμης του σήματος προς ίδιο, αθέμιτο όφελος και αφετέρου του
κινδύνου υπονομεύσεως της ιδιαίτερης των σημάτων αυτών διακριτικής δυνάμεως. Η
έννοια του «σήματος φήμης», μη προσδιοριζόμενη από το νομοθέτη, δύναται να
καθοριστεί με βάση ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια, όπως α) ο αυξημένος βαθμός
καθιερώσεως του σήματος στις συναλλαγές, υπό την έννοια ότι η ανταγωνιστική
δύναμη της ενδείξεως να εκδηλώνεται σε μεγάλο βαθμό, να έγινε δηλαδή γνωστή
πέραν από το σχετικό κύκλο των καταναλωτών, β) η μοναδικότητα του σήματος υπό
την έννοια ότι αυτό δεν έχει φθαρεί, χρησιμοποιούμενο κατά τρόπο ευρύ από
τρίτους σε ανόμοια προϊόντα, γ) η ιδιοτυπία στην εν γένει εμφάνιση και την εκφραστική
του δύναμη, δ) η ύπαρξη ιδιαιτέρας θετικής εκτιμήσεως του καταναλωτικού κοινού,
αναφορικώς με τα προϊόντα που διακρίνει, ε) το καλυπτόμενο από το σήμα μερίδιο
αγοράς, η χρονική διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του, στ) το μέγεθος των επενδύσεων που
έχει πραγματοποιήσει η επιχείρηση για την προβολή του, ζ) η γεωγραφική
έκταση, εντός της οποίας το σήμα χαίρει φήμης (βλ. και ΔΕΚ Υποθ. Ο. 375/1997,
ΑΠ 1030/2008 ΕΕμπΔ 2008,891, ΔΕΕ 2009, 186). Εάν
πρόκειται περί σήματος φήμης η χρησιμοποίηση του μεταγενεστέρου σήματος είναι
απαγορευμένη, εάν θα προσπόριζε στον χρήστη αυτού, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο
όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος. Επί
ενός τέτοιου σήματος δεν είναι απαραίτητο να δημιουργείται κίνδυνος συγχύσεως. Αρκεί
ότι η χρήση του θα βλάψει τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος φήμης
ή θα προσπορίσει, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος στον μεταγενέστερο μη
δικαιούχο.
Ειδικότερα, ενόψει της ανωτέρω διευρυμένης
νομικής προστασίας του σήματος φήμης, η προστασία του έναντι του κινδύνου της υποσκάψεως δεν συναρτάται οπωσδήποτε από τη διαπίστωση
τέτοιου βαθμού ομοιότητος μεταξύ του φημισμένου
σήματος και του υπό του μη δικαιούχου χρησιμοποιημένου σημείου, ώστε να
υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως τους από το ενδιαφερόμενο κοινό. Αρκεί η ύπαρξη
για την προστασία του σήματος φήμης κάποιου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των δύο
σημάτων, ώστε να είναι δυνατή η υπό του καταναλωτικού κοινού συνειρμική
διασύνδεση του υπό του μη σηματούχου
χρησιμοποιουμένου σημείου και του σήματος φήμης. Αθέμιτο δε όφελος
προσπορίζεται ο τρίτος, όταν χρησιμοποιώντας το ξένο σήμα φήμης, μεταφέρει στα
προϊόντα που παράγει ή εμπορεύματα ή υπηρεσίες που προσφέρει, την καλή εντύπωση
που έχουν για το σήμα οι συναλλαγές, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο
δικαιούχος του σήματος φήμης βρίσκεται σε οικονομικό και εν γένει οργανωτικό
δεσμό με τον τρίτο ή ότι επεξέτεινε τη δραστηριότητα του και στα προϊόντα ή τις
υπηρεσίες του τρίτου και εφόσον αυτός ο (τρίτος) καρπώνεται χωρίς αντάλλαγμα
την προσπάθεια του σηματούχου να καθιερώσει το σήμα
του στην αγορά. Βλάβη του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος φήμης επέρχεται
κυρίως, όταν αυτό χάνει την ελκτική του δύναμη. Το τελευταίο επέρχεται ακόμη
και όταν το διακριτικό γνώρισμα του τρίτου χρησιμοποιείται σε ανόμοια προϊόντα
ή υπηρεσίες. Παρά δε την γραμματική διατύπωση της διατάξεως του εδ. γ" του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2239/1994, στην
οποία γίνεται μνεία περί μη παρομοίων προϊόντων ή υπηρεσιών, η διάταξη αυτή, τελολογικώς ερμηνευομένη πρέπει
να ερμηνευθεί διασταλτικώς, καταλαμβάνουσα και τις
περιπτώσεις που το προγενέστερο σήμα φήμης χρησιμοποιείται από τον μη δικαιούχο
προς διάκριση παρομοίων προϊόντων ή υπηρεσιών. Τούτο δε διότι, η ανωτέρω μνεία,
έχει ως σκοπό μόνο να υπογραμμίσει ότι οι κανόνες αυτοί έχουν εφαρμογή και όταν
δεν είναι παρόμοια τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες (Βλ. απόφαση ΔΕΚ στην υπόθεση
(5-408/2001 ως προς την ερμηνεία του άρθρου 5 παρ. 2 της Οδηγίας 89/104/ΕΟΚ για
την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων που είναι ταυτόσημο
με το άρθρο 4 παρ. 1γ του Ν. 2239/1994). Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 παρ. 2 του υπ'αριθμό 40/1994 Κανονισμού (ΕΚ) της 20-12-1993 για το
«κοινοτικό σήμα», ο οποίος καδικοποιήθηκε ήδη με τον
Κανονισμό 207/2009, ο οποίος ισχύει κατά τον κρίσιμο χρόνο, τούτο (κοινοτικό σήμα)
έχει ενιαίο χαρακτήρα. Παράγει τα αυτά αποτελέσματα σε ολόκληρη την Κοινότητα:
δεν δύναται να καταχωρηθεί, να μεταβιβασθεί, να γίνει αντικείμενο παραίτησης
παρά μόνο για ολόκληρη την Κοινότητα κατά δε το άρθρο 6 του ιδίου Κανονισμού,
το κοινοτικό σήμα αποκτάται με την καταχώριση, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 9 του εν
λόγω Κανονισμού, το κοινοτικό σήμα παρέχει στο δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα.
