9.4.12

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ PSI


Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση επί του άρθρου 3 του Ν. 4046/2012, ο οποίος, προφανώς, είναι προγενέστερος του Ν. 4050/2012 περί Ομολόγων, προβλέπονται εξ αρχής φορολογικές ελαφρύνσεις των νομικών προσώπων (πρωτίστως για τις Τράπεζες) που θα κληθούν να συμμετάσχουν στο PSI, καθώς και το γεγονός ότι τα φυσικά πρόσωπα που θα κληθούν να λάβουν την απόφαση περί εθελοντικής συμμετοχής του νομικού προσώπου στο Πρόγραμμα, δηλαδή τα μέλη του Δ.Σ. της Τράπεζας, με γνώμονα αποκλειστικά το συμφέρον του νομικού προσώπου, δεν θα υπέχουν ευθύνη ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη.

Εν συνεχεία, ψηφίσθηκε ο Ν. 4050/2012 («Νόμος περί Ομολόγων»), ο οποίος στην παρ. 7 του άρθρου 1 ορίζει ότι: «Η συμμετοχή Ομολογιούχου στη διαδικασία λήψεως αποφάσεως του παρόντος άρθρου θεωρείται, όσον αφορά τον Διαχειριστή της Διαδικασίας (Τράπεζα της Ελλάδος), το Ελληνικό Δημόσιο, τον ΟΔΔΗΧ, τους εντολοδόχους τους, ότι διενεργείται σύμφωνα με τις οδηγίες και με τη συναίνεση του επενδυτή. Οι ανωτέρω δεν ευθύνονται έναντι του επενδυτή, του Ομολογιούχου και οποιουδήποτε τρίτου αν Ομολογιούχος συμμετείχε στην διαδικασία χωρίς τη συναίνεση του επενδυτή ή κατά παράβαση των οδηγιών του».
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι: ως «επενδυτής», σύμφωνα με την παρ. 1 η) του άρθρου 1 του Ν. 4050/2012, νοείται: αα) για τίτλους που παρακολουθούνται από το Σύστημα Λογιστικής Παρακολούθησης Συναλλαγών, ο επενδυτής που έχει αξίωση επί ή εκ του τίτλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 6 και των άρθρων 7 και 8 του Ν. 2198/1994 και ββ) για τίτλους που δεν παρακολουθούνται από το Σύστημα ο Ομολογιούχος.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την αδιάστικτη διατύπωση της παρ. 1 του άρθρου 7 του Ν. 2198/1994, «Απαγορεύεται στο φορέα η άνευ συναινέσεως του δικαιούχου επενδυτή διάθεση του τίτλου». Ως φορείς δε, θεωρούνται τα οριζόμενα είτε κατά κατηγορίες, είτε ονομαστικώς με πράξεις του Διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος νομικά (Τράπεζες) ή φυσικά πρόσωπα που μετέχουν στο Σύστημα. Προσοχή: σύμφωνα, όμως, με το εδάφιο β΄ της παρ. 1 του άρθρου 7 του Ν. 2198/1994, «Η έλλειψη συναινέσεως δεν αντιτάσσεται κατά των καλής πίστεως τρίτων».
Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι αφ’ ενός τα μέλη του Δ.Σ. της Τράπεζας, η οποία στο πλαίσιο του PSI λειτουργεί ως Ομολογιούχος, απαλλάσσονται από κάθε είδους ευθύνη για την λήψη της αποφάσεως συμμετοχής του Νομικού Προσώπου στην διαδικασία ανταλλαγής των επιλέξιμων τίτλων, αφ’ ετέρου ότι το Ελληνικό Δημόσιο, καλόπιστο όν, δεν υπέχει καμμία απολύτως ευθύνη έναντι των ζημιωθέντων από το Πρόγραμμα Ιδιωτών. Αυτή η διαπίστωση επιρρωνύεται από το κείμενο τόσο του Ν. 4050/2012, όσο και της ιδίας της Προσκλήσεως προς τους Ιδιώτες για συμμετοχή τους στο PSI.
