4.4.14

ΜονΠρΑλεξανδρούπολης 298/2013: ΣΧΟΛΙΚΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ - ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ


 Κατάργηση των θέσεων των σχολικών φυλάκων και θέση αυτών σε διαθεσιμότητα. Οι σχετικές ρυθμίσεις δεν αντίκεινται προς τις συνταγματικές διατάξεις και τις διατάξεις του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Κρίθηκε ότι η υπαγωγή των αιτούντων συμβασιούχων Δήμου στις διατάξεις του άρθρου 11 του ΠΔ 164/2004 και ο έλεγχος της νομιμότητας της πρόσληψής τους από το ΑΣΕΠ δεν ασκεί επιρροή ως προς τη θέση τους σε διαθεσιμότητα λόγω κατάργηση θέσεως, καθώς αυτή έγινε ως γενικό μέτρο για όλους τους υπαλλήλους της ειδικότητας σχολικών φυλάκων με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ανεξαρτήτως του τρόπου πρόσληψής τους.

ΑΠΟΦΑΣΗ 298/2013
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Ελένη Τοπούζη, Πρόεδρο Πρωτοδικών.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 2 Οκτωβρίου 2013, χωρίς την σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αιτούντων: 1) ...... 10) ......., κατοίκων όλων ....., που παραστάθηκαν όλοι στο Δικαστήριο με την πληρεξούσια δικηγόρο τους, Διαμαντούλα Κυριακού.
Του καθ` ου η αίτηση: οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α) με την επωνυμία «Δήμος Αλεξανδρούπολης» της περιφερειακής ενότητας Εβρου, που εδρεύει στην Αλεξανδρούπολη και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Μιχάλη Μπίκο.
Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 26.8.2013 αίτηση τους που κατατέθηκε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 1216/Α.Μ/303/30-8-2013 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της ανωτέρω υποθέσεως, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου εκθέματος, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί και όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημείωμά τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αίτηση τους, κατ` ορθή εκτίμηση του δικογράφου, οι αιτούντες ισχυρίζονται ότι απασχολούνταν στον καθ`ού Δήμο Αλεξανδρούπολης με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και στον κλάδο ΔΕ σχολικών φυλάκων και ότι τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας από 24-7-2013, λόγω κατάργησης των θέσεων τους, σύμφωνα με το Ν.4172/2013. Ότι έπρεπε να εξαιρεθούν από το καθεστώς διαθεσιμότητας λόγω του ότι τις επίδικες συμβάσεις συνήψαν δυνάμει του ΠΔ 164/2004 κατόπιν ελέγχου νομιμότητας από το ΑΣΕΠ, έτι δε περαιτέρω ότι η θέση τους σε διαθεσιμότητα είναι παράνομη και άκυρη ως αντικείμενη στο Σύνταγμα και το κοινοτικό και διεθνές δίκαιο, επιπλέον δε και καταχρηστική αφού ασκήθηκε κατά προφανή υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών καθώς και του οικονομικού και κοινωνικού σκοπού του δικαιώματος για τους λόγους που αναλυτικά εκθέτουν στο ένδικο δικόγραφο. Ζητούν δε, επικαλούμενοι επείγουσα περίπτωση και επικείμενο κίνδυνο, να υποχρεωθεί ο καθ` ου να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες τους με τους ίδιους όρους (όπως και προ της θέσεως τους σε διαθεσιμότητα) - μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθησομένης κύριας αγωγής τους, να απειληθεί κατ` αυτού χρηματική ποινή, ύψους 200 ευρώ, υπέρ εκάστου εξ αυτών, για κάθε ημέρα άρνησης του να συμμορφωθεί στις διατάξεις αυτής της απόφασης και να καταδικασθεί αυτό στη δικαστική τους δαπάνη.
Με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση, η οποία αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, ως καθ` ύλην και κατά τόπον αρμόδιου (άρθρο 683 παρ. 1 και 25 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 731, 732, 947 παρ. 1 και 176 ΚΠολΔ, σημειωμένου ότι, κατά την άποψη, την οποία το παρόν Δικαστήριο προκρίνει ως ορθότερη, η υποχρέωση του εργοδότη να αποδέχεται προσωρινώς την εργασία εκείνου που ακύρως απολύθηκε ή υπήρξε βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, του, που επιφέρει επαχθείς γι` αυτόν συνέπειες, ως ζητείται με την ένδικη αίτηση, δεν συνιστά ικανοποίηση του δικαιώματος του εργαζομένου, απορριπτόμενου του σχετικού ισχυρισμού του καθ`ου, αφού με το ασφαλιστικό αυτό μέτρο αναστέλλεται προσωρινώς η εκτέλεση αποφάσεως του εργοδότη μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της αγωγής του εργαζομένου για την κύρια υπόθεση. Η ανωτέρω άποψη ενισχύεται και από το γεγονός ότι η, προστεθείσα με το άρθρο 23 του Ν. 1941/1991, διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 692 ΚΠολΔ, με την οποία δεν επιτρεπόταν να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα για αποδοχές από τον εργοδότη των υπηρεσιών του εργαζομένου ή για τον καθορισμό του τόπου παροχής των υπηρεσιών αυτών, καταργήθηκε μεταγενεστέρως με το άρθρο 31 του Ν. 2178/1993 (βλ. ΜΠρΜεσολ 63/2013 και ΜΠρΞάνθ 90/2013, προσκομιζόμενες, ΜονΠρΑθ 1487/2012, δημοσιευμένη στον Ισοκράτη, ΜΠρΚοζ 7/2006, ΜΠρΘεσ 21763/2005, ΜΠρΠατρ 1872/2003, δημοσιευμένες στη Νόμος).