Ο δικαιούχος δικαιούται να απαγορεύει σε, κάθε τρίτο, να χρησιμοποιεί-στις
συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεση του: α) κάθε σημείο που ταυτίζεται με το
κοινοτικό σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται με εκείνες για τις
οποίες το σήμα έχει καταχωρηθεί και β) κάθε σημείο για το οποίο λόγω του
ταυτοσήμου ή της ομοιότητας του με το κοινοτικό σήμα και του ταυτοσήμου ή της
ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών οι οποίες καλύπτονται από το κοινοτικό
σήμα και το σημείο, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης από μέρους του κοινού. Ο κίνδυνος
σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης μεταξύ σημείου και σήματος.
Τέλος, κατά το άρθρο 14 παρ. 1 του ίδιου Κανονισμού, που έχει τον τίτλο
«Συμπληρωματική εφαρμογή του εθνικού δικαίου σε θέματα παραποίησης/απομίμησης»,
«τα αποτελέσματα του κοινοτικού σήματος καθορίζονται αποκλειστικά από τις
διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Κατά τα λοιπά, οι προσβολές κοινοτικού
σήματος διέπονται από το εθνικό δίκαιο για τις προσβολές εθνικού σήματος
σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου Χ» (ΑΠ 175/2011, ο.α.).
Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 του Ν. 146/1914 περί
αθεμίτου ανταγωνισμού, «απαγορεύεται κατά τας εμπορικός, βιομηχανικός ή
γεωργικός συναλλαγάς πάσα προς τον σκοπόν ανταγωνισμού γενομένη πράξις
αντικείμενη εις τα χρηστά ήθη. Ο παραβάτης δύναται να εναχθεί προς παράλειψιν και προς ανόρθωσιν της
προσγενόμενης ζημίας». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 13
παρ. 1 και 4 του ιδίου νόμου: «όστις κατά τας συναλλαγάς
ποιείται χρήσιν ονόματος τίνος, εμπορικής επωνυμίας ή
ιδιαίτερου διακριτικού γνωρίσματος, καταστήματος ή βιομηχανικής επιχειρήσεως ή
εντύπου τινός κατά τρόπον δυνάμενον να προκαλέσει σύγχυσιν με το όνομα, την εμπορικήν
επωνυμίαν ή το ιδιαίτερον διακριτικόν γνώρισμα, ότινα
έτερος νομίμως μεταχειρίζεται, δύναται να υποχρεωθεί υπό του τελευταίου εις παράλειψιν της χρήσεως. Ως ιδιαίτερον
διακριτικόν γνώρισμα θεωρείται και ο ιδιαίτερος διασχηματισμός ή η ιδιαιτέρα διακόσμησις
των εμπορευμάτων, της συσκευής ή του περικαλύμματος αυτών, εφόσον είναι γνωστά
εις τους σχετικούς κύκλους των συναλλαγών ως διακριτικό σημεία των ομοίων
εμπορευμάτων άλλου τινός». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει: 1) ότι για την
εφαρμογή του άρθρου 1 απαιτείται η πράξη αφ'ενός μεν
να έγινε προς το σκοπό του ανταγωνισμού και αφετέρου να αντίκειται στα χρηστά
ήθη, ως κριτήριο των οποίων χρησιμεύουν οι ιδέες του μέσου κοινωνικού ανθρώπου,
που, κατά τη γενική αντίληψη, σκέπτεται με χρηστότητα και φρόνηση (ΑΠ Ολ 2/2008) και 2) ότι για την ύπαρξη αθέμιτου ανταγωνισμού
με τη χρήση ξένου διακριτικού γνωρίσματος απαιτείται δυνατότητα να προκληθεί
σύγχυση, χωρίς την οποία αθέμιτος ανταγωνισμός δεν υπάρχει (ΑΠ 2026/2007, ΑΠ
1123/2002 ΕΕμπΔ 2002,887, ΑΠ 1780/1999 Ελληνικό
Δημόσιο 41,973, ΕφΑΘ 3250/2001 ΕλλΔνη
44/803, Εφθεσ 77/2007). Ειδικότερα, διακριτικό
γνώρισμα είναι το μέσο, με το οποίο εξατομικεύεται είτε το πρόσωπο (λ.χ. το
όνομα του), είτε η επιχείρηση (λ.χ. διακριτικός τίτλος της) είτε το εμπόρευμα ή
οι υπηρεσίες (λ.χ. το σήμα και ο διασχηματισμός) (ΑΠ
606/2005, Εφθεσ 1422/2007, ΕφΑΘ
6270/2000 ΔΕΕ 2001,490). Σε αντίθεση με τη γενική απαγορευτική ρήτρα του άρθρου
1 του Ν. 146/1914, που απαιτεί ανταγωνιστικό σκοπό, κατά την έννοια της
πρόθεσης των άρθρων 914 και 919 ΑΚ, στην περίπτωση του άρθρου 13 του ίδιου
νόμου, αρκεί η χρήση να γίνεται κατά τρόπο, που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση,
έστω και αν αυτή δεν γίνεται με ανταγωνιστικό σκοπό. Χρήση, που μπορεί να
οδηγήσει σε σύγχυση, είναι η αυτούσια μίμηση και η παραποίηση, δηλαδή η
χρησιμοποίηση με μερικές μεταβολές, που δεν αρκούν για να αποτραπεί η σύγχυση. Ετσι η παραποίηση μπορεί να είναι οπτική, ηχητική,
εννοιολογική ή και συνειρμική, τον δε κίνδυνο σύγχυσης μπορεί να δημιουργήσει η
ομοιότητα λέξεων ή και αριθμών, που αποτελούν το γνώρισμα εικόνων, ήχων,
σχημάτων, χρωμάτων, σχεδίων, συσκευασιών, διαφημίσεων. Σημασία έχει η γενική
εντύπωση που δημιουργείται, ενώ ο κίνδυνος σύγχυσης δεν αποκλείεται, όταν η
χρησιμοποίηση γίνεται με μικρές παραλλαγές (ΑΠ 1409/1980 ΕΕμπΔ
1981,451, Εφθεσ 77/2007 ό.π.,
ΕφΑΘ 7369/1996 ΔΕΕ 1996,1153). Κίνδυνος σύγχυσης
υπάρχει, όταν, λόγω ομοιότητας δύο διακριτικών γνωρισμάτων, μπορεί να
δημιουργηθεί παραπλάνηση στους συναλλακτικούς κύκλους και συγκεκριμένα, σε ένα,
όχι εντελώς ασήμαντο, μέρος των πελατών όσον αφορά στην προέλευση των
εμπορευμάτων ή υπηρεσιών από ορισμένη επιχείρηση, είτε στην ταυτότητα της
επιχείρησης, είτε στην ύπαρξη σχέσης συνεργασίας μεταξύ των δύο επιχειρήσεων.