Ειδικότερα: με την υπ’ αριθμ. 5/2012 Π.Υ.Σ. άρχισε η διαδικασία τροποποίησης επιλέξιμων τίτλων και καθορίστηκαν οι όροι οι ανταλλαγής τους. Εν συνεχεία, ακολούθησε η Πρόσκληση του ΟΔΔΗΧ προς τους Ομολογιούχους, η οποία τους κοινοποιήθηκε μέσω της ιστοσελίδας www.greekbonds.gr.
Πρέπει να τονισθεί ότι, σύμφωνα με τον Ν. 4050/2012, η συμμετοχή στο PSI θα πραγματοποιηθεί βάσει της αρχής της πλειοψηφίας. Έπειτα, η τελική απόφαση των Ομολογιούχων, η οποία επρόκειτο να ληφθεί την 9 μ.μ. της 8ης Μαρτίου 2012, θα βεβαιωνόταν από την Τράπεζα της Ελλάδος (έγινε στις 9.3.2012), ως Διαχειριστού της Διαδικασίας και, εν συνεχεία θα εγκρινόταν με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία θα δημοσιευόταν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Π.Υ.Σ. 10/2012, ΦΕΚ 50/Α΄/9-3-2012). Από την δημοσίευση αυτήν, η Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ισχύει έναντι πάντων, δεσμεύει το σύνολο των Ομολογιούχων και των επενδυτών των επιλέξιμων τίτλων και υπερισχύει οποιασδήποτε τυχόν αντίθετης, γενικής ή ειδικής, διατάξεως νόμου ή κανονιστικής πράξεως ή συμφωνίας. Επίσης, από την καταχώρηση στο Σύστημα των νέων τίτλων, η έκδοση των οποίων διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, επέρχεται αυτοδικαίως ακύρωση των επιλέξιμων τίτλων που ανταλλάσσονται με νέους τίτλους και κάθε δικαίωμα ή υποχρέωση οποιουδήποτε που απορρέει από αυτούς, συμπεριλαμβανομένων και όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που οποιαδήποτε στιγμή αποτελούσαν μέρος αυτών, αποσβέννυται.
Επί πλέον, στην Πρόσκληση συμμετοχής και λήψεως συναινέσεως ορίζεται ρητώς ότι: «… οι κάτοχοι των Επιλέξιμων Τίτλων (i) δεν θα έχουν συμβατικά ή άλλα δικαιώματα ή νόμιμες απαιτήσεις ή απαιτήσεις σε κεφάλαιο που θα απορρέουν από ή θα σχετίζονται με αυτούς τους Επιλέξιμους Τίτλους, (ii) θα απαλλάσσουν και θα ελευθερώνουν την Ελληνική Δημοκρατία και τους φορολογικούς διαχειριστές, εμπιστευματοδόχους και διαχειριστές πληρωμών, ανάλογα με την περίπτωση, αναφορικά με τους Επιλέξιμους Τίτλους, και τους διαχειριστές των Νέων Ομολόγων, των Τίτλων ΑΕΠ, των Ομολόγων Πληρωμής PSI και των Γραμματίων Δεδουλευμένων Τόκων και οποιονδήποτε από τους αντίστοιχους διαχειριστές, αξιωματούχους, λειτουργούς, υπαλλήλους ή συμβούλους τους από κάθε και όλες τις απαιτήσεις (συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων με μορφή διαταγών πληρωμής, δικαστικών ή διαιτητικών αποφάσεων ή άλλων τέτοιων διαταγών ή πράξεων εκτέλεσης που συνδέονται με αυτά) υφιστάμενες ή μελλοντικές, που απορρέουν ή σχετίζονται με αυτούς τους Επιλέξιμους Τίτλους (και κάθε υποχρέωση, ανεξαρτήτως της αρχικά δηλωθείσας ληκτικότητας ή ημερομηνίας καταβολής, που προηγουμένως αποτελούσε συστατικό στοιχείο αυτών)».

