Με τις 987 - 88/2014 αποφάσεις της Ολομελείας του Δικαστηρίου κρίθηκαν
αντισυνταγματικές οι διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2 γ΄ περίπτωση ii αα΄
του ν. 2525/1997, όπως ισχύει μετά τις μεταβολές που επέφεραν τα άρθρα
59 παρ. 11 του ν. 3966/2011 και 44 παρ. 2 του ν. 4071/1012, οι οποίες
εισήγαγαν παρέκκλιση από το γενικό σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια
εκπαίδευση με την πρόβλεψη της σύστασης θέσεων, οι οποίες
καταλαμβάνονται μόνο από υποψήφιους που έχουν την ιδιότητα του μέλους
πολύτεκνης οικογένειας.
Με τις ανωτέρω αποφάσεις κρίθηκαν, ειδικότερα, τα εξής: Από τον
συνδυασμό της καθιερούμενης με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχής
της ισότητας με τις προστατευτικές της παιδείας διατάξεις του άρθρου 16
του Συντάγματος συνάγεται ότι ο κοινός νομοθέτης οφείλει να εξασφαλίζει
την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προσώπων κεκτημένων τα αναγκαία
εφόδια για την ενεργό παρακολούθηση της θεωρητικής και πρακτικής
διδασκαλίας μέσω συστήματος εισαγωγής, το οποίο στηρίζεται σε γενικά,
αντικειμενικά και πρόσφορα κριτήρια και είναι σύμφωνο με τις αρχές της
ισότητας, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της
σταδιοδρομίας εκάστου ανάλογα με την προσωπική αξία και ικανότητά του,
δεδομένου, άλλωστε, και ότι μόνο υπό αυτούς τους όρους είναι δυνατή η
επίτευξη της αποστολής των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και η
εύρυθμη λειτουργία τους. Όταν δε επιχειρείται νέα ρύθμιση για την
πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο νομοθέτης δύναται να θεσπίζει,
να τροποποιεί και να μεταρρυθμίζει το σύστημα επιλογής των υποψηφίων
καθιστώντας ακόμη και αυστηρότερες τις προϋποθέσεις εισαγωγής, εφ’ όσον
σε κάθε περίπτωση διασφαλίζονται η ισότητα των ευκαιριών και ο
αξιοκρατικός τρόπος επιλογής. Ένα σύστημα εισαγωγής, σύμφωνα με το οποίο
οι υποψήφιοι παράλληλα με την ολοκλήρωση του κύκλου των σπουδών της
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται, υποβαλλόμενοι σε δοκιμασία
εξετάσεων και βαθμολόγηση, για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια
εκπαίδευση, είναι συμβατό προς τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, εφ’
όσον τα κριτήρια της αξιολόγησης είναι αμιγώς ακαδημαϊκά, ήτοι εφ’ όσον
οι υποψήφιοι εξετάζονται μόνο ως προς την ικανότητά τους σε μαθήματα και
δεξιότητες συναφείς προς το γνωστικό αντικείμενο του τμήματος ή της
σχολής, όπου επιθυμεί καθένας να εισαχθεί, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν
και άλλης φύσεως κριτήρια, μη ακαδημαϊκά. Περαιτέρω, με τη διάταξη της
παρ. 2 του άρθρου 21 του Συντάγματος, της οποίας η θέσπιση αποσκοπεί
στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της Χώρας, το Σύνταγμα
απευθύνει στον κοινό νομοθέτη έντονη υπόδειξη για τη λήψη κατάλληλων
μέτρων φροντίδας υπέρ των πολύτεκνων οικογενειών επί τη βάσει των
κρατουσών συνθηκών και εντός των ορίων που διαγράφουν οι άλλες
συνταγματικές διατάξεις και αρχές. Η εκτίμηση του νομοθέτη υπόκειται σε
έλεγχο ορίων από τα δικαστήρια, οι δε εκάστοτε νομοθετικές ρυθμίσεις
περί κοινωνικής προστασίας ελέγχονται ως προς την τήρηση της αρχής της
ισότητας σε συνδυασμό προς την απορρέουσα από τα άρθρα 4 παρ. 1 και 5
παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της
προσωπικής του αξίας. Ενόψει των ανωτέρω, το άρθρο 2 παρ. 2 γ΄ περίπτωση
ii αα΄ του ν. 2525/1997, όπως ισχύει μετά τις μεταβολές που επέφεραν τα
άρθρα 59 παρ. 11 του ν. 3966/2011 και 44 παρ. 2 του ν. 4071/1012, το
οποίο εισήγαγε παρέκκλιση από το γενικό σύστημα εισαγωγής στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση με την πρόβλεψη της σύστασης θέσεων, οι οποίες
καταλαμβάνονται μόνο από υποψήφιους που έχουν την ιδιότητα του μέλους
πολύτεκνης οικογένειας, αντίκειται στις αρχές της ισότητας και της
αξιοκρατίας σύμφωνα με τις οποίες επιβάλλεται η εισαγωγή στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση με κριτήρια αμιγώς ακαδημαϊκά, ήτοι βάσει των
ικανοτήτων και δεξιοτήτων των υποψηφίων, διότι η ιδιότητα του μέλους
πολύτεκνης οικογένειας δεν συνδέεται με ικανότητες ή δεξιότητες του
υποψηφίου και δεν αποτελεί κριτήριο που πληροί τις ως άνω προϋποθέσεις. Η
αντίθεση του νέου συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προς
το Σύνταγμα δεν αίρεται με την επίκληση από τον νομοθέτη λόγων
αναγομένων στην εύρυθμη λειτουργία των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης μέσω της παράλληλης κατάργησης του συστήματος μετεγγραφών.