Τέτοια σύγχυση πρέπει να αποφεύγεται, διότι ο σαφής σκοπός του νομοθέτη είναι,
να αποτρέπονται πεπλανημένες εντυπώσεις ως προς τη δραστηριότητα μιας
επιχείρησης και εκμετάλλευση της καλής της φήμης από άλλη επιχείρηση.
Προϋπόθεση για να δημιουργηθεί σύγχυση από τη χρήση των διακριτικών γνωρισμάτων
είναι να έχουν την τελευταία διακριτική δύναμη, χωρίς την οποία δεν μπορούν να
επιτελέσουν τον προορισμό τους. Ο βαθμός της διακριτικής δύναμης προσδιορίζει
και την έκταση προστασίας. Η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως αποτελεί προϋπόθεση για
την προστασία όλων των διακριτικών γνωρισμάτων κατά την έννοια του άρθρου 13
του Ν. 146/1914 (ΑΠ 241/1991 ΕλλΔνη 34,560, ΕφΑΘ 103/2009 ΔΕΕ 2009,443, Εφθεσ
77/2007 ΕπισκΕΔ 2007,504, ΕφΑΘ
5775/2005 ΔΕΕ 2006,616, ΕφΑΘ 6260/2002 ΕλλΔνη 44,803, ΕφΑΘ 3250/2001 ΕλλΔνη 44,801). Κατά την έννοια, όμως, του άρθρου 1 του Ν.
146/1914, οι προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά ώστε η
λεγόμενη «δουλική απομίμηση» προϊόντος ξένης εργασίας να συνιστά πράξη
ανταγωνισμού που αντιβαίνει στα χρηστά ήθη, είναι: α) η ανταγωνιστική πρωτοτυπία
του προϊόντος ξένης εργασίας, η οποία (πρωτοτυπία) υφίσταται όταν είναι ικανή
να υποδηλώσει στις συναλλαγές την προέλευση του προϊόντος από ορισμένη
επιχείρηση. Ετσι, ανταγωνιστική πρωτοτυπία έχει
εκείνο το προϊόν, που λόγω της τεχνικής ή αισθητικής διαμόρφωσης του, των
συστατικών του ή των άλλων ιδιοτήτων του, δημιουργεί την ικανότητα να
εξατομικεύεται και να διαφοροποιείται από άλλα ομοειδή προϊόντα άλλης
προέλευσης. Συνεπώς, το στοιχείο της ανταγωνιστικής πρωτοτυπίας ελλείπει αν
πρόκειται για προϊόντα μαζικής παραγωγής ή καθημερινής κοινοτυπίας ή για
προϊόντα που αποτελούν τα ίδια προϊόντα πιστής αντιγραφής από άλλα πρωτότυπα
(βλ. Η. Σουφλερό, στον Αθέμιτο Ανταγωνισμό, Ν. Ρόκα, έκδ. 1996, σελ. 113), β) ο κίνδυνος σύγχυσης και γ) η γνώση
του απομιμούμενου ότι κάνει χρήση του προτύπου. Στην περίπτωση διαπίστωσης της
ύπαρξης αθέμιτων ενεργειών στο πλαίσιο είτε του άρθρου 1, είτε του άρθρου 13
του Ν. 146/1914, ο προσβαλλόμενος από τον αθέμιτα ανταγωνιζόμενο μπορεί να
αξιώσει την άρση της προσβολής και την παράλειψη αυτής στο μέλλον, αν και ο
νόμος (άρθρο 1 του Ν 146/1914) κάνει λόγο μόνο για αξίωση παραλείψεως (Βλ. Λ. Κοτσίρη, Δίκαιο Ανταγωνισμού, έκδ.
1982, σελ. 121, ΕφΑΘ 2561/2010 ΕλλΔνη
2011 823, ΕφΔωδ 11/2007 Νόμος, ΕφΠειρ
220/2004 ΕλλΔνη 2006 1454).
Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα αλλοδαπή
εταιρία, με έδρα την Ελβετία, που διαθέτει και εργοστάσιο παραγωγής στην Ελλάδα
και δη στην Κόρινθο, εκθέτει ότι δραστηριοποιείται παγκοσμίως στον εμπορικό
χώρο του σχεδιασμού και της κατασκευής πρωτοποριακών ηλεκτρικών μετρητών υψηλής
ποιότητας και στην εμπορική και βιομηχανική εφαρμογή ηλεκτρονικών-ψηφιακών
μετρητών και βρίσκεται στην πρώτη θέση παγκοσμίως στην μέτρηση ηλεκτρικής
ενέργειας, κατέχουσα εξέχουσα θέση στην προηγμένη διαχείριση μετρήσεων (ΑΜΜ)
και στους έξυπνους μετρητές, ήτοι παράγει χονδρικώς και λιανικώς προϊόντα και
υπηρεσίες προηγμένης οικιακής και βιομηχανικής μέτρησης, διαχείρισης και
παρακολούθησης δικτύου σε επιχειρήσεις και καταναλωτές, μεταξύ των οποίων τα προϊόντα
και οι υπηρεσίες «ecometer», προς διάκριση δε των
προϊόντων και υπηρεσιών είναι δικαιούχος σημάτων λεκτικό (ecometer)
και με απεικόνιση, καθώς και ότι είναι δικαιούχος σχετικών κοινοτικών σημάτων,
τα οποία έχουν καταστεί και σήματα φήμης. Διατείνεται περαιτέρω, ότι από τον
Δεκέμβριο του 2012 η καθ'ής η αίτηση εταιρία, η οποία
δραστηριοποιείται επαγγελματικά σε υπηρεσίες τηλεμέτρησης
καταναλώσεων ενέργειας νερού και αερίου και για τους σκοπούς της προμηθεύει
συσκευές τηλεμέτρησης, εγκαθιστά και παρέχει
υπηρεσίες συλλογής και παρουσίασης των δεδομένων μέτρησης σε μία πλατφόρμα ΑΜΜ,
ήτοι εμπορική δραστηριότητα που ασκεί και η αιτούσα, χρησιμοποιεί, την ένδειξη
«smart ecometer» για την
πώληση και εμπορία προϊόντων και υπηρεσιών, περιλαμβάνοντας το διακριτικό
γνώρισμα «ecometer» στα προϊόντα της, που αποτελεί
δουλική απομίμηση, με συνέπεια να υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης ως προς την
ταυτότητα των επιχειρήσεων τους και εντεύθεν να διενεργείται σε βάρος της
αθέμιτος ανταγωνισμός προς τον σκοπό προσέλκυσης πελατών της. Με βάση αυτό το
ιστορικό, η αιτούσα εταιρία ζητεί να ληφθούν, για την προσωρινή λόγω του
επείγοντος ρύθμιση της κατάσταση, ασφαλιστικά μέτρα και συγκεκριμένως, (α) να
υποχρεωθεί η καθ'ής η αίτηση να παύσει προσωρινά και
να παραλείπει στο μέλλον χρήση των περιγραφέντων στην παρούσα διεθνών και
κοινοτικών σημάτων της αιτούσας, να απαγορεύει να χρησιμοποιεί ως διακριτικό
τίτλο τη λεκτική ένδειξη «ecometer» και να διαθέτει
στην αγορά προϊόντα τα οποία φέρουν την ως άνω ένδειξη, (β) να υποχρεωθεί