Ζητήματα που τίθενται:

1.     Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 4050/2012, η Π.Υ.Σ. 10/2012 συνιστά κυβερνητική πράξη, που ανάγεται στην διαχείριση της πολιτικής εξουσίας, κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 45 του Π.Δ. 18/1989 και όχι εκτελεστή πράξη της διοίκησης. Άρα, δεν προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως, αν και σε κάθε περίπτωση ο χαρακτηρισμός μίας πράξεως ως κυβερνητικής εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου. Εξ άλλου, με την παρ. 7 του άρθρου 1 του Ν. 4050/2012, το Ελληνικό Δημόσιο δεν φέρει καμία ευθύνη για την ανταλλαγή, σε περίπτωση που ο Ομολογιούχος ενήργησε χωρίς την συναίνεση του Επενδυτή. Περαιτέρω, τα μέλη του Δ.Σ. της Τράπεζας – Ομολογιούχου δεν ευθύνονται για την απόφαση συμμετοχής στο PSI. Φαίνεται, λοιπόν, να μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο ευθύνης μόνο της Τράπεζας ως Νομικού Προσώπου και Ομολογιούχου, που ενήργησε χωρίς την συναίνεση του επενδυτή. Εξ άλλου, σύμφωνα με τον Ν. 4050/2012 «… δεν θίγεται η έννομη σχέση μεταξύ επενδυτή και Ομολογιούχου, και οι όποιες διαφορές μεταξύ τους περιορίζονται αποκλειστικά στα πλαίσια της μεταξύ τους έννομης σχέσης…».
2.     Ωστόσο, γεννάται ζήτημα και αδικοπρακτικής ευθύνης της Τράπεζας, η οποία ενήργησε απέναντι στον Ιδιώτη – Φυσικό Πρόσωπο και ως πάροχος επενδυτικών συμβουλών ή/και υπηρεσιών, π.χ. σε περίπτωση που κάποιος καταθέτης συμβουλεύτηκε την Τράπεζά του για το πού να επενδύσει τις αποταμιεύσεις του, ούτως ώστε να λαμβάνει μεγαλύτερο επιτόκιο ή να έχει καλύτερη απόδοση και η Τράπεζα τού υπέδειξε να τοποθετήσει τα χρήματά του στα Ελληνικά Ομόλογα ως την δήθεν ασφαλέστερη επένδυση. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Κοινοτική Νομοθεσία, κάθε επιχείρηση επενδύσεων πρέπει να ενεργεί κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών σε πελάτες με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών της. Έτσι, στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες πρέπει να παρέχει κατάλληλη πληροφόρηση σε κατανοητή μορφή σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές. Ιδίως θα πρέπει να υπάρχουν κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω μέσα, ούτως ώστε οι πελάτες να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν την φύση και τους κινδύνους της προσφερόμενης επενδυτικής υπηρεσίας και του συγκεκριμένου τύπου του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις εν επιγνώσει. Κατά συνέπεια, η Τράπεζα που υπέδειξε στον πελάτη της – απλό καταθέτη να επενδύσει τις αποταμιεύσεις του στα Ελληνικά Ομόλογα και μάλιστα σε χρονικό διάστημα, κατά το οποίο η Ελλάδα βρισκόταν υπό τον συνεχή κίνδυνο μιας άτακτης χρεωκοπίας, φέρει ευθύνη απέναντι στον πελάτη της, τον οποίο και πρέπει να αποζημιώσει για την ζημία που υπέστη από την παράνομη συμπεριφορά της.

Ήδη το θέμα έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις, καθ’ ότι πρόκειται για πρόδηλη αδικία εις βάρος των Ελλήνων Ιδιωτών και, κυρίως, των Φυσικών Προσώπων, με αποτέλεσμα να επιχειρείται η εξεύρεση λύσεων για την άρση της εν λόγω αδικίας. Ανοιχτό άφησε το ενδεχόμενο «αποζημιώσεως» των καλοπίστων Ιδιωτών ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης σε συνέντευξή του στο «Ράδιο 9» (βλ. http://www.ydmed.gov.gr/?p=1886).