Με τις διατάξεις του άρθρου 80§1 ν. 4172/2013, καταργούνται οι
θέσεις σχολικών φυλάκων , πλην εξαιρέσεων (80§1 ν. 4172/2013) και τίθενται
αυτοί σε διαθεσιμότητα για χρονικό διάστημα έως οκτώ (8) μηνών, κατά το οποίο
λαμβάνουν τα 3/4 των αποδοχών τους και δύνανται να μεταταγούν
ή να μεταφερθούν σε άλλη θέση του δημοσίου τομέα. Μετά την παρέλευση του
οκταμήνου, η σχέση εργασίας λύεται. Οι ρυθμίσεις της υποπαραγράφου Ζ.2 του ν.
4093/2012 που αφορούν τη διαθεσιμότητα μονίμων πολιτικών υπαλλήλων του δημοσίου
τομέα εφαρμόζονται αναλόγως και για τους σχολικούς φύλακες και θεσπίσθηκαν σε
εφαρμογή του Μεσοπροθέσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής
Στρατηγικής 2013-2016, στα πλαίσια υποχρεώσεων που έχει αναλάβει το Ελληνικό
Δημόσιο. Η επιβολή του μέτρου της διαθεσιμότητας αποβλέπει στον περιορισμό του
διογκωμένου δημόσιου τομέα, εξυπηρετεί την ορθολογική κατανομή του προσωπικού
του και συμβάλλει στην περιστολή των δημοσίων δαπανών. Με τις διατάξεις του
άρθρου 80 ν. 4172/2013 δεν παραβιάζεται το Σύνταγμα, διότι ο κοινός νομοθέτης,
που έχει από το Σύνταγμα ευρύτατη εξουσία οργάνωσης των υπηρεσιών του δημοσίου
τομέα, κατάργησε καθολικώς την ειδικότητα των σχολικών φυλάκων των ΟΤΑ,
κρίνοντας πως δεν είναι απολύτως αναγκαία για τη λειτουργία των σχολικών
μονάδων. Η επιβολή του μέτρου της διαθεσιμότητας στους σχολικούς φύλακες δεν
συνιστά άνιση μεταχείριση έναντι των υπολοίπων υπαλλήλων των Δήμων. Με βάση την
αρχή της προστατευομένης εμπιστοσύνης δεν επιβάλλεται
η παραμονή των εργαζομένων με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα, εφόσον οι θέσεις τους καταργούνται. Η κατάργηση της ειδικότητάς των
σχολικών φυλάκων, η θέση τους σε διαθεσιμότητα και η δυνατότητα λύσεως της
εργασιακής συμβάσεώς τους, δεν αντιτίθενται στις διατάξεις των άρθρων 2§1, 5§1,
17, 22§1, 25§1δ του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου
Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αφού στηρίζονται σε γενικό και αντικειμενικό κριτήριο και
συνάπτονται άμεσα με την επιλογή του νομοθέτη να προχωρήσει σε περιορισμό του
δημόσιου τομέα, λαμβανομένου υπόψη ότι η σχετική κρίση του νομοθέτη ενόψει της
διαπιστωμένης από τον ίδιο κρίσιμης δημοσιονομικής καταστάσεως υπόκειται σε
οριακό μόνο δικαστικό έλεγχο. Λόγω ελλείψεως ασφαλιστέου δικαιώματος των
αιτούντων, απορρίπτεται η υπό κρίση αίτηση, ως μη νόμιμη.
ΑΠΟΦΑΣΗ 5026/2014
(Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αίτησης 23184/20.9.2013)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Μαρία Κουκουδέα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε με κλήρωση,
σύμφωνα με το νόμο,
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις
23 Οκτωβρίου 2013, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την αίτηση με
αριθμό έκθεσης κατάθεσης 23184/20.9.2013, και αντικείμενο τη ρύθμιση κατάστασης,
μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1) ... και 11) ... που
παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ταρσίτσας Καλιμπάκα - Κυπαρισσίδου (ΑΜ ΔΙΘ.1350).
ΤΟΥ ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: Δήμου Κορδελιού - Ευόσμου,
που εδερεύει στο
Κορδελιό Θεσσαλονίκης (οδός Π. Μελά 24), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που
παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Νικολάου Παπαδόπουλου (ΑΜ
ΔΣΘ4710).
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων
ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί, κατέθεσαν
δε και έγγραφα σημειώματα.
ΑΦΟΥ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση τους οι αιτούντες
εκθέτουν ότι απασχολούνταν στον Δήμο Εύοσμου οι 1ος, 5η, 7η, 9η, 10η και 11η
από αυτούς και στο Δήμο Ελευθερίου Κορδελιού οι 2ος, 3ος, 4ος και 6ος από
αυτούς, οι οποίοι Δήμοι συνενώθηκαν στον καθ' ου Δήμο Κορδελιού - Εύοσμου, ο
οποίος υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πρώτων, με βάση τις από
27.2.2001 συμβάσεις απόκτησης εργασιακής εμπειρίας. Ότι στη συνέχεια
προκηρύχθηκαν οι θέσεις των σχολικών φυλάκων και αυτοί επιλέχθηκαν από την
Επιτροπή Επιλογής, που ήταν πανελλήνια και με τα κριτήρια που προβλέπονται στο
ν. 2190/1994, να εργαστούν σε σχολεία των Δήμων Εύοσμου και Ελευθερίου Κορδελιού
αντίστοιχα. Ότι υπηρέτησαν βάσει διαδοχικών συμβάσεων στο πλαίσιο των
προγραμματικών συμβάσεων έως την 2.5.2006 οι 1ος, 5η 7η, 9η, 10η και 11η οπό
αυτούς και κατετάγησαν με απόφαση του Δημάρχου Εύοσμου σε συσταθείσες
προσωποπαγείς οργανικές θέσεις με ειδικότητα ΔΕ σχολικών φυλάκων, ενώ οι 2ος,
3ος, 4ος και 6ος από αυτούς υπηρέτησαν μέχρι 30.6.2006, όταν και κατετάγησαν με
αντίστοιχη απόφαση του Δημάρχου
Ελευθερίου Κορδελιού σε συσταθείσες προσωποπαγείς οργανικές θέσεις με
ειδικότητα ΔΕ σχολικών φυλάκων. Περαιτέρω, ισχυριζόμενοι ότι με τον καθ' ου
Δήμου συνδέονται με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου
εκθέτουν ότι τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας από 31.7.2013 για οκτώ μήνες,
λόγω κατάργησης των θέσεων τους, σύμφωνα με το Ν.4172/2013. Ότι η θέση τους σε
διαθεσιμότητα είναι παράνομη διότι, κατά τα αναλυτικότερα εκτιθέμενα στην,
αίτηση παραβιάζει α) την αρχή της αναλογικότητας β) το δικαίωμα στην εργασία
και την ελευθερία των συμβάσεων, γ) το περιουσιακό δικαίωμα τους στο μισθό, δ)
την αρχή της ίσης συμμετοχής στα βάρη, ε) τους κανόνες της ορθολογικής
οργάνωσης της διοίκησης και της διοικητικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ και στ)
καταστρατηγεί την οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ηί Ιουνίου 1999.