Α) Σύμφωνα με το άρθρο 80 παρ. 1 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α 167 23-7-2013) «Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται στους δήμους οι θέσεις της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας εκπαίδευσης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι υπάλληλοι, των οποίων οι θέσεις καταργούνται και εφόσον κατείχαν τις θέσεις αυτές την 9η Ιουλίου 2013, τίθενται σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του ν. 4093/2012 (Α` 222), όπως ισχύει. Οποιαδήποτε μετάταξη των ανωτέρω υπαλλήλων που τίθενται σε διαθεσιμότητα έλαβε χώρα μετά την 9η Ιουλίου 2013 είναι αυτοδικαίως άκυρη». Εξάλλου με την παράγραφο 2 του άρθρου 80 του ν.4172/2013 ορίσθηκαν οι εξαιρέσεις από την ως άνω διάταξη. Ειδικότερα ορίσθηκε ότι « Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν καταλαμβάνει: α) τον υπάλληλο που είναι ανάπηρος σε ποσοστό τουλάχιστον 67% ή πολύτεκνος, κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α` 229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/ 2006 (Α` 75), εφόσον τα τέκνα, που ορίζονται στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 1910/1944, συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., β) τον υπάλληλο του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο που ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ και συνοικεί με αυτόν, έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 67%, γ) τον υπάλληλο, ο οποίος, δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί κατ` αποκλειστικότητα τη γονική μέριμνα τέκνου, που συνοικεί με αυτόν και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ, δ) τον υπάλληλο του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται σε διαθεσιμότητα δυνάμει του παρόντος νόμου, ε) τον υπάλληλο, ο οποίος έχει ορισθεί δικαστικός συμπαράστασης δυνάμει δικαστικής αποφάσεως και συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο, ο οποίος έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ. Οι υπάλληλοι που πληρούν τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α` έως ε` καθώς και οι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος εκ των υπαλλήλων της παραγράφου 1 που τίθενται σε διαθεσιμότητα, μετατάσσονται αυτοδικαίως από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις ειδικότητας Διοικητικού με το βασικό τίτλο σπουδών που κατέχουν στο δήμο στον οποίο ανήκε η θέση τους πριν την κατάργηση της με την παράγραφο 1 Σύμφωνα δε με την παράγραφο 3 του άρθρου 80 του νόμου 4172/2013 « Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των υποπαραγράφων Ζ1 και Ζ2 του ν. 4093/2012 (Α` 222)». Περαιτέρω με τις υποπαραγράφους Ζ1 και Ζ2 του ν. 4093/2012 στις οποίες παραπέμπει η παρ. 3 του άρθρου 80 του ν. 4172/2013, όπως η υποπαράγραφος Ζ1 περίπτωση 1 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 91 του ν. 4172/2013 και η υποπαράγραφος Ζ1 περίπτωση 4 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 άρθρου 91 Ν. 4172/2013, προβλέπεται ότι « 1. Επιτρέπεται: α) η μετάταξη μόνιμων πολιτικών υπαλλήλων και η μεταφορά υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν σε υπηρεσίες, κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των ανεξάρτητων αρχών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και β) η μεταφορά υπαλλήλων που διατηρούν τη δημοσιοϋπαλληλική τους ιδιότητα των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο δημόσιο τομέα σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. όταν επιβάλλεται από το συμφέρον της υπηρεσίας υποδοχής, ιδίως για την κάλυψη άμεσων υπηρεσιακών αναγκών και την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού. Η μετάταξη ή μεταφορά του υπαλλήλου πρέπει να ανταποκρίνεται στην εργασιακή φυσιογνωμία του, όπως δεξιότητες ή επιδόσεις, ηθικές αμοιβές, πειθαρχικές ποινές, τις μακρόχρονες ή συστηματικά επαναλαμβανόμενες αναρρωτικές άδειες ή αδικαιολόγητες απουσίες, λαμβανομένων υπόψη των περιγραμμάτων θέσεων, εφόσον υπάρχουν, και των τυχόν αιτήσεων προτίμησης. Προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μπορεί να μεταφέρεται για τον ίδιο λόγο σε Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα. Για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου, ως δημόσιος τομέας νοείται αυτός που έχει οριοθετηθεί με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, όπως ίσχυε πριν τη θέση σε ισχύ του άρθρου 51 του ν. 1892/1990, συμπεριλαμβανομένων όλων των φορέων που απαριθμούνται ειδικότερα στο άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2190/1994 και μη εξαιρουμένων των περιπτώσεων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 1 του ν. 3812/2009. Τα νομικά πρόσωπα του Κεφαλαίου Β΄ όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005, δεν καταλαμβάνονται από τις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου. Η μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων της προηγούμενης παραγράφου είναι υποχρεωτική και γίνεται χωρίς αίτηση τους σε υφιστάμενες κενές θέσεις ή σε θέσεις που συστήνονται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς στον κλάδο ή στην ειδικότητα στους οποίους μετατάσσεται ή μεταφέρεται ο υπάλληλος. Οι μετατασσόμενοι ή μεταφερόμενοι πρέπει να κατέχουν τα τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας των θέσεων στις οποίες μετατάσσονται ή μεταφέρονται. Η μετάταξη ή μεταφορά μπορεί να διενεργείται και σε κενή ή συνιστώμενη θέση συναφούς ή παρεμφερούς κλάδου ή ειδικότητας, της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, εφόσον ο υπάλληλος κατέχει τα τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας στον οποίο μετατάσσεται ή μεταφέρεται. Εφόσον ο υπάλληλος συναινεί, η μετάταξη ή μεταφορά του μπορεί να γίνεται και σε κλάδο κατώτερης κατηγορίας. Σε περίπτωση μετάταξης ή μεταφοράς υπαλλήλων σε συνιστώμενες θέσεις και για όσο χρόνο υφίστανται αυτές δεν πληρούται ίσος αριθμός θέσεων μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού των οικείων φορέων υποδοχής. 2. Με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς μπορεί να καταργείται η θέση που κατέχει ο μετατασσόμενος ή μεταφερόμενος υπάλληλος, σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας. 3. Η μετάταξη ή μεταφορά κατά την περίπτωση 1 δεν καταλύει την υπηρεσιακή σχέση δημοσίου δικαίου ή τη σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του υπαλλήλου ούτε μεταβάλλει τη νομική φύση των σχέσεων αυτών ή τις σχέσεις ασφάλισης, με τις οποίες υπηρετούσε ο υπάλληλος στο φορέα προέλευσης του. Η μετάταξη γίνεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που ο υπάλληλος κατείχε πριν τη μετάταξη του. Όποιος μετατάσσεται ή μεταφέρεται σε κατώτερη κατηγορία σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 1 κατατάσσεται στο βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο της νέας κατηγορίας με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας του, χωρίς να διατηρεί τυχόν διαφορά αποδοχών. Όποιος μεταφέρεται από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα κατατάσσεται σε βαθμό ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας του ο οποίος έχει διανυθεί στο φορέα προέλευσης με τα τυπικά προσόντα της κατηγορίας στην οποία μεταφέρεται, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη του των άρθρων 28 και 29 παράγραφος 1 του ν. 4024/2011. 4. Ο αρμόδιος Υπουργός ή ο Πρόεδρος Ανεξάρτητης Αρχής γνωστοποιεί τις κενές θέσεις κατά κατηγορίες, κλάδους ή και ειδικότητες και το πλεονάζον προσωπικό, όπως προκύπτουν από τις εκθέσεις αξιολόγησης και τα σχέδια στελέχωσης των φορέων στο τριμελές συμβούλιο του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 4024/2011. Εντός δέκα ημερών από τη σχετική εντολή του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης το τριμελές συμβούλιο του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 4024/2011 γνωμοδοτεί για τον αριθμό και τα απαιτούμενα προσόντα των υπαλλήλων κατά κατηγορίες, κλάδους ή και ειδικότητες που θα μετακινηθούν στους φορείς υποδοχής κατά σειρά προτεραιότητας. Ακολούθως, ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης εκδίδει σχετική ανακοίνωση, λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση του τριμελούς συμβουλίου, τις ανάγκες των φορέων και τις προτεραιότητες πολιτικής στελέχωσης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και με την οποία καθορίζονται οι θέσεις που θα καλυφθούν, τα προσόντα των υπάλληλων που απαιτούνται, σύμφωνα με τα οικεία περιγράμματα θέσεων, εφόσον υπάρχουν, για τους κλάδους ή τις ειδικότητες στους οποίους πρόκειται να μεταταχθούν ή μεταφερθούν, η οποία αποστέλλεται στους φορείς προέλευσης και υποδοχής. Με την ανακοίνωση ορίζεται αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι υποβάλλουν