Τούτο, διότι οι μετεγγραφές προϋποθέτουν, πάντως, την εισαγωγή στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση βάσει συνταγματικώς έγκυρου από την ανωτέρω άποψη
συστήματος. Περαιτέρω, η αντίθεση προς το Σύνταγμα δεν αίρεται εκ του
ότι ο νομοθέτης χαρακτηρίζει τις θέσεις που διαθέτει στα μέλη των
πολύτεκνων οικογενειών ως «επιπλέον» και ορίζει, περαιτέρω, ότι ο
αριθμός των θέσεων αυτών καθορίζεται με υπουργική απόφαση χωρίς
προηγούμενη γνώμη των οργάνων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι
αρμόδια για την εκτίμηση των εκπαιδευτικών δυνατοτήτων των οικείων
εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, καθώς και ότι οι ίδιες θέσεις δεν διατίθενται
στους υποψήφιους της γενικής κατηγορίας υποψηφίων αν δεν πληρωθούν από
μέλη πολύτεκνων οικογενειών. Τούτο δε υπό πάσα εκδοχή, διότι α) εάν
αυτές οι θέσεις διατίθενται καθ’ υπέρβαση των εκπαιδευτικών δυνατοτήτων
των ιδρυμάτων, προκαλείται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δυσλειτουργία που
δεν γίνεται ανεκτή από το άρθρο 16 του Συντάγματος και β) στην αντίθετη
περίπτωση αφαιρούνται θέσεις από τους υποψήφιους της γενικής
κατηγορίας, με αποτέλεσμα να αποκλείονται από την εισαγωγή στο τμήμα ή
στη σχολή της προτίμησής τους ή ακόμη και από την πρόσβασή τους στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση υποψήφιοι με συγκριτικά πληρέστερες ικανότητες
και δεξιότητες κατά παράβαση των δικαιωμάτων τους που κατοχυρώνονται από
τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 16 του Συντάγματος, οι
οποίες επιβάλλουν να εισάγονται στις πεπερασμένου αριθμού θέσεις των
οικείων ιδρυμάτων οι υποψήφιοι, οι οποίοι υπερτερούν σε διαγωνιστικές
δοκιμασίες που βασίζονται σε αμιγώς ακαδημαϊκά κριτήρια, σύμφωνα με τα
ήδη εκτεθέντα. Τέλος, ο περιορισμός των ως άνω δικαιωμάτων των υποψηφίων
της γενικής κατηγορίας δεν ευρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις του
άρθρου 21 παρ. 2 και 5 του Συντάγματος που επιβάλλουν τη λήψη μέτρων
προστασίας των πολυμελών οικογενειών και μέτρων δημογραφικής πολιτικής.
Τούτο, διότι επιβάλλεται μεν, βάσει αυτών των συνταγματικών διατάξεων,
να ενισχύονται οι πολύτεκνες οικογένειες για την αντιμετώπιση των
αυξημένων εξόδων που απαιτούνται για τη συντήρησή τους, καθώς και για
την ανατροφή, την οικονομική εξασφάλιση των πάσης φύσεως σπουδών και την
επαγγελματική αποκατάσταση των τέκνων τους, αλλά δεν είναι επιτρεπτό να
παρέχονται στα μέλη των οικογενειών αυτών και διευκολύνσεις για την
πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι οποίες υπερακοντίζουν την
προστασία που τους παρέχει το Σύνταγμα λόγω αφ’ ενός μεν του περιορισμού
των αντίστοιχων δικαιωμάτων πρόσβασης των λοιπών πολιτών, αφ’ ετέρου δε
της υποχώρησης των ακαδημαϊκών κριτηρίων πρόσβασης.