προσωρινά να αποσύρει τις πινακίδες, τα έντυπα, τις κάρτες, τις σφραγίδες, τα
τιμολόγια, και οποιοδήποτε έτερο έντυπο, τα οποία αναγράφουν την παραπάνω
λεκτική ένδειξη, εντός δέκα ημερών από την επίδοση της απόφασης, άλλως να
επιτραπεί στην αιτούσα στην απόσυρση των προϊόντων (γ) να διαταχθεί η
συντηρητική κατάσχεση όλων των προϊόντων που φέρουν την ένδειξη ή οποιαδήποτε
άλλη ένδειξη που συνιστά προσβολή των κοινοτικών σημάτων, δ) να απειληθεί
χρηματική ποινή 5.900 ευρώ για την περίπτωση μη συμμόρφωσης στις διατάξεις της
απόφασης, ε) να οριστεί μονάδα παράβασης της απόφασης ότι δηλαδή θα
διαπράττονται τόσες παραβάσεις όσα τεμάχια προϊόντων με την ένδειξη διανέμει ή
διαθέτει και αποτελεί ξεχωριστή παράβαση κάθε ξεχωριστής παροχής υπηρεσίας
απειλώντας κατά της καθ' ής χρηματική ποινή ούτως
ώστε κάθε ανευρισκόμενο τεμάχιο ή ξεχωριστή παροχή
υπηρεσίας να συνιστά αυτοτελή παράβαση, στ) να επιτραπεί η δημοσίευση του
διατακτικού της απόφασης που θα εκδοθεί σε μία (1) ημερήσια εφημερίδα
πανελλήνιας κυκλοφορίας, και να καταδικασθεί η καθής
στα δικαστικά της έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αυτά τα αιτήματα, η
κρινόμενη αίτηση παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου
κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επόμ.,
731 & 732 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη
στις διατάξεις στις διατάξεις των άρθρων (1, 13, 14, 20 § 1, 22 του ν. 146/1914
και 1, 2, 6, 14, 15, 18, 21, 26, 27, 31, 33 του ν. 2239/1994, όπως συμπληρώθηκε
από τον ν.2072/2012, 682, 731, 732, 947 και 176 του ΚΠολΔ,
ΕΚ 207/2009 που κωδικοποίησε τον ΕΚ 40/1994), που αναφέρονται στις προεκτεθείσες μείζονες νομικές σκέψεις εκτός από το αίτημα
που αναφέρεται στην συντηρητική κατάσχεση όλων των προϊόντων που φέρουν την
ένδειξη, που κρίνεται μη νόμιμο αφού τείνει στην πλήρη ικανοποίηση του
δικαιώματος της. Κατόπιν τούτων, η ένδικη αίτηση πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω
για να κριθεί εάν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη. Κατά τη συζήτηση της
υπόθεσης στο ακροατήριο, εμφανίσθηκε η εταιρία με την επωνυμία
«VODΑFΟΝΕ-ΠΑΝΑΦΟΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ» με το διακριτικό
τίτλο «VODAFΟΝΕ-ΡΑΝΑFΟΝ» που εδρεύει στο Χαλάνδρι Αττικής και με προφορική
δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της, όπως ειδικότερα αναπτύσσει και με το
σημείωμα που κατέθεσε μετά τη συζήτηση, επικαλούμενη ότι η ίδια έχει έννομο
συμφέρον που συνίσταται στην αποκλειστική συνεργασία με την καθ'ής
για την προώθηση των υπηρεσιών της, η οποία το έτος 2012 έγινε θυγατρική της
κατά 100% και η οποία χρησιμοποιεί (καθ'ής) τις
υπηρεσίες του δικτύου της, άσκησε παραδεκτά (άρθρα 80 επ.,
686 παρ. 6 ΚΠολΔ) πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της
τελευταίας, ζητώντας την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως. Η πρόσθετη αυτή
παρέμβαση πρέπει να συνεκδικασθεί με την υπό κρίση
κύρια αίτηση (άρθρα 31 § 1, 246 ΚΠολΔ) και να
εξεταστεί στην ουσία της.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος της αιτούσας ... και της ανωμοτί
κατάθεσης του διευθύνοντος συμβούλου της καθ' ής ...,
οι οποίοι εξετάσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την με αριθμό
6929/22-11-2013 ένορκη βεβαίωση του ... που δόθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου
Αθηνών ..., κατόπιν εμπρόσθεσμης και νομότυπης
κλήτευσης της καθ'ής (βλ. την με αριθμό
4725Γ/20-11-2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου
Αθηνών ...), που προσκομίζει η αιτούσα, την με αριθμό 11.352/25-11-2013 ένορκη
βεβαίωση του ... που προσκομίζει η καθ'ής (βλ.την με αριθμό 9742/21-11-2013 έκθεση επίδοσης ...) και
την με αριθμό 11.357/27-11-2013 ένορκη βεβαίωση του ..., που επίσης προσκομίζει
η καθ'ής, που η γνωστοποίηση της έγινε στο ακροατήριο
κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, όπως και των εγγράφων που επικαλούνται οι
διάδικοι, σε κάθε δε περίπτωση παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη ακόμη και αν δεν
έχει γίνει γνωστοποίηση, καθόσον στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων μπορούν
να ληφθούν υπόψη και ένορκες βεβαιώσεις χωρίς κλήτευση του αντιδίκου (βλ. αντί
άλλων I. Πετρόπουλος, «Οι ένορκες βεβαιώσεις στην πολιτική δίκη», ΕλλΔνη 2007, 43 και εκεί παραπομπές σε νομολογία) καθώς
επίσης από όλα τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα πιθανολογήθηκαν τα
ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα αλλοδαπή εταιρία που εδρεύει στην
Ελβετία, δραστηριοποιείται εμπορικά στο χώρο του σχεδιασμού και της κατασκευής
ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών/ψηφιακών μετρητών κατανάλωσης ενέργειας και είναι
προμηθευτής ολοκληρωμένων λύσεων μέτρησης και διαχείρισης ενέργειας.