αίτηση μετάταξης/μεταφοράς, καθορίζοντας τη σειρά προτίμησης των φορέων που επιθυμούν να μεταταχθούν, συνοδευόμενη από πιστοποιητικό υπηρεσιακής κατάστασης που εκδίδεται από τη Διεύθυνση Διοικητικού/Προσωπικού του φορέα προέλευσης και από το οποίο προκύπτει η αποτίμηση των προσόντων των υπαλλήλων, μετά τον έλεγχο της νομιμότητας πρόσληψης και των πιστοποιητικών και στοιχείων που συγκροτούν το προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου. Υπάλληλοι, των οποίων η διαδικασία πρόσληψης και τα ως άνω πιστοποιητικά και στοιχεία του υπηρεσιακού τους φακέλου ελέγχονται ως μη νόμιμα, στερούνται του δικαιώματος μετάταξης ή μεταφοράς. Το τριμελές ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο του φορέα υποδοχής εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων επιλέγει τους υπαλλήλους που θα μεταταχθούν ή μεταφερθούν σε αυτόν και καθορίζει τη σειρά προτεραιότητας τους, σύμφωνα με την αποτίμηση των προσόντων τους και το περίγραμμα της θέσης, εφόσον υπάρχει, στην οποία θα μεταταχθούν ή μεταφερθούν. Το τριμελές ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη τον τρόπο εισαγωγής στους φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 90, και ιδίως αν πρόκειται για διαδικασία γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ ή για διαδικασία πλήρωσης θέσεων με σειρά προτεραιότητας η οποία διενεργείται εξ ολοκλήρου από το ΑΣΕΠ, ή για διαδικασία που εποπτεύει το ΑΣΕΠ, καθώς και για Διαγωνισμό Εισαγωγής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, την εργασιακή τους φυσιογνωμία, την εκπαίδευση τους, τη διοικητική και εργασιακή τους εμπειρία και τα λοιπά στοιχεία του προσωπικού μητρώου τους. Οι τρίτεκνοι υπάλληλοι μετατάσσονται ή μεταφέρονται κατά προτεραιότητα. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται εισοδηματικά ή άλλα κριτήρια, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Σε περίπτωση ισοβαθμίας μεταξύ των υπαλλήλων λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή κατάσταση του υπαλλήλου. Το τριμελές ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο μπορεί να καλεί τους ενδιαφερόμενους υπαλλήλους σε συνέντευξη με σκοπό την αξιολόγηση των ικανοτήτων και της προσωπικότητας τους. Η συνέντευξη δίνεται σε δημόσια συνεδρίαση της επιτροπής, και σε αυτήν τηρούνται μαγνητοφωνημένα πρακτικά. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται θέματα που αφορούν τη διαδικασία επιλογής των αιτούντων υπαλλήλων, τη λειτουργία του τριμελούς συμβουλίου, την εξειδίκευση και τη μοριοδότηση των κριτηρίων επιλογής και κατάταξης των υπαλλήλων, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της συνέντευξης και κάθε άλλο αναγκαίο συναρτώμενο με τα ως άνω ζήτημα. Σε περίπτωση δυνατότητας υποβολής αίτησης σε περισσότερους φορείς υποδοχής, τα οικεία τριμελή συμβούλια αποστέλλουν τους πίνακες επιλογής στο Τριμελές Συμβούλιο της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4024/2011, το οποίο καταρτίζει ενιαίο για όλους τους φορείς Πίνακα Διάθεσης. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ορίζονται πρόσθετα ειδικά κριτήρια ή να διαφοροποιείται η μοριοδότηση των γενικών κριτηρίων ανάλογα με το είδος της δραστηριότητας του οικείου φορέα. Η επιλεγείσα σειρά προτεραιότητας των φορέων υποδοχής είναι δεσμευτική για τον υπάλληλο. Για τη μετάταξη ή μεταφορά των υπάλληλων εκδίδεται απόφαση του οικείου οργάνου διοίκησης του φορέα υποδοχής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 5. Η μη εμφάνιση μόνιμου υπαλλήλου στην υπηρεσία στην οποία μετατάχθηκε για την ανάληψη των καθηκόντων του αποτελεί σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο επιβάλλεται πειθαρχική ποινή τουλάχιστον υποβιβασμού. Αν πρόκειται για υπάλληλο που πριν τη μετάταξη του βρισκόταν σε καθεστώς διαθεσιμότητας κατά το επόμενο άρθρο, εκδίδεται αμελλητί πράξη απόλυσης του υπαλλήλου από το όργανο διοίκησης του φορέα υποδοχής. Η μη εμφάνιση υπαλλήλου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στην υπηρεσία στην οποία έχει μεταταχθεί ή μεταφερθεί αποτελεί λόγο καταγγελίας της σχέσης εργασίας του, για την οποία εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του οργάνου διοίκησης του φορέα υποδοχής. 6. Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας υποπαραγράφου τελεί υπό την προϋπόθεση της τήρησης των περιορισμών που ισχύουν κάθε φορά σχετικά με τον αριθμό των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών μόνιμου προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.7. Για τις περιπτώσεις της παρούσας υποπαραγράφου δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 71 του ν. 3528/2007 (Α` 26), όπως ισχύουν. 8. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να ρυθμίζονται τυχόν ειδικότερα ζητήματα που αφορούν τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των προς μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλων, τη σχετική διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου». Επιπρόσθετα με την υποπαράγραφο 22 του ν. 4093/2012, όπως τα εδάφια της υποπερίπτωσης γ προστέθηκαν με το άρθρο 26 του Ν.4109/2013 (ΦΕΚ Α` 16/23.01.2013) και η περίπτωση 2 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 5 άρθρου 90 Ν.4172/2013, ΦΕΚ Α 167/23.7.2013, η οποία έχει εφαρμογή για τους τιθέμενους σε διαθεσιμότητα μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, ορίζεται ότι « 1. Μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού οι θέσεις των οποίων καταργούνται, τίθενται σε διαθεσιμότητα. Αν καταργούνται ορισμένες μόνο θέσεις του ίδιου κλάδου, οι υπάλληλοι που τίθενται σε διαθεσιμότητα προσδιορίζονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ. 2 Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο 158 παρ. 2 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων). Οι υπάλληλοι αυτοί μπορεί κατά την διάρκεια της διαθεσιμότητας τους: α) Να μετατάσσονται εκουσίως, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ. 4 Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο 158 παρ. 4 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων), β) Να μετατάσσονται υποχρεωτικά ή να μεταφέρονται με μεταβολή της υπηρεσιακής τους σχέσης σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου κατά τη διαδικασία της προηγούμενης υποπαραγράφου για το συμφέρον και τις ανάγκες της υπηρεσίας και ιδίως για την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού. Με την έκδοση της πράξης μετάταξης ή μεταφοράς και μεταβολής της σχέσης εργασίας αίρεται αυτοδίκαια το καθεστώς της διαθεσιμότητας, γ) Να τοποθετούνται για την κάλυψη προσωρινών αναγκών σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. ή οποιουδήποτε φορέα του δημόσιου τομέα με τη διαδικασία του άρθρου 5 του ν. 4024/2011. Οι πράξεις προσωρινής τοποθέτησης της περίπτωσης αυτής εκδίδονται από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Σε περίπτωση μη εμφάνισης του υπαλλήλου εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη της περίπτωσης 5 της προηγούμενης υποπαραγράφου ."Η διαθεσιμότητα αίρεται με τις πράξεις προσωρινής τοποθέτησης. Τα χρονικά διαστήματα των προσωρινών τοποθετήσεων δεν συνυπολογίζονται στη διάρκεια της διαθεσιμότητας. Κατά την περίοδο της προσωρινής τοποθέτησης καταβάλλονται στον υπάλληλο πλήρεις αποδοχές με ανάλογη εφαρμογή των ρυθμίσεων της παρ. 22 του άρθρου 2 του ν. 3899/2012. δ) Να υπάγονται σε ειδικά προγράμματα επαγγελματικής επανεκπαίδευσης ή επανακατάρτισης. «2. Η διαθεσιμότητα της προηγούμενης περίπτωσης διαρκεί οκτώ (8) μήνες και στον υπάλληλο καταβάλλονται τα τρία τέταρτα των αποδοχών του, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μέχρι την κατά οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαθεσιμότητας εξακολουθούν να καταβάλλονται από το φορέα προέλευσης οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές, μετά τη θέση σε διαθεσιμότητα, υπολογίζονται στο` ύψος των μειωμένων κατά 25% των αποδοχών του υπαλλήλου που - τέθηκε σε διαθεσιμότητα. 3. Οι ρυθμίσεις των περιπτώσεων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, οι θέσεις των οποίων καταργούνται. Σε περίπτωση κατάργησης θέσεων σε Ν.Π.Ι.Δ., προβλέπεται καταγγελία της σύμβασης εργασίας των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. 4. Η υπηρεσιακή σχέση των μόνιμων υπαλλήλων που βρίσκονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, καθώς και η σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των υπαλλήλων της περίπτωσης 3, εφόσον δεν μεταταχθούν ή μεταφερθούν, λύεται με τη λήξή του καθεστώτος της διαθεσιμότητας. 5. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια και τη διαδικασία υπαγωγής στα ανωτέρω προγράμματα επανεκπαίδευσης ή επανακατάρτισης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου.