Τέλος, εκθέτουν ότι ο 1ος από αυτούς είναι τρίτεκνος
και οι 6ος, 7η, 9η και 11η από αυτούς είναι τα μόνα εργαζόμενα μέλη στην
οικογένεια τους.
Επικαλούμενοι, λοιπόν, οι αιτούντες
επείγουσα περίπτωση, ζητούν, και' ορθή εκτίμηση του αιτητικού της αίτησης τους,
να ανασταλεί προσωρινά η θέση τους σε διαθεσιμότητα, να υποχρεωθεί ο καθ' ου να
αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες τους με τους ίδιους όρους, με βάση τους
οποίους παρείχαν τις υπηρεσίες τους προς αυτόν, πριν τεθούν σε διαθεσιμότητα,
καταβάλλοντος σ' αυτούς το σύνολο (100%) των νομίμων αποδοχών, που λάμβαναν
πριν την 31.7.2013 και την έναρξη ισχύος της διάταξης του άρθρου 80 του ν.
4172/2013, μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της κύριας αγωγής τους, που
έχουν ήδη ασκήσει, ν' απειληθεί κατά του καθ' ου χρηματική ποινή ύψους 200,00
ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης με το διστακτικό της απόφασης που θα εκδοθεί
και να καταδικαστεί αυτός στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων.
Στο άρθρο 103 παρ. 4 και 6 του Συντάγματος (1975/1986/2001/2008)
ορίζεται ότι: «4.Οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι
μόνιμοι εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν. Αυτοί εξελίσσονται και, εκτός από τις
περιπτώσεις που αποχωρούν λόγω ορίου ηλικίας ή παύονται με δικαστική απόφαση,
δεν μπορούν να μετατεθούν χωρίς γνωμοδότηση ούτε να υποβιβασθούν ή να παυθούν χωρίς απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου, που
αποτελείται τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους.
Κατά των αποφάσεων των συμβουλίων αυτών επιτρέπεται προσφυγή στο Συμβούλιο της
Επικρατείας, όπως νόμος ορίζει.... 6. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων
έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους της Βουλής ... καθώς και στους υπαλλήλους
των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου
δικαίου». Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 103 του Συντάγματος,
σε περίπτωση κατάργησης της κατεχόμενης από τον δημόσιο υπάλληλα θέσης, είτε
μεμονωμένα είτε με την κατάργηση ολόκληρης της δημοσίας υπηρεσίας στην οποία
ανήκει η θέση, μπορεί ο υπάλληλος να απολυθεί ή να τοποθετηθεί σε άλλη υπηρεσία
(βλ. ΣτΕ 466/1984, 1003/1977 Ολομέλεια). Η
κανονιστική εμβέλεια των ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 106 του Συντάγματος
καταλαμβάνει μόνο τους υπαλλήλους που κατέχουν οργανικές θέσεις στο δημόσιο
τομέα με συμβάσεις εργασίας δημοσίου δικαίου.
Ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται να καταργεί οργανικές θέσεις ή να
τροποποιεί τις αρμοδιότητες τους, καθώς επίσης να επεκτείνει ή να συμπτύσσει
την βαθμολογική κλίμακα, εφ' όσον με τις ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζεται ο
κανόνας της οργάνωσης και στελέχωσης της Διοίκησης με μόνιμους υπαλλήλους (βλ. ΣτΕ 2934/1993, 1722/1983 Ολομέλεια), κινούμενος μέσα στα
όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας, οφείλει δηλαδή να διασφαλίζει
την ίση μεταχείριση των υπαλλήλων και να θεσπίζει κανόνες με αντικειμενικά
κριτήρια (βλ. ΣτΕ 3226, 2597/2011, 2747/2010,
4237/2005 πρβλ. ΣτΕ 2307, 2841/1988). Δημοσιονομικοί
λόγοι μπορεί να αποτελέσουν κριτήριο των επιλογών του νομοθέτη για τον
ανακαθορισμό των λειτουργιών του Κράτους και την διοικητική αναδιοργάνωση του,
ωστόσο οι σχετικές ρυθμίσεις πρέπει αφενός να εισάγονται με τήρηση των
συνταγματικών αρχών, σύμφωνα με τις οποίες επιβάλλεται να διασφαλίζονται η
ορθολογική, αποτελεσματική και διαρκής λειτουργία της Διοίκησης και η παροχή
των υπηρεσιών που επιβάλλεται να εξασφαλίζονται για τους διοικούμενους στο
πλαίσιο του κοινωνικού κράτους δικαίου.
Η διαθεσιμότητα των εργαζομένων αποτελεί έναν αυτοτελή θεσμό προσωρινής
αναστολής της σύμβασης εργασίας με καταβολή του μισού των αποδοχών την οποία
μπορεί να επιβάλει μονομερώς ο εργοδότης και ρυθμίζεται στο άρθρο 10 παρ. 1-3
του ν. 3198/1955. Ως προς τους μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους η διαθεσιμότητα
προβλέπεται στα άρθρα 101, 102 του Υπαλληλικού Κώδικα και συνδέεται με την
κατάργηση της οργανικής θέσης του μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου, ορίζεται δε ότι
κατά τη διάρκεια της ο εργαζόμενος λαμβάνει τα 3/4 των αποδοχών του. Βεβαίως,
και στην περίπτωση αυτή, η επιλογή των εργαζομένων που τίθενται οχ μια τέτοια
κατάσταση δεν θα πρέπει να είναι ούτε αυθαίρετη ούτε επιλεκτική, αλλά να
γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια. Περαιτέρω, με την περ. 3 της υποπαρ. Ζ2 της παρ. Ζ του νόμου 4093/2012 προβλέφθηκε ότι η
διαθεσιμότητα εφαρμόζεται και στους υπαλλήλους του ευρύτερου δημοσίου τομέα με
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, λόγω κατάργησης των θέσεων
τους, για τους οποίους, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του π.δ.
410/1988 η κατάργηση της θέσης συνεπαγόταν και την αυτοδίκαιη λύση της σύμβασης
εργασίας τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 80 παρ. 1 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α 167 23-7-2013)
«Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται στους δήμους οι
Θέσεις της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας εκπαίδευσης με
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι υπάλληλοι, των οποίων οι
Θέσεις καταργούνται και εφόσον κατείχαν τις θέσεις αυτές την 9η Ιουλίου 2013,
τίθενται σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του ν, 4093/2012 Α'
222), όπως ισχύει. Οποιαδήποτε μετάταξη των ανωτέρω υπαλλήλων που τίθενται σε
διαθεσιμότητα έλαβε χώρα μετά την 9η Ιουλίου 2013 είναι αυτοδικαίως άκυρη».