Δραστηριοποιείται παγκοσμίως από πολλά έτη (ήδη από το 1896 με προηγούμενη
νομική μορφή και επωνυμία) και σε πολλές χώρες του κόσμου (τουλάχιστον 30),
μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα από το έτος 1970, παρέχει δε προϊόντα και
υπηρεσίες για την μέτρηση ηλεκτρικής ενέργειας, κατέχοντας παγκοσμίως εξέχουσα
θέση στον τομέα ανάπτυξης και έρευνας στη διαχείριση μετρήσεων και στους
μετρητές, συμμετέχοντας και σε σχετικές εκθέσεις του κλάδου. Η αιτούσα
προσφέρει το ευρύτερο χαρτοφυλάκιο προϊόντων και υπηρεσιών στη βιομηχανία
μέτρησης ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβάνοντας λύσεις προηγμένης διαχείρισης
μετρήσεων (ΑΝΜ/ΑΜΙ), συστήματα επικοινωνίας και λογισμικού, μετρητές και λύσεις
για τη διαχείριση δεδομένων μέτρησης. Παράγει και διαθέτει χονδρικώς και
λιανικώς προϊόντα και υπηρεσίες προηγμένης οικιακής και βιομηχανικής μέτρησης,
διαχείρισης και παρακολούθησης δικτύου, απευθυνόμενη τόσο σε επιχειρήσεις όσο
και σε οικιακούς καταναλωτές. Ως προελέχθη από το 1970 δραστηριοποιείται και
στην Ελλάδα διαθέτοντας εργοστάσιο στην περιοχή της Κορίνθου, όπου
κατασκευάζονται ηλεκτρομηχανικοί μετρητές ενέργειας, το 1994 δε μεταφέρθηκαν
στην Κόρινθο η παραγωγή και από άλλα εργοστάσια της αιτούσας, ενώ το 2001 το
εργοστάσιο της Κορίνθου γίνεται κέντρο παραγωγής ηλεκτρομηχανικών μετρητών.
Προς διάκριση των προϊόντων και υπηρεσιών της αιτούσας, αυτή κατέστη το έτος
2009 δικαιούχος του με αριθμό ... λεκτικού διεθνούς κοινοτικού σήματος «ecometer», ΤΟ οποίο δηλώθηκε στις 9-11-2007 στον Παγκόσμιο
Οργανισμό Διανοητικής Ιδιοκτησίας, καταχωρήθηκε στις 20-2-2009 στο Γραφείο
Εναρμόνισης της Εσωτερικής Αγοράς προς διάκριση προϊόντων της κλάσης 9 και 42,
και τελεί έκτοτε νομίμως σε ισχύ (βλ.τα
προσκομιζόμενα από την αιτούσα έγγραφα του ΟΗΙΜ που προσκομίζονται σε επίσημη
μετάφραση στην Ελληνική, ως και από 20-2-2009 έγγραφο του Γραφείου Εναρμόνισης
στην Εσωτερική Αγορά, επίσης σε νόμιμη μετάφραση στην Ελληνική). Σύμφωνα με το
ως άνω έγγραφο το ανωτέρω σήμα καταχωρήθηκε στην λίστα προϊόντων και υπηρεσιών
της ταξινόμησης της Νίκαιας για μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος, μετρητές αερίου,
μετρητές νερού, απεικονίσεις/ενδείξεις, τηλεσυσκευές
που συνδέονται με μετρητές ενέργειας, συσκευές για την ένδειξη/απεικόνιση
κατανάλωσης ενέργειας και όλα τα προαναφερθέντα είδη όχι για εξωτερική χρήση,
όχι για χρήση σε πρατήρια καυσίμων αυτοκινήτων και φορτηγών και όχι για χρήση
με τη συνήθη βενζ'ινη, το ντίζελ και των εναλλακτικών
καυσίμων και στην λίστα 42 για συμβουλές στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας
(συμβουλευτική για την ενέργεια) σε σχέση με την ενεργειακή απόδοση και την
ενεργειακή χρήση, τον έλεγχο της ποιότητας στον τομέα της εξοικονόμησης
ενέργειας (έλεγχος ενέργειας), μετρήσεις στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας
σε σχέση με την κατανάλωση ενέργειας στα κτίρια. Επίσης είναι δικαιούχος του με
αριθμό ...λεκτικού με απεικόνιση διεθνούς/κοινοτικού σήματος «ecometer energy monitor», ΤΟ οποίο δηλώθηκε στις 9-11-2007 στον Παγκόσμιο
Οργανισμό Διανοητικής Ιδιοκτησίας και καταχωρήθηκε στις 20-2-2009 στα Γραφείο
Εναρμόνισης της Εσωτερικής Αγοράς και τελεί έκτοτε νομίμως σε ισχύ. Η καθ' ής ελληνική εταιρία, που εδρεύει στο 12,5ο χιλιόμετρο της
εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας, η οποία ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 2004, έχει επίσης
ως σκοπό μεταξύ άλλων, την παροχή υπηρεσιών Machine to Machine (υπηρεσία διαβίβασης δεδομένων από συσκευή σε
συσκευή (Μ2Μ)), τηλεμετρίας-τηλεματικής μέσω δικτύου κινητών τηλεπικοινωνιών.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της στο διαδίκτυο η καθ'ής
παρέχει υπηρεσίες μέτρησης για απομακρυσμένη μέτρηση της κατανάλωσης φυσικού
αερίου και νερού, καθώς και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω φωτοβολταϊκών. Πρόκειται για μία υπηρεσία αυτοματοποιημένης
διαχείρισης μετρήσεων (ΑΔΜ). Σύμφωνα επίσης με την ως άνω ιστοσελίδα της
προσφέρεται ως συνδρομητική υπηρεσία σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας /εμπόρους
λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, διανομής φυσικού αερίου και νερού και
είναι προσβάσιμη μέσω διαδικτύου ή εικονικού
ιδιωτικού δικτύου (VΡΝ). Η πλατφόρμα e-Metron έχει αναπτυχθεί από την καθ'ής και φιλοξενείται στο κέντρο δεδομένων της Vodafone στην Αθήνα, Ελλάδα. Παρέχει πληροφορίες σε
πραγματικό χρόνο, λεπτομερείς αναφορές και ειδοποιήσεις για συσκευές μέτρησης
ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και νερού. Απευθύνεται σε επιχειρήσεις
φυσικού αερίου, επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας, έμποροι λιανικής πώλησης,