Β) Η αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει τον νόμο 4172/2013, αναφέρεται στους λόγους που οδήγησαν στην κατάργηση στους δήμους των θέσεων της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και τη θέση αυτών σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Ειδικότερα στην αιτιολογική έκθεση του παραπάνω νόμου αναφέρεται ότι η προβλεπόμενη από τις προαναφερόμενες διατάξεις του νόμου αυτού κατάργηση των θέσεων της ειδικότητας αυτής και η θέση των υπαλλήλων αυτών σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του ν. 4093/2012 (Α` 222), όπως ισχύει, έγινε στο πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος κινητικότητας και με σκοπό τον εξορθολογισμό της διαχείρισης του ανθρωπίνου δυναμικού. Εξάλλου, από την αιτιολογική έκθεση του άνω νόμου προκύπτει ότι ο νομοθέτης επιδιώκει την αξιοποίηση του προσωπικού αυτού και τη μετάταξη του σε υπηρεσίες που έχουν ανάγκη, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω.. Ειδικότερα, στην αιτιολογική αυτή έκθεση αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Με την παράγραφο 1 του άρθρου 90 προβλέπεται η δυνατότητα κατάργησης και θέσεων ή κλάδων ή και ειδικοτήτων σε υπουργεία, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με - Κοινή Απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και του οικείου Υπουργού. Επίσης προβλέπεται και η δυνατότητα σύστασης θέσεων στους ανωτέρω φορείς με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του οικείου Υπουργού». Στην ίδια αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρεται ότι «Η απόφαση αυτή περιβάλλεται με όλες τις εγγυήσεις ορθολογικότητας και αξιοκρατίας καθώς - εκδίδεται με βάση τα πορίσματα των εκθέσεων αξιολόγησης των οργανικών μονάδων των φορέων και τα σχέδια στελέχωσης τους. Και εκτός αυτής της άρτιας τεχνικής της τεκμηρίωσης, η οποία λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας των υπαλλήλων από ενδεχόμενες αυθαιρεσίες και κακόβουλες σκοπιμότητες, η απόφαση νομιμοποιείται και ως πράξη εφαρμογής των πολιτικών που διαμορφώνονται από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης. Η εν λόγω ΚΥΑ αποτελεί στην ουσία μια πράξη συλλογικής επιλογής και ευθύνης της Κυβέρνησης, η οποία εγγράφεται στο πλαίσιο μιας ορθολογικά καταστρωμένης και κεντρικά σχεδιασμένης πολιτικής για τη διοικητική μεταρρύθμιση. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 90 συμπληρώνεται το ισχύον νομικό πλαίσιο της διαθεσιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων» Όπως αναφέρεται περαιτέρω στην ίδια αιτιολογική έκθεση, «αντιλαμβανόμενος ότι το μείζον λειτουργικό πρόβλημα της διοίκησης δεν είναι ποσοτικό αλλά κυρίως ποιοτικό και συνίσταται πρωτίστως στην ανορθολογική κατανομή του προσωπικού της, ο νομοθέτης εισάγει διατάξεις που εγγυώνται, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος αλλά και των ίδιων των υπαλλήλων, την αξιοκρατική και ορθολογική ανακατανομή του. Δεδομένων του υψηλού ρυθμού των αποχωρήσεων από το δημόσιο τομέα, του περιορισμού των προσλήψεων και της αναγκαίας προσαρμογής της διοίκησης στη δημοσιονομική συγκυρία, ο θεσμός της διαθεσιμότητας και της κινητικότητας είναι αυτός που θα διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία της και την ποιοτική αναβάθμιση της. Ειδικότερα, στην προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζεται και θωρακίζεται νομικά η επιλογή των υπαλλήλων που τίθενται σε διαθεσιμότητα μετά την κατάργηση της οργανικής τους θέσης. Η επιλογή αυτή διενεργείται κατόπιν αποτίμησης και αντικειμενικής μοριοδότησης των προσόντων τους, τυπικών και ουσιαστικών, συνεκτιμωμένης της εργασιακής και διοικητικής εμπειρίας, της άσκησης ειδικών καθηκόντων και της εργασιακής φυσιογνωμίας του υπαλλήλου. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται, περαιτέρω, στον τρόπο εισαγωγής του υπαλλήλου στον οικείο φορέα. Έτσι, εξασφαλίζεται η αυξημένη μοριοδότηση όσων έχουν εισαχθεί μετά από διαγωνισμό με αξιοκρατικά κριτήρια. Η αποτίμηση των ανωτέρω κριτηρίων αποτυπώνεται σε σχετικό βαθμολογικό πίνακα από τα αρμόδια, συμφωνάμε το νόμο, Τριμελή Υπηρεσιακά Συμβούλια. Οι υπάλληλοι που διαθέτουν τα λιγότερα προσόντα, όπως αυτοί προκύπτουν κατά φθίνουσα σειρά από τον βαθμολογικό πίνακα, τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Η σύνθεση των Συμβουλίων αποτελεί πρόσθετη εγγύηση ανεξαρτησίας και αμεροληψίας της διαδικασίας. Παράλληλα, στο νόμο προβλέπονται ρητά οι περιπτώσεις των υπαλλήλων που εξαιρούνται από το καθεστώς της διαθεσιμότητας (προνοιακές εξαιρέσεις που αφορούν κυρίως ΑΜΕΑ, πολύτεκνους, προστάτες μονογονεϊκής οικογένειας κ.α.). Επίσης με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι εφεξής η διάρκεια της διαθεσιμότητας δεν μπορεί να υπερβαίνει τους οκτώ (8) μήνες. Η τροποποίηση αυτή του χρονικού ορίου εντός του οποίου μπορεί να παραμείνει ο υπάλληλος σε καθεστώς διαθεσιμότητας - σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση - κρίνεται αναγκαία για την επίσπευση της σχετικής διαδικασίας. Τέλος, παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες θα εξειδικεύονται ζητήματα εφαρμογής της παρούσης διάταξης. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 91 επεκτείνεται η εφαρμογή του ισχύοντος νομικού καθεστώτος της υποχρεωτικής μετάταξης ή μεταφοράς των δημοσίων υπαλλήλων στους υπαλλήλους των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Παράλληλα, διευκρινίζεται ότι η μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων πρέπει να ανταποκρίνεται στα ουσιαστικά και τυπικά τους προσόντα, όπως επίσης και να λαμβάνει υπόψη τα περιγράμματα θέσης, εφόσον αυτά υπάρχουν, αλλά, και τις τυχόν δηλώσεις προτίμησης τους. Με αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται η ορθολογική και αποτελεσματική λειτουργία του καινοφανούς θεσμού της υποχρεωτικής μετάταξης ή μεταφοράς των δημοσίων υπαλλήλων καθώς υπηρετείται πρωτίστως ο στόχος της βέλτιστης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 91 διαμορφώνεται πλήρως, διοικητικά και κανονιστικά, η κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Η διάταξη αυτή - συνεχίζει η αιτιολογική έκθεση - υπηρετεί την αντίληψη μιας δυναμικής και όχι