Εξάλλου με παράγραφο 2 του άρθρου 80 του ν. 4172/2013 ορίσθηκαν οι εξαιρέσεις
από την ως άνω διάταξη. Ειδικότερα ορίσθηκε ότι: «Το δεύτερο εδάφιο της
παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν καταλαμβάνει: α) τον υπάλληλο που είναι
ανάπηρος σε ποσοστό τουλάχιστον 67% ή πολύτεκνους, κατά την έννοια των
παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου πρώτου του ν, 1910/1944 (Α' 229), όπως
τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α75), εφόσον τα τέκνα, που
ορίζονται στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν, 1910/1944, συνοικούν με αυτόν
και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., β) τον
υπάλληλο του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο που ανήκει στην κατηγορία των
εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, και έχει ετήσια
εισοδήματα χαμηλότερα των 12,000 ευρώ και συνοικεί με αυτόν, έχει αναπηρία σε
ποσοστό τουλάχιστον 67%, γ) τον υπάλληλο, ο οποίος, δυνάμει νόμου ή δικαστικής
αποφάσεως, ασκεί κατ' αποκλειστικότητα τη γονική μέριμνα τέκνου, που συνοικεί
με αυτόν και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε.,
και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ, δ) τον υπάλληλο του
οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται σε διαθεσιμότητα δυνάμει του παρόντος
νόμου, ε) τον υπάλληλο, ο οποίος έχει ορισθεί δικαστικός συμπαράστασης δυνάμει
δικαστικής αποφάσεως και συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο,
ο οποίος έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ. Οι υπάλληλοι που
πληρούν τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α' έως ε' καθώς και οι κάτοχοι
μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος εκ των υπαλλήλων της παραγράφου 1 που
τίθενται σε διαθεσιμότητα, μετατάσσονται αυτοδικαίως από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου σε συνιστώμενες
προσωποπαγείς θέσεις ειδικότητας Διοικητικού με το βασικό τίτλο σπουδών που
κατέχουν στο δήμο στον οποίο ανήκε η θέση τους πριν την κατάργηση της με την
παράγραφο 1. Εξάλλου σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 80 του νόμου
4172/2013 «Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των υποπαραγράφων Ζ1 και 22
του ν. 4093/2012 (Α’ 222). Περαιτέρω με τις υποπαραγράφους 21
και Ζ2 του ν. 4093/2012 στις οποίες παραπέμπει η παρ. 3 του άρθρου 80 του ν.
4172/2013, όπως η υποπαράγραφος Ζ1 περίπτωση 1 αντικαταστάθηκε με την
παράγραφο 1 του άρθρου 91 του ν. 4172/2013 και η υποπαράγραφος 21 περίπτωση 4
αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 άρθρου 91 Ν.4172/2013, προβλέπεται ότι «1.
Επιτρέπεται: α) η μετάταξη μόνιμων πολιτικών υπαλλήλων και η μεταφορά υπαλλήλων
με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν σε υπηρεσίες,
κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των ανεξάρτητων αρχών, των
οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού και των
λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και β) η μεταφορά υπαλλήλων
που διατηρούν τη δημοσιοϋπαλληλική τους ιδιότητα των νομικών προσώπων ιδιωτικού
Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο δημόσιο τομέα σε άλλες υπηρεσίες του
Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και των λοιπών
Ν.Π.Δ.Δ. όταν επιβάλλεται από το συμφέρον της υπηρεσίας υποδοχής, ιδίως για την
κάλυψη άμεσων υπηρεσιακών αναγκών και την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου
δυναμικού. Η μετάταξη ή μεταφορά του υπαλλήλου πρέπει να ανταποκρίνεται στην
εργασιακή φυσιογνωμία του, όπως δεξιότητες ή επιδόσεις, ηθικές αμοιβές,
πειθαρχικές ποινές, τις μακρόχρονες ή συστηματικά επαναλαμβανόμενες αναρρωτικές
άδειες ή αδικαιολόγητες απουσίες, λαμβανομένων υπόψη των περιγραμμάτων θέσεων,
εφόσον υπάρχουν, και των τυχόν αιτήσεων προτίμησης. Προσωπικό με σχέση εργασίας
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μπορεί να μεταφέρεται για τον ίδιο λόγο σε
Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα. Για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου, ως
δημόσιος τομέας νοείται αυτός που έχει οριοθετηθεί με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν.
125671982, όπως ίσχυε πριν τη θέση σε ισχύ του άρθρου 51 του ν. 1892/1990, συμπεριλαμβανομένων
όλων των φορέων που απαριθμούνται ειδικότερα στο άρθρο 14 παρ. 1 του ν.
2190/1994 και μη εξαιρουμένων των περιπτώσεων που απαριθμούνται στην παράγραφο
2 του ιδίου άρθρου, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 1 του ν.
3812/2009, Τα νομικά πρόσωπα του Κεφαλαίου Β όπως αυτά ορίζονται στην παρ, 5
του άρθρου 1 του ν, 3429/2005, δεν καταλαμβάνονται από τις διατάξεις της
παρούσας υποπαραγράφου. Η μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων της προηγούμενης
παραγράφου είναι υποχρεωτική και γίνεται χωρίς αίτηση τους ? σε υφιστάμενες
κενές Θέσεις ή σε Θέσεις που συστήνονται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς
στον κλάδο ή στην ειδικότητα στους οποίους μετατάσσεται ή μεταφέρεται ο
υπάλληλος. Οι μετατασσόμενοι ή μεταφερόμενοι πρέπει να κατέχουν τα τυπικά
προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας των θέσεων στις οποίες μετατάσσονται ή
μεταφέρονται. Η μετάταξη η μεταφορά μπορεί να διενεργείται και σε κενή ή
συνιστώμενη θέση συναφούς ή παρεμφερούς κλάδου ή ειδικότητας, της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, εφόσον ο
υπάλληλος κατέχεί, τα τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας στον οποίο
μετατάσσεται ή μεταφέρεται. Εφόσον ο υπάλληλος συναινεί, η μετάταξη ή μεταφορά
του μπορεί να γίνεται και σε κλάδο κατώτερης κατηγορίας. Σε περίπτωση μετάταξης
ή μεταφοράς υπαλλήλων σε συνιστώμενες θέσεις και για όσο χρόνο υφίστανται αυτές
δεν πληρούται ίσος αριθμός θέσεων μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου προσωπικού των οικείων φορέων υποδοχής. 2. Με την πράξη
μετάταξης ή μεταφοράς μπορεί να καταργείται η θέση που κατέχει ο μετατασσόμενος
ή μεταφερόμενος υπάλληλος, σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας. 3. Η μετάταξη
ή μεταφορά κατά την περίπτωση 1 δεν καταλύει την υπηρεσιακή σχέση δημοσίου
δικαίου ή τη σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του υπαλλήλου ούτε μεταβάλλει τη
νομική φύση των σχέσεων αυτών ή τις σχέσεις ασφάλισης, με τις οποίες υπηρετούσε
ο υπάλληλος στο φορέα προέλευσης του. Η μετάταξη γίνεται με το βαθμό και το
μισθολογικό κλιμάκιο που ο υπάλληλος κατείχε πριν τη μετάταξη του. Οποιος μετατάσσεται ή μεταφέρεται σε κατώτερη κατηγορία
σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 1 κατατάσσεται στο βαθμό και το
μισθολογικό κλιμάκιο της νέας κατηγορίας με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας
του, χωρίς να διατηρεί τυχόν διαφορά αποδοχών. Όποιος μεταφέρεται από νομικά
πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα κατατάσσεται σε βαθμό ανάλογα με
το χρόνο υπηρεσίας του ο οποίος έχει διανυθεί στο φορέα προέλευσης με τα τυπικά
προσόντα της κατηγορίας στην οποία μεταφέρεται, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά
αναλόγως για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη του των άρθρων 2Β και 29
παράγραφος I του ν. 4024/2011. 4. Ο αρμόδιος Υπουργός ή ο Πρόεδρος Ανεξάρτητης
Αρχής γνωστοποιεί τις κενές θέσεις κατά κατηγορίες, κλάδους ή και ειδικότητες
και το πλεονάζον προσωπικό, όπως προκύπτουν από τις εκθέσεις αξιολόγησης και τα
σχέδια στελέχωσης των φορέων στο τριμελές συμβούλιο του άρθρου 5 παρ. 3 του ν.