εταιρίες τηλεπικοινωνιών, σε επιχειρήσεις ύδρευσης και έμποροι λιανικής
πώλησης. Για τη λειτουργία της ως άνω υπηρεσίας αυτή παρέχει στους πελάτες της
καταγραφείς δεδομένων ή συσκευές μέτρησης στις επιχειρήσεις-εμπόρους λιανικής,
οι οποίες συσκευές καταγράφουν συνεχώς δεδομένα που αφορούν στην κατανάλωση και
τα αποστέλλουν μέσω (3ΡΡχ5 (ηλεκτρική ενέργεια), 5Μ5 (φυσικό αέριο) ή ΚΡ &
6ΡΚ5 (νερό) στον κεντρικό διακομιστή εφαρμογών, που
βρίσκεται στο κέντρο δεδομένων της Vodafone Ελλάς. Οι
επιχειρήσεις έμποροι λιανικής έχουν πρόσβαση στην πλατφόρμα μέσω διαδικτύου ή
VΡΝ και λαμβάνουν πλήρεις πληροφορίες, δεδομένα μέτρησης, αναφορές κλπ. Ο
πελάτης δύναται να παρακολουθεί την κατανάλωση του μέσω διαδικτύου και
ειδοποιηθεί σε περιπτώσεις υπερβολικής κατανάλωσης ή άλλων συμβάντων. Για το
λόγο αυτό παρέχει έξυπνους μετρητές και καταγραφείς δεδομένων, υπηρεσίες
δικτύου δεδομένων, επεξεργασία δεδομένων μέτρησης, εγκατάσταση υλοποίηση και
τεχνική υποστήριξη, υπηρεσίες πελατειακών σχέσεων, τιμολόγηση. Η καθ'ής κατέστη δικαιούχος του λεκτικού σήματος με
απεικόνιση «smart ecometer»,
με χρώμα μαύρο και κόκκινο, ταξινομημένα κατά κλάσεις στην κλάση 9, 38 και 42,
σύμφωνα με την με αριθμό ΕΞ 2508/2013 απόφαση της Επιτροπής Σημάτων του
Υπουργείου Ανάπτυξης, Αντωγωνιστικότητας, Υποδομών,
Μεταφορών και Δικτύων. Σύμφωνα με την ως άνω απόφαση το ανωτέρω σήμα
κατοχυρώθηκε για τα προϊόντα της κλάσης 9, ως ειδικές συσκευές τηλεματικής-τηλεμετρίας
που προσαρμόζονται σε μετρητές κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού
αερίου, νερού καθώς και σε μετρητές παραγωγής ενέργειας από φωτοβολταϊκά.
Οι συσκευές αυτές καταγράφουν και αποοτέλουν τα
σχετικά δεδομένα μέτρησης μέσω δικτύου κινητών τηλεπικοινωνιών σε κεντρική
πλατφόρμα διαδικτυακής εφαρμογής όπου είναι προσβάσιμα
από τον χρήστη (συνδρομητή) της υπηρεσίας μέσω της χρήσης προσωπικών κωδικών. Η
Κλάση 38 αφορά διαβίβαση μέσω δικτύου κινητών τηλεπικοινωνιών των
καταγεγραμμένων δεδομένων μέτρησης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού
αερίου, νερού καθώς και δεδομένων παραγωγής ενέργειας από φωτοβολταϊκά
σε κεντρική πλατφόρμα διαδικτυακής εφαρμογής όπου είναι προσβάσιμα
στον χρήστη (συνδρομητή) της υπηρεσίας μέσω της χρήσης προσωπικών κωδικών. Και
στην Κλάση 42 για διαδικτυακή υπηρεσία για απομακρυσμένη παρακολούθηση μέσω
διαδικτύου δεδομένων κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, νερού,
καθώς και δεδομένων παραγωγής ενέργειας από φωτοβολταϊκά.
Τα δεδομένα αποστέλλονται από συσκευές τηλεμετρίας μέσω δικτύου κινητών
τηλεπικοινωνιών και αποθηκεύονται σε κεντρική πλατφόρμα διαδικτυακής εφαρμογής,
όπου είναι προσβάσιμα από τον χρήστη (συνδρομητή) της
υπηρεσίας μέσω της χρήσης προσωπικών κωδικών. Το ανωτέρω σήμα κατατέθηκε στις
15-1-2013 προς διάκριση προϊόντων των κλάσεων 9, 38, και 42 και τελεί έκτοτε
νομίμως σε ισχύ, αν και η αιτούσα έχει ασκήσει ανακοπή κατά του ως άνω σήματος,
η οποία εκκρεμεί προς εκδίκαση. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι η
αιτούσα διατείνεται ότι τα ως άνω κοινοτικά σήματα κατέστησαν «σήματα φήμης»,
πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός δεν πιθανολογήθηκε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο
της δικογραφίας, ενώ παράλληλα δεν γίνεται επίκληση των πραγματικών εκείνων
περιστατικών, τα οποία, σύμφωνα και με την προεκτεθείσα
μείζονα νομική σκέψη, υπάγονται στην αόριστη νομική έννοια του σήματος που έχει
αποκτήσει φήμη στην Ελλάδα και την Κοινότητα (βλ. Μ.-Θ. Μαρίνος σε Δίκαιο
Σημάτων, με επιμέλεια Ν. Ρόκα άρθρο 26, αριθμ. 44,
ίδιος, Δίκαιο Σημάτων, έκδοση 2007, σελ.75-78). Επιπροσθέτως, καθίσταται σαφές
ότι οι ως άνω λεκτικές ενδείξεις, συνοδευόμενες από απεικόνιση με συγκεκριμένη
σύνθεση, συνιστούν διακριτικά γνωρίσματα των προαναφερθέντων προϊόντων της
αιτούσας, ενόψει του ότι έχουν διακριτική δύναμη και έχουν καθιερωθεί στις
συναλλαγές δηλονότι έχουν καταστεί γνωστά στους συναλλακτικούς κύκλους ότι
διακρίνουν τα ως άνω προϊόντα ως προερχόμενα αποκλειστικώς από την επιχείρηση
της (αιτούσας). Από την επισκόπηση του αποδεικτικού υλικού της δικογραφίας
καθίσταται σαφές ότι και στους δύο διακριτικούς τίτλους (των ως άνω
επιχειρήσεων), οι οποίοι είναι σύνθετοι, αποτελούμενοι από περισσότερες λέξεις,
κυριαρχεί η λέξη «ecometer», καθόσον έχει διακριτική
δύναμη, η οποία καθορίζει και τη συνολική εντύπωση. Η λέξη «smart»,
που προσέθεσε η καθ'ής η αίτηση δεν συμβάλλουν στη
δημιουργία διαφορετικής συνολικής εντύπωσης, διότι δεν αρκούν για να αλλάξει η
ταυτόσημη ηχητική και οπτική εντύπωση που προκαλείται από τους δύο διακριτικούς
τίτλους [βλ. ΕφΘεσ 77/2007 ΕπισκΕμπΔ.