στατικής διοίκησης, ικανής να ανταποκρίνεται με ευελιξία στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της διοικητικής πραγματικότητας. Σκοπός είναι η μέγιστη δυνατή και λειτουργική αξιοποίηση του υφιστάμενου προσωπικού, η οποία είναι και η αναγκαία συνθήκη για τη βιωσιυότητα της διοίκησης και την παροχή των καλύτερων δυνατών υπηρεσιών στον πολίτη. Η κινητικότητα των υπαλλήλων διασφαλίζεται ότι αντιστοιχεί στην εργασιακή τους φυσιογνωμία και λαμβάνει υπόψη τα περιγράμματα θέσης και καθηκόντων τους, εφόσον αυτά υπάρχουν, καθώς και τις δηλώσεις προτίμησης τους. Η διαδικασία της μετάταξης ή μεταφοράς των υπαλλήλων συντονίζεται κεντρικά από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και η επιλογή των υπαλλήλων που θα μεταφερθούν ή θα μεταταχθούν διενεργείται, βάσει τυπικών και ουσιαστικών κριτηρίων, από τα αρμόδια Τριμελή Συμβούλια των φορέων υποδοχής τους. Η περιβολή της διαδικασίας με όλες τις αναγκαίες εγγυήσεις ανεξαρτησίας, με τις οποίες διασφαλίζεται ουσιαστικά ότι οι υπάλληλοι θα μεταφερθούν ή μεταταχθούν στις θέσεις που συνάδουν με τα προσόντα τους, προς όφελος τόσο των ιδίων όσο και των δημοσίων υπηρεσιών, και η συντόμευση των σχετικών προθεσμιών - αναφέρει η αιτιολογική έκθεση - καθιστούν το θεσμό της κινητικότητας ένα σύγχρονο, αξιοκρατικό και ευέλικτο εργαλείο για την ορθολογική ανακατανομή του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης». Εξάλλου η θέση των μονίμων πολιτικών υπαλλήλων του Δημοσίου, ανεξαρτήτων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. οι θέσεις των οποίων καταργούνται, σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του ν. 4093/2012 (Α` 222), όπως ισχύει και εφαρμόζεται ανάλογα, κατά τα προαναφερθέντα, και στην περίπτωση της θέσης σε διαθεσιμότητα των σχολικών φυλάκων με σχέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου, λόγω κατάργησης στους δήμους των θέσεων της αντίστοιχης ειδικότητας, έγινε σε εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 - 2016, στο πλαίσιο υποχρεώσεων που έχει αναλάβει το Ελληνικό Δημόσιο, αφενός με την υπογραφή του Μνημονίου Συνεννόησης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και εν συνεχεία της από 8.5.2010 σύμβασης δανειακής διευκόλυνσης, αφετέρου δε με την κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012 - 2014 (Ν. 3986/2011) και 2013 - 2016 (Ν. 4093/2012). Οι άνω ρυθμίσεις έχουν κατά το νομοθέτη διττό στόχο μεταρρυθμιστικό και δημοσιονομικό. Το μέτρο της διαθεσιμότητας αποβλέπει στον εξορθολογισμό και περιορισμό ενός διογκωμένου δημόσιου τομέα, που επιβαρύνει τις δημόσιες δαπάνες και δεν είναι δυνατόν να εξυπηρετηθεί, εντάσσεται στον συνολικό σχεδιασμό αναδιοργάνωσης της δημόσιας διοίκησης και ορθολογικής κατανομής του προσωπικού της (που διαπιστωμένα πλεονάζει σε ορισμένες υπηρεσίες, ενώ άλλες έχουν σοβαρές ελλείψεις), αλλαγή η οποία έχει καταστεί ιδιαίτερα επιτακτική λόγω της πρωτοφανούς δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα και αποβλέπει στη βέλτιστη αναδιοργάνωση και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του δημοσίου τομέα. Παράλληλα το μέτρο αυτό, θα συμβάλλει έμμεσα στην περιστολή δημοσίων δαπανών και ως εκ τούτου αποτελεί τμήμα του ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας, λαμβανομένης υπόψη της οξύτατης οικονομικής κρίσης, δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπών που συνιστούν κατ` εξοχήν λόγους δημοσίου συμφέροντος. Εξάλλου, η διαθεσιμότητα ως θεσμός προβλέπεται στα άρθρα 101, 102 του Υπαλληλικού Κώδικα και συνδέεται με την κατάργηση της οργανικής θέσης του μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου. Με την περ. 1 της υποπαρ. Ζ.2 της παρ. Ζ του Ν 4093/2012 προβλέφθηκε για τους μόνιμους πολιτικούς υπαλλήλους του δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, με κατάργηση των αντίστοιχων θέσεων που κατείχαν, ενώ με την περ. 3 της υποπαρ.Ζ2 της παρ. Ζ του ίδιου νόμου προβλέφθηκε ότι η διαθεσιμότητα εφαρμόζεται αναλόγως και στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, λόγω κατάργησης των θέσεων τους, για τους οποίους, σύμφωνα με τις ισχύουσες ρυθμίσεις μέχρι σήμερα του ΠΔ 410/1988 η κατάργηση της θέσης συνεπαγόταν και την αυτοδίκαιη λύση της σύμβασης εργασίας. Γ) Τέλος η διαθεσιμότητα, όπως και κάθε δικαίωμα πρέπει να ασκείται με καλή πίστη και τελεί υπό τους περιορισμούς του άρθρου 281 του ΑΚ (ΕφΘεσ. 2513/2002, ΕφΛαμ 233/2009, δημοσιευμένες στη Νόμος). Δηλαδή αυτή (η διαθεσιμότητα) δεν πρέπει να υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος. Η υπέρβαση των ορίων αυτών καθιστά τη διαθεσιμότητα άκυρη, κατ` αρθ. 174 του ΑΚ (ΕφΛαμ 233/2009 ο.π.). Προφανής παραβίαση της καλής πίστης υπάρχει όταν ο εργοδότης θέτει σε διαθεσιμότητα τον εργαζόμενο για να τον εκδικηθεί μόνο, χωρίς να συντρέχουν για τη διαθεσιμότητα του λόγοι περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης του ή εκμετάλλευσης του. Καταχρηστική, τέλος, μπορεί να είναι η άσκηση είτε ως προς τον τρόπο επιβολής είτε ως προς την επιλογή των προσώπων (ΜονΠρΞανθ)87/2013, δημοσιευμένη στη Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των αιτούντων, ......... και ........, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο (ο καθ` ου δεν εξέτασε μάρτυρα) και όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι πιθανολογήθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Όλοι οι αιτούντες εργάζονται στον καθ` ου Δήμο Αλεξανδρούπολης με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και στο κλάδο ΔΕ σχολικών φυλάκων. Αρχικά με το πρόγραμμα « Απόκτηση εργασιακής εμπειρίας στη φύλαξη σχολικών κτιρίων» στο οποίο εντάχθηκαν, απασχολήθηκαν από το Φεβρουάριο του 2001 ως σχολικοί φύλακες σε σχολεία της Β/βάθμιας εκπαίδευσης, με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου με αντικείμενο εργασίας τη φύλαξη των σχολικών κτιρίων. Με αίτηση τους προς το Υπηρεσιακό Συμβούλιο ΟΤΑ Ν. Εβρου ζήτησαν την υπαγωγή τους στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 11 του Π.Δ. 164/2004. Το υπηρεσιακό συμβούλιο στην από 13.12.2004 συνεδρίαση του (βλ.το με αριθμό 23/13.12.2004 πρακτικό) αποφάσισε την υπαγωγή τους στις διατάξεις του άρθρου 11 του Π.