4024/2011. Εντός δέκα ημερών από τη σχετική εντολή του Υπουργού Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης το τριμελές συμβούλιο του άρθρου 5
παρ. 3 του ν. 4024/2011 γνωμοδοτεί για τον αριθμό και τα απαιτούμενα προσόντα
των υπαλλήλων κατά κατηγορίες, κλάδους ή και ειδικότητες που 6α μετακινηθούν
στους φορείς υποδοχής κατά σειρά προτεραιότητας. Ακολούθως, ο Υπουργός Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης εκδίδει σχετική ανακοίνωση,
λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση του τριμελούς συμβουλίου, τις ανάγκες των
φορέων και τις προτεραιότητες πολιτικής στελέχωσης, η οποία δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και με την οποία καθορίζονται οι θέσεις που θα
καλυφθούν, τα προσόντα των υπάλληλων που απαιτούνται, σύμφωνα με τα οικεία
περιγράμματα θέσεων, εφόσον υπάρχουν, για τους κλάδους ή τις ειδικότητες στους
οποίους πρόκειται να μεταταχθούν ή μεταφερθούν, η οποία αποστέλλεται στους
φορείς προέλευσης και υποδοχής. Με την ανακοίνωση ορίζεται αποκλειστική
προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της εντός της οποίας οι
ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι υποβάλλουν αίτηση μετάταξης/μεταφοράς, καθορίζοντας τη
σειρά προτίμησης των φορέων που επιθυμούν να μεταταχθούν, συνοδευόμενη από
πιστοποιητικό υπηρεσιακής κατάστασης που εκδίδεται από τη Διεύθυνση
Διοικητικού/Προσωπικού του φορέα προέλευσης και από το οποίο προκύπτει η
αποτίμηση των προσόντων των υπαλλήλων, μετά τον έλεγχο της νομιμότητας
πρόσληψης και των πιστοποιητικών και στοιχείων που συγκροτούν το προσωπικό
μητρώο του υπαλλήλου. Υπάλληλοι, των οποίων η διαδικασία πρόσληψης και τα ως
άνω πιστοποιητικά και στοιχεία του υπηρεσιακού τους φακέλου ελέγχονται ως μη
νόμιμα, στερούνται του δικαιώματος μετάταξης ή μεταφοράς. Το τριμελές ειδικό
υπηρεσιακό συμβούλιο του φορέα υποδοχής εντός, προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών
από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων επιλέγει τους υπαλλήλους που
θα μεταταχθούν ή μεταφερθούν σε αυτόν και καθορίζει τη σειρά προτεραιότητας
τους, συμφώνα με την αποτίμηση των προσόντων τους και το περίγραμμα της θέσης,
εφόσον υπάρχει, στην οποία θα μεταταχθούν ή μεταφερθούν. Το τριμελές ειδικό
υπηρεσιακό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη τον τρόπο εισαγωγής στους φορείς της
παραγράφου 1 του άρθρου 90, και ιδίως αν πρόκειται για διαδικασία γραπτού
διαγωνισμού του ΑΣΕΠ ή για διαδικασία πλήρωσης θέσεων με σειρά προτεραιότητας η
οποία διενεργείται εξ ολοκλήρου από το ΑΣΕΠ, ή για διαδικασία που εποπτεύει το
ΑΣΕΠ, καθώς και για Διαγωνισμό Εισαγωγής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης
και Αυτοδιοίκησης, την εργασιακή τους
φυσιογνωμία, την εκπαίδευση τους, τη διοικητική και εργασιακή τους εμπειρία και
τα λοιπά στοιχεία του προσωπικού μητρώου τους. Οι τρίτεκνοι
υπάλληλοι μετατάσσονται ή μεταφέρονται κατά προτεραιότητα, Με απόφαση του
Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται
εισοδηματικά ή άλλα κριτήρια, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την
εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Σε περίπτωση ισοβαθμίας μεταξύ των υπαλλήλων
λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή κατάσταση του υπαλλήλου. Το τριμελές ειδικό
υπηρεσιακό συμβούλιο μπορεί να καλεί τους ενδιαφερόμενους υπαλλήλους σε
συνέντευξη με σκοπό την αξιολόγηση των ικανοτήτων και της προσωπικότητας τους.
Η συνέντευξη δίνεται σε δημόσια συνεδρίαση, της επιτροπής, και σε αυτήν
τηρούνται μαγνητοφωνημένα πρακτικά. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται θέματα που αφορούν τη
διαδικασία επιλογής των αιτούντων υπαλλήλων, τη λειτουργία του τριμελούς
συμβουλίου, την εξειδίκευση και τη μοριοδότηση των
κριτηρίων επιλογής και κατάταξης των υπαλλήλων, τη διαδικασία και το
περιεχόμενο της συνέντευξης και κάθε άλλο αναγκαίο συναρτώμενο με τα ως άνω
ζήτημα. Σε περίπτωση δυνατότητας υποβολής αίτησης σε περισσότερους φορείς
υποδοχής, τα οικεία τριμελή συμβούλια αποστέλλουν τους πίνακες επιλογής στο
Τριμελές Συμβούλιο της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4024/2011, το οποίο
καταρτίζει ενιαίο για όλους τους φορείς Πίνακα Διάθεσης. Με κοινή απόφαση του
Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του κατά
περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ορίζονται πρόσθετα ειδικά κριτήρια ή να
διαφοροποιείται η μοριοδότηση των γενικών κριτηρίων
ανάλογα με το είδος της δραστηριότητας του οικείου φορέα. Η επιλεγείσα σειρά
προτεραιότητας των φορέων υποδοχής είναι δεσμευτική για τον υπάλληλο. Για τη
μετάταξη ή μεταφορά των υπάλληλων εκδίδεται απόφαση του οικείου οργάνου
διοίκησης του φορέα υποδοχής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Η μη εμφάνιση μόνιμου υπαλλήλου στην υπηρεσία στην οποία μετατάχθηκε για την
ανάληψη των καθηκόντων του αποτελεί σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο
επιβάλλεται πειθαρχική ποινή τουλάχιστον υποβιβασμού. Αν πρόκειται για υπάλληλο
που πριν τη μετάταξη του βρισκόταν σε καθεστώς διαθεσιμότητας κατά το επόμενο
άρθρο, εκδίδεται αμελλητί πράξη απόλυσης του υπαλλήλου από το όργανο διοίκησης
του φορέα υποδοχής. Η μη εμφάνιση υπαλλήλου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου στην υπηρεσία στην οποία έχει μεταταχθεί ή μεταφερθεί αποτελεί
λόγο καταγγελίας της σχέσης εργασίας του, για την οποία εκδίδεται διαπιστωτική
πράξη του. οργάνου διοίκησης του φορέα υποδοχής, 6. Η εφαρμογή των διατάξεων
της παρούσας υποπαραγράφου τελεί υπό την προϋπόθεση της τήρησης των περιορισμών
που ισχύουν κάθε φορά σχετικά με τον αριθμό των ετήσιων προσλήψεων και
διορισμών μόνιμου προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου. 7. Για τις περιπτώσεις της παρούσας υποπαραγράφου δεν έχουν
εφαρμογή οι διατάξεις της παρ, 5 του άρθρου 71 του ν. 3528/2007 (Α 26), όπως
ισχύουν. 8. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να
ρυθμίζονται τυχόν ειδικότερα ζητήματα που αφορούν τα κριτήρια που λαμβάνονται
υπόψη για τον προσδιορισμό των προς μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλων, τη σχετική
διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της
παρούσας υποπαραγράφου».
