30.4.12

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΛΟΓΩ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΒΑΡΩΝ



Διπλωματικοί υπάλληλοι και προσαύξηση του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής λόγω οικογενειακών βαρών. Αντισυνταγματικότητα των διατάξεων του άρθρου 11 παρ. 6 του ν. 1505/1984, που απαγορεύει την καταβολή του οικογενειακού επιδόματος και στους δύο συζύγους. Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 1682/1987 περί καταβολής της προσαυξήσεως στον έναν μόνο των συζύγων, επί εγγάμων υπαλλήλων που συνυπηρετούν με τον σύζυγό τους στην ίδια πόλη του εξωτερικού, αντίκειται στα άρθρα 4 και 21 του Συντάγματος. Παραπομπή της υπόθεσης στην επταμελή σύνθεση.



  
Αριθμός 434/2011


ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ


ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Μαΐου 2010, με την εξής σύνθεση: Ν. Σακελλαρίου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του ΣΤ΄ Τμήματος, Μ. Καραμανώφ, Μ. Παπαδοπούλου, Σύμβουλοι, Φ. Γιαννακού, Δ. Τομαράς, Πάρεδροι. Γραμματέας η Β. Ραφαηλάκη, Γραμματέας του ΣΤ΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 3 Φεβρουαρίου 2006 αίτηση :


του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Γεωργία Παπαδάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

κατά της ..... , κατοίκου Αθηνών, οδός ... αρ. . , η οποία παρέστη με την δικηγόρο Βασιλική Σκορδάκη (Α.Μ. 11217), που την διόρισε με πληρεξούσιο.


Με την αίτηση αυτή ο Υπουργός επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθμ. 4317/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.


Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Δ. Τομαρά.


Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την πληρεξούσια της αναιρεσιβλήτου, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.


Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι


Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α


Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο


1. Επειδή, δια την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται κατά νόμον η καταβολή παραβόλου.


2. Επειδή, δια της κρινομένης αιτήσεως ζητείται η αναίρεση της υπ` αρ. 4317/2004 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, δια της οποίας εξεδικάσθησαν αντίθετες εφέσεις των διαδίκων κατά της υπ` αρ. 3237/2001 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, απερρίφθησαν αμφότερες και εκρίθη ότι η ήδη αναιρεσίβλητος είναι δικαιούχος ποσού ύψους 552.000 δραχμών, το οποίο αντιστοιχεί σε οικογενειακή παροχή για τις περιόδους από 1-1-1996 έως 31-12-1996 και από 1-1-1998 έως 31-3-1998 και ποσού 14.014 γερμανικών μάρκων, το οποίον αντιστοιχεί σε επίδομα αλλοδαπής προσηυξημένο λόγω των δύο ανηλίκων τέκνων της για το χρονικό διάστημα από 1-1-1996 έως 30-11-1996, ποσά τα οποία θα μετατραπούν σε ευρώ.


3. Επειδή, κατ` άρθρον 4 παρ. 1 του Συντάγματος : « Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου», κατά δε το άρθρον 21 παρ. 1 αυτού : « Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους».


4. Επειδή, κατ` άρθρον 131 παρ. 10 του ν. 419/1976 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 221) : «Προς αντιμετώπισιν της εν τη αλλοδαπή διαφοράς κόστους ζωής και των ειδικών συνθηκών διαβιώσεως εν εκάστη Χώρα παρέχεται εις συνάλλαγμα επί πλέον των εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου αποδοχών και επίδομα υπηρεσίας εν τη αλλοδαπή αναλόγως του κλάδου, του βαθμού, των οικογενειακών βαρών και του κόστους ζωής του τόπου εις όν υπηρετεί ο υπάλληλος, ειδικώτερον δε δια τους υπαλλήλους του Διπλωματικού Κλάδου και τους Εμπειρογνώμονας του Υπουργείου Εξωτερικών των επικρατουσών εν τη Χώρα εις ην υπηρετούν συνθηκών στεγάσεως».