Δ. 164/2004 και διαβίβασε την ως άνω απόφαση του στο Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού ( Α.Σ.Ε.Π). Το τελευταίο με τη με αριθμό 653/10.2.2006 απόφαση, του Δ Τμήματος, αποφάσισε ότι συντρέχουν στο πρόσωπο τους, οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους ως συμβασιούχων του Δήμου Αλεξανδρούπολης στις ρυθμίσεις του άρθρου 11 του Π.Δ. 164/2004 και βάσει αυτού οι συμβάσεις τους μετατράπηκαν σε συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου. Στη συνέχεια με τη με αριθμό 29139/31.8.2006 ΚΥΑ των Υπουργείων Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και αποκέντρωσης - Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β 1226/5.9.2006 σε συνδυασμό με την από 9418/2.10.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης, η οποία δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β με αριθμό 1631/25.11.2005, συστήθηκαν 16 οργανικές θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ΔΕ εποπτών - φυλάκων σχολικών κτιρίων στον καθ`ου Δήμο Αλεξανδρούπολης, 10 εκ - των οποίων κατέλαβαν οι αιτούντες, οι οποίοι κατατάχθηκαν από 1.10.2006 στις κατά τα άνω συσταθείσες στον καθ`ου Δήμο οργανικές θέσεις, με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, στον κλάδο ΔΕ σχολικών φυλάκων και έκτοτε απασχολούνται στις θέσεις αυτές με τις άνω συμβάσεις εργασίας σε σχολεία του Δήμου Αλεξανδρούπολης, αντί των ανερχομένων, κατά το χρόνο συζήτησης της παρούσας, κάτωθι μικτών και καθαρών μηνιαίων αποδοχών, για καθένα εξ αυτών και δη: η 1η εξ αυτών, αντί του ποσού των 1.231,43 ευρώ μικτά και 1000,77 ευρώ καθαρά, η 2η εξ αυτών αντί του ποσού των 1.244,93 ευρώ μικτά και 1.011,80 ευρώ καθαρά, η 3η εξ αυτών αντί του ποσού των 1.244,93 ευρώ μικτά και 1.011,80 καθαρά, η 4η αντί του ποσού των 1.244,93 ευρώ μικτά και 1.011,80 καθαρά, η 5η αντί του ποσού των 1.231,43 ευρώ μικτά και 1.000,77 ευρώ καθαρά, η 6η αντί του ποσού των 1.238,43 ευρώ μικτά και 1.006,49 καθαρά, η 7η αντί του ποσού των 1.244,93 ευρώ μικτά και 1.011,80 ευρώ καθαρά, η 8η αντί του ποσού των 1.244,93 ευρώ μικτά και 1.011,80 καθαρά, ο 9ος αντί του ποσού των 1.366,93 ευρώ μικτά και 1.111,44 καθαρά και η 10η αντί του ποσού των 1.315,43 ευρώ μικτά και 1.069,38 καθαρά. Περαιτέρω πιθανολογήθηκε ότι με την με αριθμό πρωτοκόλλου 49776 διαπιστωτική πράξη του Δημάρχου Αλεξανδρούπολης, που εκδόθηκε στις 29.7.2013, βάσει του άρθρου 80 του ν. 4172/2013 και των υποπαρ. Ζ. 2 και Ζ.4 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 διαπιστώθηκε η κατάργηση δέκα θέσεων της ειδικότητας σχολικών Φυλάκων με σχεσή εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και άπαντες οι αιτούντες τέθηκαν σε διαθεσιμότητα από 24-7-2013, λόγω κατάργησης της θέσης τους, και για οκτώ μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων λαμβάνουν τα 3/4 των αποδοχών τους, εκδοθέντων για καθένα εξ αυτών των αντιστοίχων παρακάτω αναφερόμενων διαπιστωτικών πράξεων και δη της με αριθμό πρωτοκόλλου 49793/29.7.2013 για την πρώτη αιτούσα, 49863/29.7.2013 για τη δεύτερη αιτούσα, 49787/29.7.2013 για την τρίτη εξ αυτών, 49785/29.7.2013 για την τέταρτη αιτούσα, 49778/29.7.2013 για την πέμπτη, 49780/29.7.2013 για την έκτη, 49795/29.7.2003 για την έβδομη 49788/29.7.2013 για την όγδοη, 49789/29.7.2013 για τον 9ο και 49781/29.7.2013 για την 10η εξ αυτών. Οι αιτούντες τέθηκαν υπό καθεστώς διαθεσιμότητας καθόσον πληρούσαν τις προϋποθέσεις που θέτει ο ν. 4172/2013, ήτοι α) συνδέονταν με τον καθ` ού Δήμο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ειδικότητας σχολικών φυλάκων, β) κατείχαν οργανικές θέσεις οι οποίες καταργήθηκαν και γ) δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις (προνοιακές ή μη) που θέτει ο νόμος 4172/2013, όπως εκτέθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη. Οι αιτούντες ισχυρίζονται με την κρινόμενη αίτηση ότι έπρεπε να εξαιρεθούν από το καθεστώς διαθεσιμότητας λόγω του ότι τις επίδικες συμβάσεις συνήψαν δυνάμει του ΠΔ 164/2004 και αφού αυτές ελέγχθηκαν από το ΑΣΕΠ, το οποίο προέβη σε έλεγχο νομιμότητας, και ως εκ τούτου η θετική του κρίση παρέχει εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοπιστίας. Ωστόσο η υπαγωγή των αιτούντων ως συμβασιούχων του Δήμου Αλεξανδρούπολης στις διατάξεις του άρθρου 11 του ΠΔ 164/2004 και ο έλεγχος της νομιμότητας της πρόσληψης τους από το ΑΣΕΠ, πέραν του ότι στην προκειμένη περίπτωση το ΑΣΕΠ δεν προέβη σε αξιολόγηση των προσόντων τους, παρά μόνο σε έλεγχο της συνδρομής των προϋποθέσεων που έθετε το άνω ΠΔ για την μετατροπή των συμβάσεων τους εργασίας ορισμένου χρόνου σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου και επομένως δεν πρόκειται για τήρηση διαγωνιστικής διαδικασίας με αξιοκρατικά κριτήρια, ουδεμία ασκεί κατά νόμο επιρροή στην παρούσα υπόθεση, διότι η θέση των αιτούντων σε διαθεσιμότητα (λόγω κατάργησης θέσεως), έγινε ως γενικό μέτρο για όλους τους υπαλλήλους της ειδικότητας σχολικών φυλάκων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ανεξαρτήτως του τρόπου πρόσληψης τους. Είναι, επομένως, νομικά αδιάφορο για την κατάργηση των θέσεων αυτών και την επακολουθήσασα θέση σε διαθεσιμότητα των αιτούντων που κατείχαν τις θέσεις που καταργήθηκαν, το γεγονός ότι η πρόσληψη τους έγινε με βάση τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 11 του ΠΔ 164/2004, αφού το υπό το νόμο 4172/2013 καθεστώς διαθεσιμότητας λόγω κατάργησης θέσεων σχολικών φυλάκων αντιμετωπίζει κατά τρόπο ενιαίο συλλήβδην τους σχολικούς φύλακες σε όλους του δήμους και επιβλήθηκε στο πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος κινητικότητας και με σκοπό τον εξορθολογισμό της διαχείρισης του ανθρωπίνου δυναμικού, κατά τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα υπό στοιχ. Β νομική σκέψη. Η νομιμότητα δε της πρόσληψης τους και ο έλεγχος αυτής με διαδικασία που εποπτεύει το ΑΣΕΠ έχει αξία και λαμβάνεται υπόψη για την παραπέρα αντιμετώπιση και μεταχείριση τους, παρέχοντας τους το δικαίωμα μετάταξης ή μεταφοράς, αφού υπάλληλοι των οποίων η διαδικασία πρόσληψης ελέγχεται ως μη νόμιμη, στερούνται του δικαιώματος αυτού, σύμφωνα με όσα αναλύθηκαν λεπτομερώς στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη υπό στοιχ.