Περαιτέρω με την υποπαράγραφο Ζ2 του ν.
4093/2012, όπως τα εδάφια της υποπερίπτωσης γ προστέθηκαν με το άρθρο 26 του
Ν.4109/2013 (ΦΕΚ Α' 16/23.01.2013) και η περίπτωση 2 αντικαταστάθηκε με: την
παράγραφο 5 άρθρου 90 Ν.4172/2013, ΦΕΚ Α 167/23.7.2013, η οποία έχει εφαρμογή
για τους τιθέμενους σε διαθεσιμότητα μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού,
ορίζεται ότι « 1. Μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών,
Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού οι θέσεις των οποίων
καταργούνται, τίθενται σε διαθεσιμότητα. Αν καταργούνται ορισμένες μόνο θέσεις
του ίδιου κλάδου, οι υπάλληλοι που τίθενται σε διαθεσιμότητα προσδιορίζονται
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ. 2 Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο
158 παρ. 2 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων). Οι υπάλληλοι
αυτοί μπορεί κατά την διάρκεια της διαθεσιμότητας τους: α) Να μετατάσσονται
εκουσίως, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ. 4 Υπαλληλικού
Κώδικα, άρθρο 158 παρ. 4 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων),
β) Να μετατάσσονται υποχρεωτικά ή να μεταφέρονται με μεταβολή της υπηρεσιακής
τους σχέσης σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου κατά τη
διαδικασία της προηγούμενης υποπαραγράφου για το συμφέρον και τις ανάγκες της
υπηρεσίας και ιδίως για την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού. Με
την έκδοση της πράξης μετάταξης ή μεταφοράς και μεταβολής της σχέσης εργασίας
αίρεται αυτοδίκαια το καθεστώς της 5ιαθεσ;μότητας. γ) Να τοποθετούνται για την κάλυψη προσωρινών
αναγκών σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. ή οποιουδήποτε
φορέα του δημόσιου τομέα με τη διαδικασία του άρθρου 5 του ν. 4024/2011. Οι
πράξεις προσωρινής τοποθέτησης της περίπτωσης αυτής εκδίδονται από τον Υπουργό
Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Σε περίπτωση μη
εμφάνισης του υπαλλήλου εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη της περίπτωσης 5 της
προηγούμενης υποπαραγράφου. Η
διαθεσιμότητα αίρεται με τις πράξεις προσωρινής τοποθέτησης. Τα χρονικά
διαστήματα των προσωρινών τοποθετήσεων δεν συνυπολογίζονται στη διάρκεια της διαθεσιμότητας. Κατά την περίοδο
της προσωρινής τοποθέτησης καταβάλλονται
στον υπάλληλο πλήρεις αποδοχές με ανάλογη εφαρμογή των ρυθμίσεων της παρ. 22
του άρθρου 2 του ν. 3899/2012. δ) Να υπάγονται σε ειδικά προγράμματα
επαγγελματικής επανεκπαίδευσης ή επανακατάρτισης. «2.
Η διαθεσιμότητα της προηγούμενης περίπτωσης διαρκεί οκτώ (8) μήνες και στον
υπάλληλο καταβάλλονται τα τρία τέταρτα των αποδοχών του, σύμφωνα με τις
κείμενες διατάξεις. Μέχρι την κατά οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαθεσιμότητας
εξακολουθούν να καταβάλλονται από το φορέα προέλευσης οι ασφαλιστικές εισφορές
εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση,
πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές, μετά τη θέση σε
διαθεσιμότητα, υπολογίζονται στο ύψος των μειωμένων κατά 25% των αποδοχών του
υπαλλήλου που τέθηκε σε διαθεσιμότητα. 3. Οι ρυθμίσεις των περιπτώσεων 1 και 2
εφαρμόζονται αναλόγως στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και
δεύτερου βαθμού, οι θέσεις των οποίων καταργούνται. Σε περίπτωση κατάργησης
θέσεων σε Ν.Π.Ι.Δ., προβλέπεται καταγγελία της σύμβασης εργασίας των υπαλλήλων
με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. 4. Η υπηρεσιακή σχέση των
μόνιμων υπαλλήλων που βρίσκονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, καθώς και η σχέση
εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των υπαλλήλων της περίπτωσης 3,
εφόσον δεν μεταταχθούν ή μεταφερθούν, λύεται με τη λήξη του καθεστώτος της
διαθεσιμότητας. 5. Με απόφαση του Υπουργού
Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να ρυθμίζονται οι
προϋποθέσεις, τα κριτήρια και τη διαδικασία υπαγωγής στα ανωτέρω προγράμματα
επανεκπαίδευσης ή επανακατάρτισης, καθώς και κάθε
άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου.
Η αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει τον νόμο 4172/2013, αναφέρεται στους
λόγους που οδήγησαν στην κατάργηση στους δήμους των θέσεων της ειδικότητας
Σχολικών Φυλάκων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και τη
θέση αυτών σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Ειδικότερα στην αιτιολογική έκθεση του
παραπάνω νόμου αναφέρεται ότι η προβλεπόμενη από τις προαναφερόμενες διατάξεις
του νόμου αυτού κατάργηση των θέσεων της ειδικότητας αυτής και η θέση των
υπαλλήλων αυτών σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του
ν. 4093/2012 (Α' 222), όπως ισχύει, έγινε στο πλαίσιο εφαρμογής του
προγράμματος κινητικότητας και με σκοπό τον εξορθολογισμό
της διαχείρισης του ανθρωπίνου δυναμικού. Εξάλλου, από την αιτιολογική έκθεση
του άνω νόμου προκύπτει ότι ο νομοθέτης επιδιώκει την αξιοποίηση του προσωπικού
αυτού και τη μετάταξη του σε υπηρεσίες που έχουν ανάγκη, σύμφωνα με όσα
εκτέθηκαν παραπάνω. Ειδικότερα, στην αιτιολογική αυτή έκθεση αναφέρονται,
μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Με την παράγραφο 1 του άρθρου 90 προβλέπεται η
δυνατότητα κατάργησης και θέσεων ή κλάδων ή και ειδικοτήτων σε υπουργεία,
αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Οργανισμούς Τοπικής
Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου
δικαίου με Κοινή Απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και του οικείου
Υπουργού. Επίσης προβλέπεται και η δυνατότητα σύστασης θέσεων στους ανωτέρω
φορείς με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του οικείου
Υπουργού», στην ίδια αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρεται ότι «Η
απόφαση αυτή περιβάλλεται με όλες τις εγγυήσεις ορθολογικότητας και
αξιοκρατίας, καθώς εκδίδεται με βάση τα πορίσματα των εκθέσεων αξιολόγησης των
οργανικών μονάδων των φορέων και τα σχέδια στελέχωσης τους. Και εκτός αυτής της
άρτιας, τεχνικής της τεκμηρίωσης, η οποία λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας των
υπαλλήλων από ενδεχόμενες αυθαιρεσίες και κακόβουλες σκοπιμότητες, η απόβαση
νομιμοποιείται και ως πράξη εφαρμογής των πολιτικών που διαμορφώνονται από το
Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.