2007.504, ΠΠρΑθ. 8458/1987 ΕΕμπΔ
1988.136 (το κείμενο της οποίας έχει ως εξής: «η επωνυμία της εναγομένης
"..." με την ηχητική και οπτική ομοιότητα της με την επωνυμία και το
σήμα της ενάγουσας "... " δημιουργεί την εντύπωση ότι αυτή είναι μία
από τις θυγατρικές εταιρίες ή τις αδελφές εταιρίες της αιτούσας ή ότι είναι η
αποκλειστική αντιπρόσωπος της αιτούσας στην Ελλάδα») II «Αθέμιτος Ανταγωνισμός»
Ν. Ρόκα, όπ.π., σελ.364 (-Κουτσούκης)].
Εξάλλου, μεταξύ των δύο (2) ως άνω διακριτικών γνωρισμάτων υπερισχύει και
προστατεύεται κατά νόμο αυτό της αιτούσας που καθιερώθηκε πρώτο στις συναλλαγές
(βλ. ΑΠ 1123/2002 ΔΕΕ 2003 632). Λαμβανομένου δε υπόψη και του γεγονότος ότι οι
δύο εταιρίες δραστηριοποιούνται στον ίδιο οικονομικό κλάδο, - ήτοι αυτόν που
άπτεται του εμπορίου των μετρητών μέτρησης καταναλώσεως κάθε μορφής ενέργειας,
των μεθόδων μέτρησης, των τεχνικών και των προϊόντων μέτρησης κατανάλωσης,
δημιουργείται κίνδυνος σύγχυσης για τον μετρίων γνώσεων και παρατηρητικότητας
καταναλωτή, ο οποίος ευκόλως δύναται να παραπλανηθεί και να υπολαμβάνει
εσφαλμένως ότι τα προϊόντα της καθ'ής είναι αυτά της
αιτούσας ή νεώτερη παραλλαγή των προϊόντων της τελευταίας ή να διακρίνει μεν
ότι πρόκειται για προϊόντα παραγόμενα από άλλη επιχείρηση να έχει, όμως, την
πεπλανημένη αντίληψη ότι οι ως άνω επιχειρήσεις έχουν οικονομικό ή οργανωτικό
σύνδεσμο (βλ. ΑΠ 1388/2004 καταχωρημένη σε «Νόμος»). Πρέπει να σημειωθεί ότι ο
ισχυρισμός της καθ'ής ότι το σήμα «smart ecometer» που χαρακτηρίζουν
τα προϊόντα της δεν ταυτίζεται με το σήμα της αιτούσας, επειδή το δικό της σήμα
περιέχει την πρόσθετη λέξη «smart», πρέπει ν'απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος καθόσον η λέξη αυτή δεν
είναι ικανή να διαφοροποιήσει την ομοιότητα, εφόσον το κυρίαρχο μέρος του
σήματος και του διακριτικού γνωρίσματος είναι η λέξη «ecometer».
Επίσης απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός της καθ'ής
ότι τα δύο συγκρινόμενα προϊόντα ή υπηρεσίες που φέρουν τα σήματα της αιτούσας
δεν ομοιάζουν με της καθ' ής, διότι η υπηρεσία της καθ'ής που φέρει το σήμα αφορά συνδρομητική υπηρεσία μέσω
του δικτύου της νΌάθίοπθ και δεν αποτελεί προϊόν,
όπως οι μετρητές της αιτούσας που φέρουν το σήμα, διότι όπως προέκυψε οι δύο
εταιρίες, έχουν συναφές αντικείμενο την καταγραφή μετρήσεων ενέργειας, είτε με
μετρητές που κατασκευάζουν (αιτούσα), είτε που προμηθεύουν (καθ'ής)
και το γεγονός ότι παρέχεται η ως άνω υπηρεσία της καθ'ής
μέσω δικτύου της νοάθίοηβ, ώστε να ελέγχεται η
κατανάλωση ενέργειας και σε απόσταση, η οποία είναι πρόσθετη των όσων προσφέρει
η αιτούσα, δεν διαφοροποιεί τα δύο προϊόντα. Ενισχυτικό δε της ως ανω διαπίστωσης είναι το γεγονός ότι τα προϊόντα τόσο της
αιτούσας εταιρίας όσο και της καθ'ής κατατάχθηκαν στα
προϊόντα της κλάσης 9 και 42 και τα δύο, ενώ της καθ'ής
κατατάχθηκαν επιπλέον και στην κλάση 38, που σημαίνει ότι τα προϊόντα τους
είναι ομοειδή και ο σκοπός τους συναφής, ασχέτως αν η καθ'ής
στο ως άνω σήμα περιέχει και μία επιπλέον υπηρεσία μέσω δικτύου για τους
συνδρομητές της. Αλλωστε, οι δύο εταιρίες
απευθύνονται και σε ίδιο καταναλωτικό κοινό όπως προκύπτει από τα πιο πάνω
αναφερόμενα της ιστοσελίδας της καθ'ής και της
αιτούσας, ήτοι ιδιώτες, εταιρίες, παρόχους ενέργειας
κλπ, ενώ προέκυψε επίσης ότι το έτος 2010 υπήρξε συνάντηση μεταξύ των
εκπροσώπων της αιτούσας με την καθ'ής και την
προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρία, για το ενδεχόμενο συνεργασίας, γεγονός που δεν
θα γίνονταν εάν δεν υπήρχε συνάφεια στον εμπορικό τους σκοπό. Περαιτέρω
πιθανολογήθηκε ότι η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρία έχει συνάψει σύμβαση με
την καθ'ής για παροχή του δικτύου της και για την
προώθηση των υπηρεσιών της, ενώ το 2012 η καθ'ής,
όπως ομολογούν αμφότερες οι εταιρίες, έγινε θυγατρική της προσθέτως
παρεμβαίνουσας κατά 100%. Δεδομένου ότι προκύπτει σχέση εταιρίας-μετόχου το
Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πιθανολογήθηκε το έννομο συμφέρον της προσθέτως
παρεμβαίνουσας και πρέπει ν'απορριφθεί ως ουσιαστικά
αβάσιμη, πρέπει όμως να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ τους. Εξάλλου
πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα διαθέτει προς πώληση τα προϊόντα της εντός της