Α. Περαιτέρω οι αιτούντες ισχυρίζονται με την κρινόμενη αίτηση ότι η θέση αυτών σε καθεστώς διαθεσιμότητας, έγινε κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 17, 22 παρ. 1, 25 και 106 του Συντάγματος, των άρθρων 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, 4 παρ. 1 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, των αρχών του κράτους δικαίου και της χρηστής διοίκησης, ενώ η διαδικασία ψήφισης του άνω νόμου έγινε κατά παράβαση των άρθρων 74 παρ. 5 εδ β και 76 παρ. 1 του Σ και επικαλούμενοι κίνδυνο λόγω της αδυναμίας τους να ανταπεξέλθουν στις υφιστάμενες οικονομικές τους υποχρεώσεις και στις εν γένει δαπάνες διαβιώσεως τους, ζητούν να υποχρεωθεί ο καθ`ου Δήμος να συνεχίσει να τους απασχολεί προσωρινά όπως πριν, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθησομένης αγωγής τους. Υπό τα άνω περιστατικά και σύμφωνα με τις αιτιολογικές εκθέσεις των νόμων 4172/2013 και 4093/2012, κατά τα αναλυτικά διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη (υπό στοιχ.Β), η θέση σε διαθεσιμότητα των αιτούντων σχολικών φυλάκων επιβλήθηκε αφενός στο πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος κινητικότητας και με σκοπό τον εξορθολογισμό της διαχείρισης του ανθρωπίνου δυναμικού και αφετέρου με σκοπό την αντιμετώπιση έντονων δημοσιονομικών προβλημάτων και περιορισμό του διογκουμένου δημόσιου εν γένει τομέα και κατ` ακολουθίαν μείωσης της δημόσιας δαπάνης με δεδομένη την υπάρχουσα οξεία δημοσιονομική κρίση, στα πλαίσια ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας και δημόσιας διοίκησης (πρβλ. και Ολ ΣτΕ 668/2012 ΝΟΜΟΣ), που αποσκοπούν στη βελτίωση της μελλοντικής δημοσιονομικής και οικονομικής της κατάστασης αλλά και στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της διοίκησης και την ποιοτική αναβάθμιση της, δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπών που συνιστούν πρωτίστως σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενώ δεν πιθανολογήθηκε άμεσος και σοβαρός κίνδυνος βλάβης των αιτούντων, εκ της αδυναμίας τους να ανταπεξέλθουν στις υφιστάμενες οικονομικές τους υποχρεώσεις και στις εν γένει δαπάνες διαβιώσεως τους, αφού αυτοί εξακολουθούν να λαμβάνουν κατά το εν λόγω διάστημα τα 3/4 των αποδοχών τους. Εξάλλου, η θέση αυτών σε διαθεσιμότητα (λόγω κατάργησης θέσεως), διάρκειας 8 μηνών, εχώρησε ως γενικό μέτρο για τους υπαλλήλους της ειδικότητας σχολικών φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας εκπαίδευσης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Ενόψει τούτων, με τα δεδομένα, που, κατά το νομοθέτη, συνέτρεχαν κατά το χρόνο θέσπισης των επίμαχων μέτρων, τα μέτρα αυτά δεν παρίστανται απρόσφορα, και μάλιστα προδήλως, για την επίτευξη των επιδιωκόμενων με αυτά σκοπών, ούτε μπορεί να θεωρηθούν ότι δεν ήταν αναγκαία, λαμβανομένου, άλλωστε, υπόψη ότι η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα ληπτέα μέτρα για την αντιμετώπιση της διαπιστωθείσης από αυτόν κρίσιμης δημοσιονομικής κατάστασης υπόκειται σε οριακό μόνον δικαστικό έλεγχο, πέρα από το γεγονός ότι ο Ν. 4172/2013 προβλέπει εκτός από την καταβολή των 3/4 των αποδοχών τους για οκτώ μήνες και δυνατότητα μετάταξης των τιθέμενων σε καθεστώς διαθεσιμότητας υπαλλήλων σε άλλο φορέα που έχει ανάγκη από προσωπικό, με την εισαγωγή διατάξεων, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προαναφερθείσα μείζονα σκέψη υπό στοιχεία που εγγυώνται, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος αλλά και των ίδιων των υπαλλήλων, την αξιοκρατική και ορθολογική ανακατανομή του. Έτσι με την προβλεπόμενη αυτή δυνατότητα αλλά και την καταβολή των 3/4 των αποδοχών τους για οκτώ μήνες παρέχεται αντιστάθμισμα με το οποίο διασφαλίζεται ότι οι αιτούντες δεν θα στερηθούν του, επιβαλλομένου από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, ελαχίστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβιώσεως και εξασφαλίζεται, καταρχήν, ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, συντρέχοντος εν προκειμένω γενικού συμφέροντος και την ανάγκη προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ενόψει των ανωτέρω, οι επίμαχες ρυθμίσεις δεν αντίκεινται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, στο άρθρο 17 του Συντάγματος (προσβολή δικαιώματος προστασίας της περιουσίας) και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου, ούτε στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ` του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας αφού η θέση σε διαθεσιμότητα των αιτούντων στηρίζεται σε γενικό και αντικειμενικό κριτήριο και συνάπτεται άμεσα με επιτακτικό δημόσιο συμφέρον. Επίσης, η θέση των αιτούντων σε διαθεσιμότητα δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας και δεν συνιστά άνιση μεταχείριση τους σε σχέση με τους λοιπούς υπαλλήλους δήμων, όπως ισχυρίζονται, αφού έγινε ως γενικό μέτρο για όλους τους υπαλλήλους των δήμων της ειδικότητας σχολικών φυλάκων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εν προκειμένω δε οι αιτούντες δεν τελούν υπό ουσιωδώς όμοιες συνθήκες με τους κατέχοντες οργανική θέση λοιπούς υπαλλήλους δήμων κατηγορίας ΔΕ άλλων ειδικοτήτων και σχέσεων εργασίας, ως προς τη διαδικασία επιλογής και διορισμού τους καθώς και ως προς την υπηρεσιακή εξέλιξη, μονιμότητα ή μη, λύση της υπηρεσιακής σχέσης, αλλά και ως προς το μισθολογικό καθεστώς. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι βρίσκονται εκτός της προστατευτικής κανονιστικής εμβέλειας της συνταγματικής μονιμότητας του άρθρου 103 § 4 και 6 και οι κατέχοντες οργανική θέση στο δημόσιο, ΝΠΔΔ και Δήμους αλλά με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου όπως εν προκειμένω οι αιτούντες. Είναι, κατόπιν των ανωτέρω, αβάσιμοι οι ισχυρισμοί των αιτούντων περί παραβάσεως της αρχής της ισότητας και, ειδικότερα, της αρχής της ισότητας ενώπιον των δημοσίων βαρών (παρ. 1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος). Τέλος ο ισχυρισμός των αιτούντων ότι η διαδικασία ψήφισης του νόμου 4172/2013 έγινε κατά παράβαση των άρθρων 74 παρ. 5 εδ β και 76 παρ. 1 του Συντάγματος, αλυσιτελώς προβάλλεται στην παρούσα υπόθεση, διότι το ζήτημα τούτο ανάγεται στη διαδικασία ψηφίσεως του νόμου. Εξάλλου όπως παγίως έχει κριθεί, από το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος κατά το οποίο «Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενο του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα», προκύπτει ότι, εφόσον πρόκειται περί νόμου έχοντος πάντα τα απαιτούμενα για την υπόσταση αυτού εξωτερικά στοιχεία, τα δικαστήρια έχουν την εξουσία προς έλεγχο μόνο της συμφωνίας του κειμένου του νόμου προς το Σύνταγμα, όχι δε και της τήρησης των διαδικαστικών διατάξεων που καθιερώνονται από το Σύνταγμα για την ψήφιση των νόμων (όπως είναι και οι διατάξεις των άρθρων 74 και 76 του Σ), ο δε έλεγχος της τήρησης των διατάξεων τούτων, απόκειται σε αυτό τούτο το Νομοθετικό Σώμα (βλ. Σ.