Η εν λόγω ΚΥΑ, αποτελεί στην ουσία μια πράξη συλλογικής επιλογής και ευθύνης
της Κυβέρνησης, η οποία εγγράφεται στο πλαίσιο μιας ορθολογικά καταστρωμένης
και κεντρικά σχεδιασμένης πολιτικής για τη διοικητική μεταρρύθμιση. Με την
παράγραφο 2 του άρθρου 90 συμπληρώνεται το ισχύον νομικό πλαίσιο της
διαθεσιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων». Όπως αναφέρεται περαιτέρω στην ίδια
αιτιολογική έκθεση, «αντιλαμβανόμενος ότι το μείζον λειτουργικό πρόβλημα της
διοίκησης δεν είναι ποσοτικό αλλά κυρίως ποιοτικό και συνίσταται πρωτίστως στην
ανορθολογική κατανομή του προσωπικού της, ο νομοθέτης εισάγει διατάξεις που
εγγυώνται, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος αλλά και των ίδιων των
υπαλλήλων, την αξιοκρατική και ορθολογική ανακατανομή των δεδομένων του υψηλού
ρυθμού των αποχωρήσεων από το δημόσιο τομέα, του περιορισμού των προσλήψεων και
της αναγκαίας προσαρμογής της διοίκησης στη δημοσιονομική συγκυρία, ο θεσμός
της διαθεσιμότητας και της κινητικότητας είναι αυτός που θα διασφαλίσει την
εύρυθμη λειτουργία της και την ποιοτική αναβάθμιση της. Ειδικότερα, στην
προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζεται και θωρακίζεται νομικά η επιλογή των υπαλλήλων
που τίθενται σε διαθεσιμότητα μετά την κατάργηση της οργανικής τους θέσης. Η
επιλογή αυτή διενεργείται κατόπιν αποτίμησης και αντικειμενικής μοριοδότησης των προσόντων τους, τυπικών και ουσιαστικών, συνεκτιμωμένης της εργασιακής και διοικητικής εμπειρίας,
της άσκησης ειδικών καθηκόντων και της εργασιακής φυσιογνωμίας του υπαλλήλου.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται περαιτέρω, στον τρόπο εισαγωγής του υπαλλήλου στον
οικείο φορέα. Έτσι, εξασφαλίζεται η αυξημένη μοριοδότηση
όσων έχουν εισαχθεί μετά από διαγωνισμό με αξιοκρατικά κριτήρια. Η αποτίμηση
των ανωτέρω κριτηρίων αποτυπώνεται σε σχετικό βαθμολογικό πίνακα από τα
αρμόδια, σύμφωνα με το νόμο, Τριμελή Υπηρεσιακά Συμβούλια. Οι υπάλληλοι που
διαθέτουν τα λιγότερα προσόντα, όπως αυτοί προκύπτουν κατά φθίνουσα σειρά από
τον βαθμολογικό πίνακα, τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Η σύνθεση των
Συμβουλίων αποτελεί πρόσθετη εγγύηση ανεξαρτησίας και αμεροληψίας της
διαδικασίας. Παράλληλα, στο νόμο προβλέπονται ρητά οι περιπτώσεις των υπαλλήλων
που εξαιρούνται από το καθεστώς της διαθεσιμότητας (προνοιακές
εξαιρέσεις που αφορούν κυρίως ΑΜΕΑ, πολύτεκνους, προστάτες μονογονεΐκής
οικογενείας κ.α,). Επίσης με την προτεινόμενη διάταξη
προβλέπεται ότι εφεξής η διάρκεια της διαθεσιμότητας δεν μπορεί να υπερβαίνει
τους οκτώ (8) μήνες. Η τροποποίηση αυτή του χρονικού ορίου εντός του οποίου
μπορεί να παραμείνει ο υπάλληλος σε καθεστώς διαθεσιμότητας - σύμφωνα με την
αιτιολογική έκθεση - κρίνεται αναγκαία για την επίσπευση της σχετικής
διαδικασίας. Τέλος, παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων
με τις οποίες θα εξειδικεύονται ζητήματα εφαρμογής της παρούσης διάταξης. Με
την παράγραφο 1 του άρθρου 91 επεκτείνεται η εφαρμογή του ισχύοντος νομικού
καθεστώτος της υποχρεωτικής μετάταξης ή μεταφοράς των δημοσίων υπαλλήλων στους
υπαλλήλους των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Παράλληλα, διευκρινίζεται ότι
η μετάταξη ή μεταφορά των υπάλληλων πρέπει να ανταποκρίνεται στα ουσιαστικά και
τυπικά τους προσόντα, όπως επίσης και να λαμβάνει υπόψη τα περιγράμματα θέσης,
εφόσον αυτά υπάρχουν, αλλά και τις τυχόν δηλώσεις προτίμησης τους. Με αυτόν τον
τρόπο, ενισχύεται η ορθολογική και αποτελεσματική λειτουργία του καινοφανούς
θεσμού της υποχρεωτικής μετάταξης ή μεταφοράς των δημοσίων υπαλλήλων καθώς
υπηρετείται πρωτίστως ο στόχος της βέλτιστης αξιοποίησης του ανθρώπινου
δυναμικού. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 91 διαμορφώνεται πλήρως, διοικητικά
και κανονιστικά, η κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Η διάταξη αυτή -
συνεχίζει η αιτιολογική έκθεση - υπηρετεί την αντίληψη μιας δυναμικής και όχι στατικής
διοίκησης, ικανής να ανταποκρίνεται με ευελιξία στις μεταβαλλόμενες συνθήκες
της διοικητικής πραγματικότητας. Σκοπός είναι η μέγιστη δυνατή και λειτουργική
αξιοποίηση του υφιστάμενου προσωπικού, η οποία είναι και η αναγκαία συνθήκη για
τη βιωσιμότητα της διοίκησης και την παροχή των καλύτερων δυνατών υπηρεσιών
στον πολίτη. Η κινητικότητα των υπαλλήλων διασφαλίζεται ότι αντιστοιχεί στην
εργασιακή τους φυσιογνωμία και λαμβάνει υπόψη τα περιγράμματα θέσης και
καθηκόντων τους, εφόσον αυτά υπάρχουν, καθώς και τις δηλώσεις προτίμησης τους.