Επίσης, στην παράγραφο 11 του ιδίου άρθρου ορίζεται : «Το κατά την προηγουμένην παράγραφον επίδομα καθορίζεται εκάστοτε δια τους επί Πρεσβευτικώ Βαθμώ υπαλλήλους του Υπουργείου δια Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, εκδιδομένης μετά πρότασιν των Υπουργών Εξωτερικών και Οικονομικών, δι` άπαντας δε τους λοιπούς υπαλλήλους της Εξωτερικής Υπηρεσίας καθορίζεται δια της αυτής Πράξεως εις ποσοστόν επί του καθορισθέντος τοιούτου δια τους επί Πρεσβευτικώ βαθμώ υπαλλήλους. Δύναται να ορίζεται εν της ως άνω Πράξει ότι το επίδομα τούτο καταβάλλεται και αναδρομικώς». Εν συνεχεία, δυνάμει της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 12 παρ. 1 του ν. 1256/1982, εξεδόθη η κοινή απόφαση Φ.083-58/11-3-1988 των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως, Εξωτερικών και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 177), η οποία καθόρισε το επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής του Προϊσταμένου Πρέσβεως ανά Χώρα σε δολλάρια ΗΠΑ και στην παράγραφο Β΄ αυτής όρισε ότι το επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής των λοιπών υπαλλήλων όλων των κλάδων καθορίζεται σε ποσοστό επί του επιδόματος του Προϊσταμένου Πρέσβεως. Το εν λόγω επίδομα δια του κεφαλαίου Ε΄ αυτής, ως ετροποποιήθη υπό της κ.υ.α 2001800/165/0022/5-1- 1993 (Φ.Ε.Κ. Β΄ 153) ηυξήθη από 1-1-1993 κατά ποσοστόν 6% επί του επιδόματος του πρέσβεως για κάθε παιδί ηλικίας ως 6 ετών, κατά ποσοστόν 10% για κάθε παιδί ηλικίας 7 έως 12 ετών και 14% για κάθε παιδί ηλικίας 13 έως 18 ετών.


Ακολούθησε η θέσπιση του ν. 1884/1990 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 81), ο οποίος στο άρθρο 25 αυτού ορίζει : « 1. Η κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εξωτερικών και Οικονομικών αριθμ. Φ.083-58/11-3-1988 (Φ.Ε.Κ. 177/Β/31-3-1988) ισχύει από 1-1-1988. 2. Εφεξής η αύξηση του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής του προσωπικού του Υπουργείου Εξωτερικών θα πραγματοποιείται με κανονιστικές αποφάσεις που προβλέπονται από την παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 1256/1982……...... .». Η ισχύς της προαναφερθείσης κ.υ.α παρετάθη για το χρονικό διάστημα από 1-1-1994 έως 31-12-1994 δια της υπ` αρ. 2005060/26-1-1994 κοινής αποφάσεως των ιδίων Υπουργών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 54), για το χρονικό διάστημα από 1-1-1995 έως 31-12-1995 δια της υπ` αρ. ΣΤ1/Φ.083-9/ΑΣ 8270/5-16.1.1995 (Φ.Ε.Κ. Β΄ 14) και για το χρονικό διάστημα από 1-1-1996 έως 31-12-1996 δια της υπ` αρ. Α.Π.ΣΤ1/Φ.083-15/ΑΣ 8685/11.10.1995-12.1.1996 κ.υ.α (Φ.Ε.Κ. Β΄ 15). Ομως, κατ` άρθρον 6 παρ. 4 του ν. 1682/1987 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 14) : «Σε περίπτωση που σύζυγοι, με οποιαδήποτε σχέση και αν συνδέονται με το Δημόσιο, συνυπηρετούν στο εξωτερικό στην ίδια πόλη, το προβλεπόμενο από τις κείμενες διατάξεις για τον καθένα επίδομα αλλοδαπής καταβάλλεται στον ένα μόνο».