Κοινότητας σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα
τιμολόγια αυτής, ενώ ατην Ελλάδα έχουν διατεθεί στη
ΔΕΗ. Συμπληρωματικά επίσης πρέπει να ειπωθεί πλέον των παραπάνω, ότι η λέξη «ecometer» που υπερισχύει στο ως άνω σήμα, δεν αποτελεί λέξη
του αγγλικού λεξιλογίου, αλλά είναι μία πρωτότυπη λεκτική κατασκευή της
αιτούσας που διαθέτει διακριτική δύναμη, ενώ πιθανολογήθηκε ότι δεν έχει
χρησιμοποιηθεί από άλλον πιο πριν, πλην της περίπτωσης της εταιρίας Cilbargo Inc., με την οποία όμως
η αιτούσα έχει υπογράψει συμφωνητικό συνύπαρξης και συναίνεσης, ενώ η άλλη
περίπτωση αναφέρεται σε ανόμοιο προϊόν (μετρητή χιλιομέτρων). Περαιτέρω
πιθανολογήθηκε επίσης ότι στην περιγραφείσα πράξη της προέβη η καθ'ής με σκοπό να δημιουργηθεί σύγχυση μεταξύ των
προϊόντων της προς τα όμοια προϊόντα της αιτούσας ώστε να αυξήσει τις πωλήσεις
τους, όχι βάσει της ποιότητας και της τιμής τους όπως συμβαίνει υπό συνθήκες
υγιούς και θεμιτού ανταγωνισμού, αλλά, με αθέμιτη απόσπαση από την τελευταία
(αιτούσα) της πελατείας την οποία είχε αποκτήσει με την μακρόχρονη παραγωγή και
διάθεση στην αγορά των προϊόντων της με τα ως άνω ιδιαίτερα διακριτικά σημεία
(ονομασίες), κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 και 13 του ν. 146/1914
«περί αθεμίτου ανταγωνισμού» (βλ. ΑΠ 1388/2004 όπ.π.,
ΕφΠειρ.558/2008 ΔΕΕ 2008.1376, ΕφΑΘ.4661/2003 Δνη
2005.508). Περαιτέρω, από τα ίδια στοιχεία πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα
πληροφορήθηκε από πελάτες της το γεγονός και οι οποίοι αποκόμισαν την εσφαλμένη
εντύπωση ότι υπήρχε ταύτιση μεταξύ των διάδικων εταιριών ή οικονομικός και
οργανωτικός σύνδεσμος. Για την αποτροπή του ως άνω απειλουμένου κινδύνου
πρόκλησης σύγχυσης στο καταναλωτικό κοινό ως προς την ταυτότητα της αιτούσας
και εντεύθεν επέλευσης ζημίας σε αυτήν από την προαναφερόμενη αντικείμενη στα
χρηστά ήθη συμπεριφορά της καθ'ής, πρέπει να ληφθούν
τα αναφερόμενα στο διατακτικό και κρινόμενα ως πιο κατάλληλα για τις
περιστάσεις ασφαλιστικά μέτρα. Συνακόλουθα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει
δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και (ι) να υποχρεωθεί προσωρινά αυτή (α) να παύσει
κάθε χρήση της λεκτικής με απεικόνιση ένδειξης «δηΐθπ:
βοοιτιβϊβΓ», (β) να παύσει να διαθέτει στην αγορά
προϊόντα τα οποία φέρουν την ως άνω ένδειξη, (γ) να αποσύρει όλα τα προϊόντα
και την παροχή υπηρεσίας με την ανωτέρω ένδειξη που έχει κυκλοφορήσει και τα
οποία αναγράφουν τη λεκτική ένδειξη, (δ) να διαταχθεί η δημοσίευση του
διατακτικού της απόφασης αυτής σε μία (1) ημερήσια εφημερίδα των Αθηνών, με
επιμέλεια της αιτούσας και με δαπάνες της καθ'ής και
(ίίί) να απειληθεί κατά της καθ' ής
χρηματική ποινή ποσού διακοσίων (200 €) ευρώ, για κάθε παράβαση της απόφασης
αυτής. Τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας θα επιβληθούν σε βάρος της πρώτης των καθών η αίτηση, καθόσον είναι η διάδικος που ηττήθηκε στη
δίκη (άρθρο 176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την πρόσθετη παρέμβαση.
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη της πρβοσθέτως παρεμβαίνουσας η αίτηση στο σύνολο της μεταξύ
αυτής και της αιτούσας. Δέχεται εν μέρει την υπό κρίση αίτηση.
Υποχρεώνει προσωρινά την καθ'ής η αίτηση να παύσει κάθε χρήση της λεκτικής ένδειξης
«smart ecometer».
Υποχρεώνει προσωρινά την καθ' ής να παύσει να διαθέτει στην αγορά προϊόντα της παραγωγής
της τα οποία φέρουν τη λεκτική ένδειξη «smart ecometer».
Υποχρεώνει προσωρινά την καθής η αίτηση να αποσύρει όλα τα σχετικά προϊόντα με την
ως άνω ένδειξη «smart ecometer».
Απειλεί κατά της καθ'ής
η αίτηση για εκάστη μελλοντική παράβαση των ως άνω διατάξεων χρηματική ποινή
ύψους πεντακοσίων (500 €) ευρώ.
Διατάσσει τη δημοσίευση του διατακτικού της
απόφασης άπαξ σε μία (1) ημερήσια εφημερίδα των Αθηνών επιλογής της αιτούσας
και με δαπάνες της καθ'ής.
Καταδικάζει την καθ'ής
στα δικαστικά έξοδα της αιτούσας, των οποίων το ποσόν καθορίζει σε 350 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε
έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα στις 1 Απριλίου 2014,
χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Η Γραμματέας
για τη
δημοσίευση