Η διαδικασία της μετάταξης ή μεταφοράς των υπαλλήλων συντονίζεται κεντρικά από
το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και η
επιλογή των υπαλλήλων που θα μεταφερθούν ή θα μεταταχθούν διενεργείται, βάσει
τυπικών και ουσιαστικών κριτηρίων, από τα αρμόδια Τριμελή Συμβούλια των φορέων
υποδοχής τους. Η περιβολή της διαδικασίας με όλες τις αναγκαίες εγγυήσεις
ανεξαρτησίας, με τις οποίες διασφαλίζεται ουσιαστικά ότι οι υπάλληλοι θα
μεταφερθούν ή μεταταχθούν στις θέσεις που συνάδουν με τα προσόντα τους, προς
όφελος τόσο των ιδίων όσο και των δημοσίων υπηρεσιών, και η συντόμευση των
σχετικών προθεσμιών - αναφέρει η αιτιολογική έκθεση - καθιστούν το θεσμό της
κινητικότητας ένα σύγχρονο, αξιοκρατικό και ευέλικτο εργαλείο για την
ορθολογική ανακατανομή του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης». Εξάλλου η θέση
των μονίμων πολιτικών υπαλλήλων του Δημοσίου, ανεξαρτήτων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και
Ο.Τ.Α. οι θέσεις των οποίων καταργούνται, σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με
την υποπαράγραφο 2.2 του ν. 4093/2012 (Α' 222), όπως ισχύει, και εφαρμόζεται
ανάλογα, κατά τα προαναφερθέντα, και στην περίπτωση της θέσης σε διαθεσιμότητα
των σχολικών φυλάκων με σχέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου, λόγω κατάργησης
στους δήμους των θέσεων της αντίστοιχης ειδικότητας, έγινε σε εφαρμογή του
Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικές 2013-2016, στο πλαίσιο
υποχρεώσεων που έχει αναλάβει το Ελληνικό Δημόσιο, αφενός με την υπογραφή του
Μνημονίου Συνεννόησης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και εν συνεχεία της από 8.5.2010
δανειακής διευκόλυνσης, αφετέρου δε με την κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου
Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2014 (Ν. 3986/2011) και 2013-2016 (Ν
4093/2012). Οι άνω ρυθμίσεις έχουν κατά το νομοθέτη διττό στόχο μεταρρυθμιστικό
και δημοσιονομικό. Το μέτρο της διαθεσιμότητας αποβλέπει στον εξορθολογισμό και περιορισμό ενός διογκωμένου δημόσιου
τομέα, που επιβαρύνει τις δημόσιες δαπάνες και δεν είναι δυνατόν να
εξυπηρετηθεί, εντάσσεται στον συνολικό σχεδιασμό αναδιοργάνωσης της δημόσιας
διοίκησης και ορθολογικής κατανομής του προσωπικού της (που διαπιστωμένα
πλεονάζει σε ορισμένες υπηρεσίες, ενώ άλλες έχουν σοβαρές ελλείψεις), αλλαγή η
οποία έχει καταστεί ιδιαίτερα επιτακτική λόγω της πρωτοφανούς δημοσιονομικής
κρίσης που διέρχεται η χώρα και αποβλέπει στη βέλτιστη αναδιοργάνωση και
αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του δημοσίου τομέα. Παράλληλα το μέτρο
αυτό, θα συμβάλλει έμμεσα στην περιστολή δημοσίων δαπανών και ως εκ τούτου
αποτελεί τμήμα του ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και
προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας λαμβανομένης
υπόψη της οξύτατης οικονομικής κρίσης, δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπών που
συνιστούν κατ' εξοχήν λόγους δημοσίου συμφέροντος. Εξάλλου, η διαθεσιμότητα ως
θεσμός προβλέπεται στα άρθρα 101, 102 του Υπαλληλικού Κώδικα και συνδέεται με
την κατάργηση της οργανικής θέσης του μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου. Με την περ. 1
της υποπαρ. Ζ.2 της παρ. Ζ του Ν 4093/2012
προβλέφθηκε για τους μόνιμους πολιτικούς υπαλλήλους του δημοσίου, ανεξάρτητων
αρχών, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, με κατάργηση των αντίστοιχων θέσεων που κατείχαν, ενώ με την
περ. 3 της υποπαρ.Ζ2 της παρ. Ζ του ίδιου νόμου προβλέφθηκε ότι η διαθεσιμότητα
εφαρμόζεται αναλόγως και στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου
χρόνου, λόγω κατάργησης των θέσεων τους, για τους οποίους σύμφωνα με τις
ισχύουσες ρυθμίσεις μέχρι σήμερα του ΠΔ 410/1988, η κατάργηση της θέσης
συνεπαγόταν και την αυτοδίκαιη λύση της σύμβασης εργασίας. Τέλος η
διαθεσιμότητα, όπως και κάθε δικαίωμα πρέπει να ασκείται με καλή πίστη και
τελεί υπό τους περιορισμούς του άρθρου 281 του ΑΚ (ΑΠ 647/1982 ΕΕργΔ 41- 829, ΕφΘεσ. 2513/2002, ΕφΛαμ 233/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δηλαδή αυτή (η διαθεσιμότητα)
δεν πρέπει να υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα
χρηστά ήθη, ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος. Η υπέρβαση των
ορίων αυτών καθιστά τη διαθεσιμότητα άκυρη κατ’ αρθ. 174 του ΑΚ (ΑΠ 956/1981 ΕΕργΔ 41- 42, ΕφΛαμ 233/2009
ο.π.). Προφανής παραβίαση της καλής πίστης υπάρχει όταν ο εργοδότης θέτει σε
διαθεσιμότητα τον εργαζόμενο για να τον εκδικηθεί μόνο, χωρίς να συντρέχουν για
τη διαθεσιμότητα του λόγοι περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας της
επιχείρησης του ή εκμετάλλευσης του (ΑΠ 711/1980 ΕΕργΔ
40-20, ΑΠ883/1982 ΕΕργΔ 41-832 ΕφΛαμ
233/2009 ο.π., I. Ληξουριώτης, Ατομ.
Εργ. Σχέσεις, εκδ. 2005 σελ. 488). Καταχρηστική,
τέλος, μπορεί να είναι η άσκηση είτε ως προς τον τρόπο επιβολής είτε ως προς
την επιλογή των προσώπων (Ιω. Ληξουριώτης,
ο.π., σελ. 488, Ιω. Κουκιάδης,
Εργ. Δικ. Ατομ. Εργ. Σχέσεις, εκδ. 2005,
σελ. 425).
Ο θεσμός των σχολικών φυλάκων εισήχθη για πρώτη φορά το έτος 2001, στα
πλαίσια προγράμματος για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας ανέργων στη φύλαξη
σχολικών κτιρίων. Οι αρχικώς συναφθείσες διαδοχικές συμβάσεις εργασίας
ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου τράπηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 164/2004 σε συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου και, δυνάμει υπουργικών αποφάσεων, συστάθηκαν προσωποπαγείς
οργανικές θέσεις με ειδικότητα ΔΕ σχολικών φυλάκων στους οικείους ΟΤΑ. Βάσει
των διατάξεων των άρθρων 53 παρ. 8 Ν, 2307/1995 και 51 του π.δ.