5. Επειδή, εξ άλλου, ο ν. 1505/1984 «Αναδιάρθρωση μισθολογίου προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης και άλλες συναφείς διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 194), ως ίσχυε μέχρι τις 31.12.1996, στο άρθρο 11 αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Επίδομα οικογενειακών βαρών», όπως η παρ. 1 αυτού αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 1810/1988, (Φ.Ε.Κ. Α΄ 223) και τροποποιήθηκε με την υπ` αρ. 2007060/552/ 0022/23.1.1989 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 69), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 1858/1989 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 148), η δε παρ. 6 του ίδιου άρθρου τροποποιήθηκε με το άρθρο 52 παρ. 11 περ. γ΄ του ν. 1591/1986 (Φ.Ε.Κ.Α΄ 50), ορίζονται τα εξής: «1. Το οικογενειακό επίδομα ορίζεται για όλους τους υπαλλήλους σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου 13 ως εξής: α) Εγγαμος χωρίς παιδιά 10%, β) Για κάθε παιδί το επίδομα αυτό προσαυξάνεται: αα. για τα δύο πρώτα 5% για το καθένα, ββ. για το τρίτο παιδί 10%, γγ. για το τέταρτο παιδί 13%, δδ. για καθένα από πέντε παιδιά και άνω 20%». 2. Το επίδομα αυτό χορηγείται για παιδιά προερχόμενα από νόμιμο γάμο, φυσικά, θετά, νομιμοποιηθέντα και αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους. Η καταβολή του επιδόματος μετά το 18ο έτος της ηλικίας δικαιολογείται μόνο για παιδιά που είναι σωματικά ή πνευματικά ανίκανα για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος. 3. Ειδικά για παιδιά που φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές το επίδομα παρέχεται και κατά το χρόνο φοίτησής τους, όπως αυτός προβλέπεται από τον οργανισμό κάθε σχολής και πάντως όχι πέρα από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. 4. Για συνέχιση της φοίτησης στη μέση εκπαίδευση, το επίδομα καταβάλλεται μέχρι τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας τους. 5. Για τη διακοπή του επιδόματος αυτού λόγω συμπλήρωσης των ανωτέρω κατά περίπτωση ορίων ηλικίας, ως ημέρα γέννησης των παιδιών θεωρείται πάντοτε η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησής τους. 6. Στην περίπτωση που και οι δύο σύζυγοι είναι υπάλληλοι του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. ή συνταξιούχοι των υπηρεσιών αυτών, ο καθένας θα παίρνει το μισό από το προβλεπόμενο, κατά περίπτωση, επίδομα στην παρ. 1 του άρθρου αυτού. Αν ο ένας από τους συζύγους είναι υπάλληλος ή συνταξιούχος των υπηρεσιών του προηγούμενου εδαφίου και ο άλλος υπάλληλος ή συνταξιούχος: α) του υπόλοιπου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετήθηκε με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρ. 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ Α΄ 65), β) των Ν.Π.Ι.Δ. που δεν περιλαμβάνονται στην έννοια του δημόσιου τομέα της προηγούμενης περίπτωσης πλην όμως λειτουργούν με μορφή οργανισμού κοινής ωφέλειας ή κρατικής επιχείρησης, γ) των ιδιωτικών τραπεζών εν γένει και δ) είναι δικαιούχος επιδόματος οικογενειακών βαρών από τον Διανεμητικό Λογαριασμό Οικογενειακών Επιδομάτων Μισθωτών (ΔΛΟΕΜ) του Ο.Α.Ε.Δ. ως υπάλληλος ή συνταξιούχος οποιασδήποτε από τις παραπάνω Υπηρεσίες, τότε το επίδομα οικογενειακών βαρών καταβάλλεται στον έναν απ` αυτούς, κατ` επιλογή τους». Περαιτέρω, με το άρθρο 4 του ν. 2129/1993 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 57), το ανωτέρω επίδομα οικογενειακών βαρών διπλασιάσθηκε από 1.7.1993. Ακολούθως, οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1505/1986 κατηργήθησαν δια του άρθρου 31 του ν. 2470/1997 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 40).

6. Επειδή, ως έχει κριθεί (Α.Ε.Δ. 3/2001), οι διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 6 του ν. 1505/1984, κατά τις οποίες σε περίπτωση που αμφότεροι οι σύζυγοι είναι υπάλληλοι του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ., των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ή των άλλων νομικών προσώπων που αναφέρονται σε αυτές ή ο ένας υπάλληλος του Δημοσίου ή των ως άνω νομικών προσώπων και ο άλλος συνταξιούχος του Δημοσίου, έκαστος των συζύγων λαμβάνει το ήμισυ του προβλεπομένου οικογενειακού επιδόματος, εισάγουν ρύθμιση αντίθετη προς τα άρθρα 4 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος και, συνεπώς, είναι ανίσχυρες.

7. Επειδή, εκ των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι η προσαύξηση του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής λόγω οικογενειακών βαρών, η οποία χορηγείται στους Υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών που υπηρετούν στο εξωτερικό και υπολογίζεται αναλόγως της ηλικίας των τέκνων τους σε ποσοστό επί του ανωτέρω επιδόματος, καταβάλλεται για την αντιμετώπιση των ηυξημένων αναγκών που προκύπτουν εν όψει των ειδικών συνθηκών διαβιώσεως των υπηρετούντων στην αλλοδαπή υπαλλήλων που έχουν ανήλικα τέκνα ή τέκνα που φοιτούν σε Ανώτερα και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11 του ν. 1505/1984. Περαιτέρω, η δυνάμει της διατάξεως της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 1682/1987 καταβολή της προσαυξήσεως του επιδόματος αλλοδαπής στον έναν μόνο των συζύγων, επί εγγάμων υπαλλήλων που συνυπηρετούν με τον σύζυγό τους στην ίδια πόλη του εξωτερικού θέτει σε χειρότερη θέση την κατηγορία αυτή των υπαλλήλων σε σχέση με την κατηγορία των αγάμων υπαλλήλων ή των εγγάμων με συζύγους μη συνδεόμενους με το Δημόσιο με σχέση εργασίας ή με αυτούς των οποίων οι σύζυγοι υπηρετούν σε διαφορετικές πόλεις στην αλλοδαπή. Η μεταχείριση όμως αυτή από τον νομοθέτη της εν λόγω κατηγορίας υπαλλήλων εν σχέσει προς τις λοιπές κατηγορίες αντίκειται προς την καθιερουμένη δια του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της ισότητος, διότι οι συνθήκες εργασίας στην αλλοδαπή όλων των ως άνω κατηγοριών υπαλλήλων (εγγάμων, αγάμων κ.λπ.) δεν διαφοροποιούνται αναλόγως της κατηγορίας, στην οποία ο καθένας ανήκει, σε τέτοιο βαθμό, ούτως ώστε να δικαιολογείται η κατά τα ανωτέρω περικοπή του επιδίκου επιδόματος στην μία μόνο από αυτές. Εξ άλλου, η ανισότητα αυτή, καθ` όσον αφορά εις τους εγγάμους υπαλλήλους οι οποίοι υπηρετούν στην ίδια πόλη της αλλοδαπής με τους συζύγους τους εν σχέσει προς τους αγάμους υπαλλήλους είναι αντίθετη και προς την προστατεύουσα το θεσμό του γάμου διάταξη του άρθρου 21 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία αποκλείει τη δυσμενέστερη μεταχείριση των εγγάμων σε σχέση με τους αγάμους (πρβλ. ΣτΕ 3502/2009 ολομ., 1683/2003).


8. Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η αναιρεσίβλητος, μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών, σύζυγος υπαλλήλου του ιδίου Υπουργείου και μητέρα δύο ανηλίκων τέκνων, υπηρέτησε από 23-10-1990 έως 12-12-1996 στην πρεσβεία της Ελλάδος στην Βόννη της Γερμανίας. Δια της από 7-4-1998 καταψηφιστικής αγωγής της προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι παρανόμως το Ελληνικό Δημόσιο, για το χρονικό διάστημα από 23-10- 1990 έως 12-12-1996 που υπηρετούσε στην Ελληνική Πρεσβεία της Βόννης, τότε πρωτευούσης της Ομοσπονδικής Γερμανίας, δεν της χορήγησε το επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή, προσηυξημένο λόγω των δύο ανηλίκων θυγατέρων της, με την αιτιολογία ότι στην ίδια πόλη συνυπηρετούσε και ο σύζυγός της ........ , ως διοικητικός υπάλληλος του ιδίου Υπουργείου, ο οποίος και ελάμβανε το επίδικο επίδομα, ζήτησε δε να της καταβληθεί το εν λόγω επίδομα μετά της προαναφερθείσης προσαυξήσεως για την περίοδο από 1-1-1993 έως 30- 11-1996. Δια της πρωτοδίκου αποφάσεως εκρίθη ότι οι αξιώσεις της από 1-1- 1993 έως 31-12-1995 είχαν υποκύψει σε παραγραφή, ενώ για την περίοδο από 1- 1-1996 έως 30-11-1996 της επεδικάσθη το ποσό των 14.014 γερμανικών μάρκων.


Έφεση του Δημοσίου κατά του κεφαλαίου τούτου της πρωτοδίκου αποφάσεως απερρίφθη δια της αναιρεσιβαλλομένης, με την αιτιολογία ότι η δυνάμει του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 1682/1987 περικοπή του επιδόματος αλλοδαπής της αναιρεσιβλήτου αντίκειται στην αρχή της ισότητος και στην προστατεύουσα τον θεσμό του γάμου διάταξη του άρθρου 21 παρ. 1 του Συντάγματος. Η κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλομένης είναι νόμιμη, κατά τα εκτεθέντα στην σκέψη 6, λόγω, όμως, της μείζονος σπουδαιότητας του ζητήματος το Τμήμα υπό την παρούσα πενταμελή σύνθεση κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει, κατ` άρθρο 14 παρ. 5 εδαφ. β΄ του π.δ/τος 18/1989 να παραπεμφθεί στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, να ορισθεί δικάσιμος η 6-6-2011 και εισηγητής ο Πάρεδρος Δημήτριος Τομαράς.


Δ ι ά τ α ύ τ α


Αναβάλλει την έκδοση οριστικής αποφάσεως.

Παραπέμπει την υπόθεση στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, κατά το αιτιολογικό, ορίζει δικάσιμο την 6-6-2011 και εισηγητή τον Πάρεδρο Δημήτριο Τομαρά.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα την 21 Οκτωβρίου 2010


Ο Πρόεδρος του ΣΤ΄ Τμήματος Η Γραμματέας του ΣΤ΄ Τμήματος


Ν. Σακελλαρίου Β. Ραφαηλάκη


και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Φεβρουαρίου 2011.

Ο Πρόεδρος του ΣΤ΄ Τμήματος Η Γραμματέας του ΣΤ΄ Τμήματος

Δ. Πετρούλιας Β. Ραφαηλάκη