τ.Ε. 1852/1977, 665/1978, 3845/1980, 4129/1980, 902 -3/1981, 1721/1991, 2185, 2927/2004, 444/1995, 1686, 1913/2003, 309/2010 κ.ά.). Περαιτέρω σύμφωνα και με όλα όσα προαναφέρθηκαν, πιθανολογήθηκε ότι η ενέργεια του καθ`ου δήμου να θέσει σε διαθεσιμότητα τους αιτούντες κατ` εφαρμογή του ανωτέρω νόμου, ήταν νόμιμη και έγινε σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και όχι καταχρηστικά, όπως αβάσιμα υποστηρίζουν οι αιτούντες, αφού η θέση αυτών σε διαθεσιμότητα έγινε λόγω κατάργησης των θέσεων τους στον καθ` ου δήμο, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 80 του ν. 4172/2013, κατά τα οριζόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη, στηρίζεται σε γενικό και αντικειμενικό κριτήριο και συνάπτεται άμεσα με επιτακτικό δημόσιο συμφέρον. Αλλά και η επιλογή των προσώπων (των αιτούντων σχολικών φυλάκων) έγινε με αντικειμενικό τρόπο ως γενικό μέτρο για όλους τους υπαλλήλους των δήμων της ειδικότητας σχολικών φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας εκπαίδευσης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, στο πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος κινητικότητας και με σκοπό τον εξορθολογισμό της διαχείρισης του ανθρωπίνου δυναμικού (βλ. ΜονΠρΞαν387/2013, όπ.α). Πέραν όλων αυτών και ανεξάρτητα από το αν ο Ν.4172/2013 και δη οι διατάξεις που αφορούν τη διαθεσιμότητα, είναι συνταγματικός ή όχι, στην παρούσα διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων πρωτίστως κρίνεται η συνδρομή επείγουσας περίπτωσης ή η αποτροπή επικείμενου κινδύνου χωρίς - επιπλέον - η λήψη τους να δημιουργεί αμετάκλητες καταστάσεις στις σχέσεις των διαδίκων, που δεν μπορούν να ανατραπούν όταν ανακληθεί η σχετική απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ή διαγνωσθεί στην κύρια δίκη με ισχύ δεδικασμένου η ανυπαρξία του δικαιώματος που εξασφαλίστηκε, ώστε να μη ματαιώνεται ο πρακτικός σκοπός της κύριας δίκης (βλ. άρθρα 682 παρ.1 και 692 παρ.4 του ΚΠολΔ, Τζίφρα, Ασφαλιστικά μέτρα, 1985, σελ. 58, Μπέη, ΠολΔικ αρθρ. 693 σελ. 115 - 116, 119 - 120, 121 επ., 129 - 130, 145 - 146, 682 σελ. 33,Β.Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ αρθρ. 692 αρ. 9, ΜονΠρΑΘ12078/2012, ΜονΠρ Θεσ 4916/2013, δημοσιευμένες στη Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως πιθανολογήθηκε, οι αιτούντες από τη θέση τους σε διαθεσιμότητα και για οκτώ μήνες και εφόσον συνεχίζουν να βρίσκονται στο αυτό καθεστώς, θα λαμβάνουν το 75 % των μηνιαίων αποδοχών τους συμπεριλαμβανομένων και των διαφόρων επιδομάτων, σης οποίες γίνονται ανάλογες κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών φορέων και δη του ΙΚΑ και του ΤΠΔΥ, αλλά και παρακρατήσεις ΦΜΥ και έκτακτης εισφοράς Ν. 3986/2011, οι δε καθαρές αποδοχές αυτών, ως προεκτέθηκαν, μετά την εν λόγω μείωση, δεν υπολείπονται του ορίου της φτώχιας, το οποίο για την Ελλάδα έχει ορισθεί βάσει στατιστικών στοιχείων της ......, στο ποσό των 580 ευρώ μηνιαίως. Από τα ανωτέρω εκπμάται ότι η μείωση των αποδοχών των αιτούντων, στα 3/4 των αποδοχών τους, ως άμεση συνέπεια της θέσεως τους σε διαθεσιμότητα για οκτώ μήνες, δεν δημιουργεί, κατ` αρχήν, ζήτημα αξιοπρεπούς διαβίωσης τους, ουδόλως δε πιθανολογήθηκαν τα υποστηριζόμενα απ αυτούς στην ένδικη αίτηση τους περί ανειλημμένων, λόγω δανείων από Τράπεζες, υποχρεώσεων τους ή άλλων υποχρεώσεων, η εκπλήρωση των οποίων, θα έθετε εν προκειμένω, ως ισχυρίζονται, σε διακινδύνευση το βιοπορισμό τους (ουδέν αποδεικτικό μέσο προσκομίζουν και επικαλούνται προς τούτο), υπό την προϋπόθεση όμως ότι μόνη πηγή εισοδήματος τους, ήταν ο μισθός τους, ως ισχυρίζονται. Ουδόλως, όμως, προσκομίζεται από τους αιτούντες (είτε ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι βαρύνονται με οικογενειακές υποχρεώσεις και δάνεια που έλαβαν από τράπεζες) κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι μόνη πηγή εισοδημάτων τους είναι ο μισθός τους και ότι δεν διαθέτουν άλλο εισόδημα πέραν αυτού (του μισθού τους) αφού δεν επικαλούνται ούτε προσκομίζουν κανένα στοιχείο (όπως εκκαθαριστικά σημειώματα φορολογίας εισοδήματος ή δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος), προκειμένου να πιθανολογηθεί, το συνολικό ετήσιο εισόδημα εκ πάσης πηγής. Άλλωστε η επίδικη εργασιακή τους σχέση δεν έχει λυθεί, αλλά τελεί υπό αναστολή. Δεν αποκλείεται δε εντός των επόμενων μηνών οι αιτούντες να μεταταχθούν εκουσίως ή αναγκαστικά στα πλαίσια κινητικότητας ανθρώπινου δυναμικού σε άλλες θέσεις εργασίας, ακόμη και του ίδιου καθ ού Δήμου, ή να τοποθετηθούν για την κάλυψη προσωρινών αναγκών σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Δήμου ή οποιουδήποτε φορέα του δημόσιου τομέα με τη διαδικασία του άρθρου 5 του ν. 4024/2011, οπότε αίρεται αυτοδικαίως η διαθεσιμότητα, ή να υπαχθούν σε ειδικά προγράμματα επαγγελματικής επανεκπαίδευσης ή επανακατάρτισης. Υπό τα δεδομένα αυτά, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, σε κάθε περίπτωση και ανεξαρτήτως από το αν ο Ν. 4172/2013 και δη οι διατάξεις που αφορούν τη διαθεσιμότητα, είναι συνταγματικός ή όχι, ουδεμία επείγουσα περίπτωση συντρέχει εν προκειμένω για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και δη της αιτούμενης προσωρινής αναστολής της διαθεσιμότητας των αιτούντων (βλ. adhoc ΜονΠρΞάνθης 387/2013, όπ.α, ΜΠρΘεσ 4916/2013, δημοσιευμένες στη Νόμος που έκριναν ότι δεν συντρέχει επείγουσα περίπτωση σε ανάλογες περιπτώσεις θέσεως σε διαθεσιμότητα υπαλλήλων λόγω κατάργησης θέσεως υπό το καθεστώς του ν. 4093/2012). Κατ` ακολουθία όλων των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ ουσίαν και να συμψηφιστεί μεταξύ των διαδίκων η δικαστική δαπάνη λόγω αφ ενός μεν της δυσχερούς ερμηνείας των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου αφ ετέρου δε της κυμαινόμενης νομολογίας ως προς τη συνταγματικότητα ή μη των ως άνω νομοθετικών ρυθμίσεων (αρθρ. 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αλεξανδρούπολη στις 21 Οκτωβρίου 2013 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Π.Β.