410/1988 η κατάργηση των θέσεων των εργαζομένων σε ΟΤΑ με σύμβαση εργασίας
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου συνεπάγεται καταρχήν την αυτοδίκαιη λύση των
συμβάσεων τους, καθόσον οι εργαζόμενοι αυτοί βρίσκονται εκτός της
προστατευτικής κανονιστικής εμβέλειας της συνταγματικής μονιμότητας του άρθρου
103 § 4 και 6, που αναφέρεται, μόνο στους συνδεόμενους με το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. και τους Δήμους με σύμβαση εργασίας δημοσίου
δικαίου. Ο νομοθέτης, στα πλαίσια του «εξορθολογισμού
της διαχείρισης του ανθρώπινου
δυναμικού», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του Ν.
4172/2013, και προκειμένου να ανταποκριθεί στις διεθνείς δεσμεύσεις που το
ελληνικό κράτος, δια της εκτελεστικής εξουσίας, έχει αναλάβει για τον
περιορισμό του δημοσίου τομέα, προέβη, δυνάμει της προαναφερόμενης διάταξης του
άρθρου 80 του Ν. 4172/2013, σε κατάργηση, μεταξύ άλλων κατηγοριών, και που
κατέχουν θέσεις σχολικών φυλάκων τίθενται σε διαθεσιμότητα, η οποία διαρκεί
οκτώ μήνες, διάστημα κατά το οποίο εξακολουθούν να λαμβάνουν τα 3/4 των
αποδοχών τους, ενώ τίθενται εξαιρέσεις βάσει ορισμένων κοινωνικών και
μορφωτικών κριτηρίων. Με τις εν λόγω ρυθμίσεις δεν παραβιάζονται οι επικαλούμενες
από τους αιτούντες συνταγματικές αρχές και νομοθετικές διατάξεις, καθώς ο
νομοθέτης, ο οποίος έχει από το Σύνταγμα ευρύτατη εξουσία οργάνωσης των
υπηρεσιών του στενού αλλά και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τόσο ως προς τη
δομή τους (σύσταση και κατάργηση υπηρεσιών) όσο και ως προς τη σύσταση και
κατάργηση οργανικών θέσεων στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ, σύμφωνα με όσα
εκτέθηκαν ανωτέρω, προέβη στην καθολική κατάργηση της ειδικότητας των σχολικών
φυλάκων στους ΟΤΑ, κρίνοντας πως η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας δεν είναι
απολύτως αναγκαία για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων, κρίση που άπτεται των
κυβερνητικών επιλογών και της ουσιαστικής εκτίμησης του νομοθέτη για τους
λόγους του δημοσίου συμφέροντος που υπαγορεύουν
τον περιορισμό των υπηρετούντων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα υπαλλήλων. Η θέση
των αιτούντων σε διαθεσιμότητα δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας και δεν
συνιστά άνιση μεταχείρισή τους σε σχέση με τους λοιπούς υπαλλήλους δήμων, αφού
λήφθηκε ως γενικό μέτρο για όλους τους υπαλλήλους των δήμων της ειδικότητας
σχολικών φυλάκων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εν
προκειμένω δε οι αιτούντες δεν τελούν υπό ουσιωδώς όμοιες συνθήκες με τους
κατέχοντες οργανική θέση λοιπούς υπαλλήλους δήμων κατηγορίας ΔΕ άλλων
ειδικοτήτων και σχέσεων εργασίας, ως προς τη διαδικασία επιλογής και διορισμού
τους, καθώς και ως προς την υπηρεσιακή εξέλιξη, μονιμότητα ή μη, λύση της
υπηρεσιακής σχέσης, αλλά και ως προς το μισθολογικό καθεστώς (ΜΠρΞαν 337/2013 δημ. σε ΝΟΜΟΣ). Ούτε μπορεί να γίνει δεκτό
ότι η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Διοίκηση
επιβάλλει την παραμονή των εργαζομένων με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου, των
οποίων η ειδικότητα καταργείται, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Η κατάργηση της
ειδικότητας των σχολικών φυλάκων, η θέση τους αρχικώς σε διαθεσιμότητα και η
δυνατότητα στη συνέχεια λύσης της εργασιακής τους σύμβασης δεν κωλύεται ούτε
από τις συνταγματικές συνέπειες της απόλυσης, ούτε από τις διατάξεις των άρθρων
2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 17, 22 παρ. 1, 25 παρ. 15 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου
Προσθέτου Πρωτοκόλλου αφού στηρίζεται σε γενικό και αντικειμενικό κριτήριο και
συνάπτεται άμεσα με την επιλογή του νομοθέτη να προχωρήσει σε περιορισμό του
δημοσίου τομέα, λαμβανομένου υπόψη ότι η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα
ληπτέα μέτρα για την αντιμετώπιση της διαπιστωθείσης από αυτόν κρίσιμης
δημοσιονομικής κατάστασης υπόκειται σε οριακό μόνο δικαστικό έλεγχο. Πρέπει δε
να σημειωθεί ότι ο Ν. 4172/2013 προβλέπει, εκτός από την καταβολή των 3/4 των
αποδοχών τους για οκτώ μήνες, τη δυνατότητα μετάταξης των τιθέμενων
σε καθεστώς διαθεσιμότητας υπαλλήλων σε
άλλο φορέα που έχει ανάγκη από προσωπικό, με την εισαγωγή διατάξεων, που
εγγυώνται, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, αλλά και των ιδίων των
υπαλλήλων την αξιοκρατική και ορθολογική ανακατανομή του (ΜΠρΞανθ
387/2013 ο.α.). Ακόμα, η κατάργηση των προσωποπαγών
οργανικών θέσεων των σχολικών φυλάκων ουδόλως συνιστά ανάκληση ατομικής
διοικητικής πράξης, ούτε μπορεί βεβαίως να θεωρηθεί ότι έρχεται σε αντίθεση με
τις διατάξεις του π.δ. 164/2004, που ενσωμάτωσαν την
οδηγία 1999/70/ΕΚ, οι οποίες αναφέρονται μόνο στην αναγνώριση του αληθούς
χαρακτήρα των διαδοχικών συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου
ως μίας ενιαίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου, και όχι
στην απαγόρευση καταγγελίας των εν λόγω συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου.
Τέλος, η υποχρέωση σύνταξης προηγούμενης έκθεσης αξιολόγησης δομών ή
στελέχωσης, απαιτείται, κατ' αρθ. 90 παρ. 1 του Ν. 4172/2013 σε περίπτωση
κατάργησης θέσεων με υπουργική απόφαση και δεν αφορά την υπό κρίση περίπτωση ειδικότητα
με νόμο, Κατ' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει η κρινόμενη αίτηση, η οποία
παραδεκτά εισάγεται να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 664, 6Β3,
731 ΚΠολΔ), έχοντος δικαιοδοσία καθόσον πρόκειται για
διαφορά που γεννάται από σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (ΑΕΔ 3/2004, ΑΠ
873/2002), κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. του ΚΠολΔ), να απορριφθεί ως νόμιμη, λόγω έλλειψης ασφαλιστέου
δικαιώματος, και να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, κατ' εφαρμογή
της διάταξης του άρθρου 179 τελ. εδ. ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης
23184/20.9.2013 αίτηση κατ' αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολο της τη δικαστική
δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στη
Θεσσαλονίκη, στο ακροατήριο του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση την 14η
Μαρτίου 2014, απόντων των διαδίκων, παρουσία και της Γραμματέα Παναγιώτας Κουτζιάμπαση.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